«Ο μοναδικός τομέας που ανταγωνίζεται τόσο έντονα τον εαυτό του είναι ο τουρισμός» ανέφερε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του ΙΟΒΕ και πρώην πρόεδρος του Σέτε, Γιάννης Ρίτσος κατά την πρώτη του δημόσια εμφάνιση στο Ινστιτούτο, με την αφορμή της παρουσίασης της Τριμηνιαίας Έκθεσης για την ελληνική οικονομία. Με τα λόγια αυτά, θέλησε να αποτυπώσει την κρίσιμη καμπή στην οποία βρίσκεται ο τουριστικός κλάδος, έχοντας κατακτήσει συνεχόμενα ρεκόρ επιδόσεων και φτάνοντας πλέον στην επιπεδοποίηση του.
«Είναι αυταπόδεικτο ότι έχουμε περάσει την κρίση. Πέρυσι ήμασταν η ένατη χώρα σε επισκεψιμότητα και η πέμπτη παγκοσμίως σε αναγνωρισιμότητα» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Ρέτσος, τονίζοντας ότι «θα πρέπει να σταματήσουμε να κοιτάμε αν περάσαμε τον πήχη της προηγούμενης χρονιάς» και να «επικεντρωθούμε στο τι μπορούμε να κάνουμε από εδώ και πέρα για να διατηρήσουμε ή και να ενισχύσουμε τις επιδόσεις του κλάδου».
Τα 21 δισ. θα φτάσουν τα έσοδα από τον τουρισμό το 2024
Σύμφωνα με τον ίδιο και παρά το «φρένο» που φαίνεται να έχει τραβήξει η ανοδική πορεία του τουρισμού εν μέσω θέρους, η χρονιά θα κλείσει με έσοδα της τάξης των 21 δισ. ευρώ, κατάτι υψηλότερα δηλαδή, από τα 20,5 δισ. ευρώ το 2023. Η μικρή σε σχέση με το παρελθόν άνοδος δείχνει ότι ο κλάδος μπορεί να έχει πιάσει ταβάνι. «Η πτώση θα μπορούσε να έρθει μόνο σε περίπτωση κρίσης. Για την ώρα μιλάμε για σταθεροποίηση, η οποία αφότου επιτευχθεί θα μας επιτρέψει να δούμε τις πρόσθετες προοπτικές ανάπτυξης του τουρισμού» επεσήμανε ο κ. Ρέτσος. Ο ίδιος ξεκαθάρισε ωστόσο ότι «η εκτίμηση πως τουρισμός θα αναπτύσσεται αυθόρμητα και εξακολουθητικά χωρίς στρατηγική μπορεί να αποδειχθεί λανθασμένη» και τόνισε ότι η επόμενη μέρα του κλάδου και η διασφάλιση της αειφόρου ανάπτυξής του, μπορεί να επιτευχθεί μόνο υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
Αυτές είναι η στρατηγική, η οποία φάνηκε να υπάρχει μόνο κατά τη διάρκεια της πανδημίας όπως ανέφερε, η διευθέτηση των ζητημάτων χωροταξίας και η προώθηση μεταρρυθμίσεων σε όλο το φάσμα λειτουργίας του κράτους και ειδικά στα σημεία εκείνα που η λειτουργία συμπίμπτει με την προώθηση των επενδύσεων. Σε επίπεδο στρατηγικής εξέφρασε φόβους ότι ο κλάδος θα πέσει θύμα των παθογενειών του, αναφερόμενος σε πρακτικές υπερτίμησης του προσφερόμενου προϊόντος που ακολουθούν πολλοί και πολλές στον κλάδο.
Παράλληλα υπογράμμισε και την ανάγκη ασφάλειας δικαίου, η οποία είναι αλληλένδετα συνδεδεμένη με την προώθηση των επενδύσεων. «Σκεφτείτε τι μήνυμα περνάει από το μυαλό ενός επενδυτή όταν κρίνεται ένας κανονισμός όπως ο ΝΟΚ, 12 χρόνια αφότου έχει τεθεί σε ισχύ» ανέφερε χαρακτηριστικά αντιπαραβάλλοντας το παράδειγμα της Ισπανίας την οποία εμπιστεύονται όλο και περισσότεροι επενδυτές παρά το γεγονός ότι τα κόστη για capex επενδύσεων είναι πολλαπλάσια.
