Την ίδια στιγμή που διεθνείς οργανισμοί όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο συνιστούν αύξηση των δημοσίων επενδύσεων στις προηγμένες και αναδυόμενες οικονομίες για την ταχύτερη αναζωογόνηση της οικονομικής δραστηριότητας και αναχαίτηση των επιπτώσεων του κορονοϊού η Ελλάδα κινείται πολύ δειλά προς αυτή την κατεύθυνση.
Μόλις προ ημερών το ΔΝΤ στην έκθεση μεταμνημονιακής αξιολόγησής του για την Ελλάδα ανέφερε πως «η εκτέλεση των δημοσίων επενδύσεων θα πρέπει να ενισχυθεί ώστε να τονώσει την αποτελεσματικότητα της χρηματοδότησης του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης».
Χθες η Διεύθυνση Δημοσιονομικών Θεμάτων του ΔΝΤ επανήλθε με αντίστοιχες συστάσεις, αναφέροντας πως μια αύξηση των δημόσιων επενδύσεων κατά 1% του ΑΕΠ θα μπορούσε να ενισχύσει την εμπιστοσύνη στην ανάκαμψη της οικονομίας και να ενισχύσει το ΑΕΠ κατά 2,7%, να τονώσει τις ιδιωτικές επενδύσεις κατά 10% και να αυξήσει την απασχόληση κατά 1,2%.
Ως προϋποθέσεις για αυτό το ΔΝΤ θέτει το να είναι οι επενδύσεις υψηλής ποιότητας και το μέγεθος του δημόσιου και του ιδιωτικού χρέους να μην φρενάρει την ανταπόκριση του ιδιωτικού τομέα, κάτι που δυστυχώς ισχύει για την περίπτωση της Ελλάδος.
Η ίδια μελέτη του ΔΝΤ υποστηρίζει πως για κάθε 1 εκατομμύριο δολάρια που δαπανώνται για παραδοσιακές υποδομές μπορεί να δημιουργηθούν άμεσα από 2 έως 8 θέσεις εργασίας, ενώ εάν οι δημόσιες επενδύσεις κατευθυνθούν σε έρευνα και ανάπτυξη, πράσινη ηλεκτρική ενέργεια και αναβάθμιση κτηρίων τότε για κάθε 1 εκατομμύριο δημοσίας δαπάνης μπορεί να δημιουργηθούν από 5 έως 14 θέσεις εργασίας.
Παρά τις σχετικές παροτρύνσεις του ΔΝΤ και άλλων διεθνών οργανισμών η κυβέρνηση το 2021 μειώνει το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων αντί να το διατηρήσει στα υφιστάμενα υψηλά επίπεδα.
Ο αρχικός Προϋπολογισμός Δημοσίων Επενδύσεων του 2020 ανερχόταν σε 6 δισ. ευρώ για συγχρηματοδοτούμενα έργα και 750 εκατ. ευρώ για έργα χρηματοδοτούμενα αμιγώς από εθνικούς πόρους. Τον Μάιο του 2020 ψηφίστηκε συμπληρωματικός Προϋπολογισμός Δημοσίων Επενδύσεων, σύμφωνα με τον οποίο τα παραπάνω όρια δαπάνης αυξήθηκαν σε 7 δισ. ευρώ για το συγχρηματοδοτούμενο σκέλος και 1 δισ. ευρώ για το εθνικό σκέλος. Τελικά αποφασίσθηκε ο Προϋπολογισμός Δημοσίων Επενδύσεων να αυξηθεί στα 7,5 δισ. ευρώ για την υλοποίηση συγχρηματοδοτούμενων έργων και 2,021 δισ. ευρώ για έργα χρηματοδοτούμενα αμιγώς από εθνικούς πόρους, διαμορφώνοντας το συνολικό εκτιμώμενο όριο δαπάνης του ΠΔΕ σε 9,521 δισ. ευρώ.
Ωστόσο, αν και θα περίμενε κανείς πως το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων θα διατηρούταν και το 2021 στα ίδια επίπεδα, αυτό δεν συμβαίνει.
Σύμφωνα με το προσχέδιο του προϋπολογισμού 2021 που κατατέθηκε χθες στη Βουλή για το επόμενο έτος προβλέπεται η διάθεση πόρων ύψους 6,75 δισ. ευρώ, με κατανομή της συνολικής δαπάνης μεταξύ των έργων που θα συγχρηματοδοτηθούν από πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ύψους 6 δισ. ευρώ και εκείνων που θα χρηματοδοτηθούν αποκλειστικά από εθνικούς πόρους, ύψους 750 εκατ. ευρώ.
Σταθερή επιδίωξη για την υλοποίηση του συγχρηματοδοτούμενου σκέλους και για το 2021 παραμένει η απορρόφηση των πόρων, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η εισροή της αναλογούσας κοινοτικής συνδρομής. Στο πλαίσιο των δράσεων του ΕΣΠΑ ιδιαίτερη έμφαση δίδεται στους τομείς των μεγάλων έργων υποδομών (οδικά έργα, σιδηρόδρομοι, μετρό κ.λπ.), της επιχειρηματικότητας (κυρίως στους τομείς της μεταποίησης και του τουρισμού), της δημιουργίας απασχόλησης, της εκπαίδευσης και κατάρτισης, της υγείας και της πρόνοιας, των έργων για την προστασία του περιβάλλοντος, των έργων υποδομών των ΟΤΑ όλης της χώρας και των δράσεων για τη διοικητική μεταρρύθμιση.
Σε ό,τι αφορά το εθνικό σκέλος, χρηματοδοτούνται αναπτυξιακές δράσεις του Κράτους που δεν είναι επιλέξιμες σε συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα, αναπτυξιακές δράσεις της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, δράσεις ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής και της πολιτικής προστασίας, εξυπηρετούνται οι ανάγκες των επενδυτικών νόμων και καλύπτονται έκτακτες ανάγκες, όπως η αποκατάσταση ζημιών σε έργα υποδομής από σεισμούς, πυρκαγιές και άλλες φυσικές καταστροφές.
Διαβάστε επίσης: