Με ισχυρή ρευστότητα (αύξησαν τις καταθέσεις τους στα 250 δισ. ευρώ) και κεφαλαιακή επάρκεια βρίσκονται οι ελληνικές τράπεζες, όπως κατέγραψαν τα αποτελέσματα της χρήσης 2024. Μάλιστα, και οι τέσσερις μεγάλες ελληνικές τράπεζες βρίσκονται με υπερβάλλοντα κεφάλαια, τα οποία πέρα από την δυνατότητα που παρέχουν για υψηλότερες διανομές μερισμάτων στους μετόχους, θα αξιοποιηθούν και για εξαγορές, εντός ή εκτός Ελλάδος, σε τομείς που παρέχουν έσοδα και προστιθέμενη αξία.
Ενδεικτικά, η Alpha Bank ανακοίνωσε ότι διαθέτει υπερβάλλον κεφάλαιο 1,4 δισ. για εξαγορές, η Εθνική έχει αντίστοιχα πλεόνασμα κεφαλαίου άνω των 2 δισ., η Eurobank διαθέτει «μαξιλάρι» κεφαλαίων 1,5 δισ., ενώ με υπερβάλλον κεφάλαιο βρίσκεται και η Πειραιώς που επιχειρεί να το αξιοποιήσει με την εξαγορά του 70% της Εθνικής Ασφαλιστικής που διαπραγματεύεται με το CVC. Με σειρά από τις πιο πρόσφατες ανακοινώσεις αποτελεσμάτων 2024, η κατάσταση ρευστότητας και κεφαλαιακής επάρκειας των τεσσάρων μεγάλων τραπεζών διαμορφώνεται ως εξής:
Εθνική Τράπεζα
Οι καταθέσεις σε επίπεδο Ομίλου παρέμειναν σε ανοδική τροχιά, αυξημένες κατά 0,5 δισ. σε ετήσια βάση, σε 57,6 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο 2024, αποτελώντας περίπου το 93% της συνολικής καθαρής χρηματοδότησης της Τράπεζας. Στην Ελλάδα, η αύξηση των καταθέσεων αποτυπώνει τις εισροές από πελάτες Λιανικής που αντιστάθμισαν τη στροφή των προθεσμιακών καταθέσεων προς αμοιβαία κεφάλαια, καθώς και τη μείωση των καταθέσεων Εταιρικής Τραπεζικής λόγω χρήσης κεφαλαίων κίνησης, ενώ το 80% των καταθέσεων της ΕΤΕ αποτελείται από λογαριασμούς όψεως και ταμιευτηρίου.
Το ισχυρό προφίλ ρευστότητας της Εθνικής Τράπεζας αποτυπώνεται επίσης στους δείκτες Κάλυψης Ρευστότητας (LCR) και Δανείων προς Καταθέσεις, οι οποίοι διαμορφώθηκαν σε 261% και 63% τον Δεκέμβριο 2024, αντίστοιχα. Τα καθαρά ταμειακά διαθέσιμα της Τράπεζας παρέμειναν υψηλά, υπερβαίνοντας τα 6 δισ. ευρώ, παρά την ισχυρή πιστωτική επέκταση, καθώς και την αύξηση των κεφαλαίων υπό διαχείριση και των χρεογράφων σταθερής απόδοσης.
Σε επίπεδο κεφαλαιακής επάρκειας, ο δείκτης βασικών εποπτικών κεφαλαίων CET1 διαμορφώθηκε σε 18,3%, ενισχυμένος κατά μισή ποσοστιαία μονάδα σε ετήσια βάση, απορροφώντας πρόβλεψη για διανομή 50% επί των κερδών του 2024, καθώς και την ισχυρή αύξηση των σταθμισμένων στοιχείων του Ενεργητικού λόγω της ενίσχυσης των δανείων. Ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας (CAD) ενισχύθηκε κατά μία ποσοστιαία μονάδα σε ετήσια βάση, σε 21,1%.
Alpha Bank
Οι καταθέσεις του Ομίλου αυξήθηκαν κατά 1,3 δισ. ευρώ σε τριμηνιαία βάση και διαμορφώθηκαν σε 51 δισ. ευρώ, προερχόμενες από την αύξηση καταθέσεων από νοικοκυριά καθώς και από επιχειρήσεις. Σε ετήσια βάση, οι καταθέσεις του Ομίλου αυξήθηκαν κατά 2,6 δισ. ή 5,3%. Οι εισροές καταθέσεων σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη αύξηση των υπό Διαχείριση Περιουσιακών Στοιχείων, ύψους 2,7 δισ. σε ετήσια βάση, συνετέλεσαν στην ενίσχυση των συνολικών κεφαλαίων πελατών κατά 5,3 δισ. ευρώ ή 8,2% το 2024. Το ποσοστό των προθεσμιακών καταθέσεων στην εγχώρια καταθετική βάση ανήλθε σε 26%.
