Με διακανονισμό ύψους 19,5 εκατ. δολάρια συμφώνησε η Barclays να κλείσει την υπόθεση της πώλησης ομολόγων του 2022 που εκδικάστηκε στις ΗΠΑ.
Σύμφωνα με το Reuters, οι μέτοχοι που είχαν προσφύγει στη δικαιοσύνη κατηγόρησαν τη βρετανική τράπεζα για χρηματιστηριακή απάτη, αφού πούλησε ομόλογα ύψους 17,7 δισ. δολαρίων, περισσότερα από ό,τι επέτρεψαν οι ρυθμιστικές αρχές.
Ο προκαταρκτικός διακανονισμός της προτεινόμενης ομαδικής αγωγής κατατέθηκε την Τρίτη στο ομοσπονδιακό δικαστήριο του Μανχάταν και απαιτεί την έγκριση από την αρμόδια περιφερειακή δικαστή Katherine Polk Failla.
Οι μέτοχοι ισχυρίστηκαν ότι εξαπατήθηκαν, βασιζόμενοι στις διαβεβαιώσεις της Barclays ότι οι πολιτικές και οι διαδικασίες της πληρούσαν τα ρυθμιστικά πρότυπα, με αποτέλεσμα να χάσουν χρήματα, και ότι η τράπεζα είχε δεσμευτεί να πραγματοποιήσει ισχυρούς εσωτερικούς ελέγχους.
Η υπόθεση
Η Barclays παραδέχτηκε τον Μάρτιο του 2022 ότι είχε πουλήσει 15,2 δισ. δολάρια περισσότερα ομόλογα τα προηγούμενα πέντε χρόνια, από τα 20,8 δισ. δολάρια που είχαν εγκριθεί από τις ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ.
Τέσσερις μήνες αργότερα, η τράπεζα, αφού αύξησε το ποσό πώλησης στα 17,7 δισ. δολάρια, προσφέρθηκε να επαναγοράσει το πλεόνασμα και διέθεσε 1,2,01 δισ. δολάρια για την υπερέκδοση.
Η Barclays επαναδιατύπωσε επίσης τις οικονομικές της εκθέσεις για το 2021, με τα στελέχη της να χαρακτηρίζουν την υπερέκδοση ως πρόβλημα που μπορούσε απολύτως να αποφευχθεί και ότι προκλήθηκε από την ίδια την τράπεζα. Η Barclays συνέχισε να αρνείται ότι διέπραξε αδίκημα σε σχέση με τη διευθέτηση, σύμφωνα με το δικαστικό έγγραφο που κατατέθηκε την Τρίτη.
Τον Φεβρουάριο, η δικαστής Failla αρνήθηκε να απορρίψει τη μήνυση, δίνοντας το περιθώριο στους μετόχους να αποδείξουν ότι οι αξιωματούχοι της Barclays, συμπεριλαμβανομένου του πρώην Διευθύνοντος Συμβούλου Jes Staley, ήταν «απερίσκεπτοι». Ο Staley παραιτήθηκε από τη θέση του Διευθύνοντος Συμβούλου της Barclays τον Νοέμβριο του 2021.