Μικρό φρένο στις εισπράξεις του καλοκαιριού
Επίρρωση των συμπερασμάτων του κυρίου Ρέτσου αποτελούν και τα πρόσφατα στοιχεία του ταξιδιωτικού ισοζυγίου της Τράπεζας της Ελλάδος για τον Αύγουστο και τον Ιούλιο.
Σύμφωνα με αυτά τον πιο δυνατό μήνα του καλοκαιριού και παρότι η εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση αυξήθηκε κατά 6,6 %, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις μειώθηκαν κατά 1,8%. Αντίστοιχα και τον Ιούλιο, παρά την αύξηση κατά 4,1% της εισερχόμενης ταξιδιωτικής κινήσης, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις παρουσίασαν μείωση της τάξης του 4,2%.
Αιτία για την προαναφερθείσα πτώση είναι σίγουρα η φθίνουσα πορεία της μέσης δαπάνης των τουριστών, η οποία έρχεται σε συνάρτηση του οικονομικού κλίματος που επικρατεί σε διάφορες αγορές-τροφοδότες του ελληνικού τουρισμού.
Για παράδειγμα τον Ιούλιο η ταξιδιωτική κίνηση από τις ΗΠΑ, που αποτελεί αγορά με την υψηλότερη μέση δαπάνη για την χώρα μας, αυξήθηκε μόλις κατά 0,5% με τη Ελλάδα να υποδέχεται 210,2 χιλ. ταξιδιώτες. Ωστόσο οι εισπράξεις από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού παρουσίασαν μείωση της τάξης του 11,7% τον ίδιο μήνα. Τον Αύγουστο δε, η ταξιδιωτική κίνηση από τις ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 13,7% και οι ταξιδιωτικές εισπράξεις κατά 14,7%, όταν τον αντίστοιχο μήνα της προηγούμενης χρονιάς (2023) οι ταξιδιώτες από τις ΗΠΑ καταγράφηκαν αυξημένη κατά το εντυπωσιακό 50,3%.
Παράλληλα και σε άλλες βασικές αγορές του ελληνικού τουρισμού η αύξηση της ταξιδιωτικής κίνησης ήταν δυσανάλογη αυτής των εισπράξεων. Για παράδειγμα η ταξιδιωτική κίνηση από την Γερμανία παρουσίασε αύξηση κατά 31,3% ενώ οι ταξιδιωτικές εισπράξεις αυξήθηκαν κατά μόλις 13%. Αντίστοιχα οι επισκέπτες του Ηνωμένου Βασιλείου μειώθηκαν κατά 5,3% ενώ οι εισπράξεις από τη Μεγάλη Βρετανία παρουσίασαν μείωση 14,6%, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι οι τουρίστες φέτος δαπανούν αισθητά λιγότερα ποσά για τις διακοπές τους, όταν μάλιστα το σύνολο και τουριστικού προϊόντος έχει ανατιμηθεί.
Σε κάθε περίπτωση βέβαια οι συγκρατημένα θετικές, επιδόσεις του Ιουλίου και του Αυγούστου δεν είναι ικανές να ανακόψουν την ανοδική πορεία του κλάδου. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος το πρώτο οκτάμηνο του έτους η ταξιδιωτική κίνηση στη χώρα καταγράφεται αυξημένη κατά 9,9 % έναντι του αντίστοιχου διαστήματος του 2023 ενώ οι ταξιδιωτικές εισπράξεις σημειώνουν άνοδο της τάξης του 3,2%. Σε αυτό έχει συμβάλει η επέκταση της σεζόν η οποία για πρώτη φορά φέτος φάνηκε να επιδρά καταλυτικά στα αποτελέσματα των πρώτων μηνών του έτους. Αν δε η καλή πορεία που επιδεικνύει τα τελευταία χρόνια ο Σεπτέμβριος και Οκτώβριος διατηρηθεί και φέτος, ο πήχης των 21 δισ. ευρώ στα έσοδα, φαίνεται ότι θα επιτευχθεί.