Τον Δεκέμβριο 2024, η χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ανήλθε σε 2,6 δισ. μετά την πλήρη αποπληρωμή του Προγράμματος Στοχευμένων Πράξεων Μακροπρόθεσμης Αναχρηματοδότησης (TLTRO). Η ισχυρή ρευστότητα του Ομίλου αντικατοπτρίζεται στον Δείκτη Δανείων προς Καταθέσεις, ο οποίος ανήλθε σε 77%. Επιπλέον, ο δείκτης Κάλυψης Ρευστότητας (LCR) ανήλθε σε 200% από 190% το προηγούμενο τρίμηνο, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο σε σχέση με το εποπτικό όριο και τους στόχους της Διοίκησης.
Σε επίπεδο κεφαλαιακής επάρκειας, τα Κεφάλαια Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 με πλήρη εφαρμογή της Βασιλείας ΙΙΙ (FL CET1) ανήλθαν σε 4,9 δισ. ευρώ σε επίπεδο Ομίλου, ενώ ο αντίστοιχος Δείκτης (FL CET1) διαμορφώθηκε σε 16,5%. Λαμβάνοντας υπόψη τη θετική επίπτωση στα Σταθμισμένα για τον Κίνδυνο Στοιχεία του Ενεργητικού (RWAs), που εκτιμάται ότι θα προκύψει από τις προγραμματισμένες συναλλαγές Mη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων, ο Δείκτης Κεφαλαίων Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 με πλήρη εφαρμογή της Βασιλείας ΙΙΙ (FL CET1) ενισχύεται περαιτέρω και διαμορφώνεται στο 16,8%.
Eurobank
Οι καταθέσεις πελατών αυξήθηκαν οργανικά κατά 6,2 δισ. ευρώ το 2024. Τα συνολικά υπόλοιπα καταθέσεων διαμορφώθηκαν σε 78,6 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 43,3 δισ. στην Ελλάδα, 23,5 δισ. στην Κύπρο (15,7 δισ. Ελληνική Τράπεζα) και 8,8 δισ. στη Βουλγαρία.
Ο δείκτης χορηγήσεων προς καταθέσεις διαμορφώθηκε σε 64,8% και ο δείκτης κάλυψης ρευστότητας σε 188,2% το 2024. Τα υπό διαχείριση αμοιβαία κεφάλαια πελατών αυξήθηκαν κατά 38% σε ετήσια βάση και διαμορφώθηκαν σε 7,7 δισ. στο τέλος του 2024.
Επιπρόσθετα, το ενεργητικό και παθητικό των private banking πελατών ενισχύθηκε κατά 18% σε ετήσια βάση και ανήλθε σε 13,0 δισ. ευρώ. Η κεφαλαιακή επάρκεια διατηρήθηκε σε ισχυρά επίπεδα, με τον δείκτη συνολικής επάρκειας (CAD) και τον δείκτη κοινών μετοχών CET1 να διαμορφώνονται σε 18,5% και 15,7% αντίστοιχα.
Τράπεζα Πειραιώς
Οι καταθέσεις πελατών συνέχισαν να ενισχύονται και διαμορφώθηκαν σε 62,9 δισ. ευρώ στο τέλος Δεκεμβρίου 2024, αυξημένες κατά 4% σε τριμηνιαία βάση και κατά 6% ετησίως. Συνολικά, η διαφοροποιημένη και σταθερή δομή καταθέσεων του Ομίλου αποτελεί βασικό πλεονέκτημα, με τις καταθέσεις της ευρείας λιανικής βάσης να αποτελούν το 51% του συνόλου των καταθέσεων. Ενισχυμένος από τις ισχυρές ροές καταθέσεων, και παρά την πλήρη αποπληρωμή των τίτλων TLTRO, ο δείκτης κάλυψης ρευστότητας (LCR) της Τράπεζας Πειραιώς ανέρχεται σε 219%.
Ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας Common Equity Tier 1 (CET1) του Ομίλου διαμορφώθηκε στο 14,5% στο τέλος Δεκεμβρίου 2024, έναντι 14,7% το προηγούμενο τρίμηνο και 13,2% τον Δεκέμβριο 2023, κυρίως λόγω οργανικής δημιουργίας κεφαλαίου, ενώ περιλαμβάνεται πρόβλεψη για διανομή στους μετόχους 35%. Ο συνολικός δείκτης κεφαλαίων διαμορφώθηκε στο 19,7%, υψηλότερα από τις συνολικές κεφαλαιακές απαιτήσεις, αλλά και από τις εποπτικές κατευθύνσεις. Σε pro forma επίπεδο για την ελάφρυνση σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο στοιχείων ενεργητικού (RWA) από τις πωλήσεις NPE που θα ολοκληρωθούν την επόμενη περίοδο, καθώς και των ανακτηθέντων στοιχείων ενεργητικού που ταξινομήθηκαν ως διακρατούμενα προς πώληση, ο δείκτης CET1 διαμορφώθηκε στο 14,7% και ο συνολικός δείκτης κεφαλαίων στο 19,9%. Οι κεφαλαιακοί δείκτες ενσωματώνουν την απόσβεση DTC, η οποία προβλέπεται να επιταχυνθεί, με στόχο μηδενικό DTC το 2034.