Ως πρώτο μέτρο που θα εφαρμόσει στο πεδίο της οικονομίας ο Ντόναλντ Τραμπ αμέσως αφού ορκιστεί εκ νέου πρόεδρος των ΗΠΑ τον Ιανουάριο θα είναι η αύξηση των τελωνειακών δασμών (+25%) σε προϊόντα που εισάγονται στις ΗΠΑ από την Κίνα, αλλά και από το Μεξικό και τον Καναδά. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι αποφάσεις του βασίζονται στις κρίσεις της παράνομης μετανάστευσης και των οπιοειδών.
Στο άκουσμα της είδησης, το καναδικό δολάριο υποχώρησε σε χαμηλό τεσσάρων ετών, ενώ το μεξικανικό πέσο διαπραγματεύτηκε κοντά στο πιο αδύναμο επίπεδό του από το 2022. Το γιουάν της Κίνας διολισθαίνει επίσης έναντι του δολαρίου. Στα ταμπλό στο Χονγκ Κονγκ, o Hang Seng ενισχύεται κατά 0,49% και στην ηπειρωτική Κίνα, ο CSI 300 κερδίζει κατά 0,34%.
Οι δασμοί «θα παραμείνουν σε ισχύ ωσότου τα ναρκωτικά, ιδίως η φαιντανύλη, και όλοι οι παράνομοι μετανάστες σταματήσουν την εισβολή στη χώρα μας!», επεσήμανε ενώ προανήγγειλε επιπρόσθετο δασμό 10%, που θα προστεθεί σε προϋπάρχοντες σε «όλα» τα «πολυάριθμα προϊόντα που φθάνουν από την Κίνα στις ΗΠΑ.
Γενικά, υπάρχει η δυνατότητα επίκλησης λόγων εθνικής ασφαλείας για την παράκαμψη των κανόνων που ορίζει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου (ΠΟΕ), όμως τα κράτη μέλη του κατά κανόνα αποφεύγουν την καταφυγή σε αυτή την εξαίρεση, πόσο μάλλον τη μετατροπή της σε εργαλείο για τη διαμόρφωση εμπορικής πολιτικής.
Κλειδί της πολιτικής Τραμπ οι δασμοί
Η αύξηση των τελωνειακών δασμών, που ο κ. Τραμπ χαρακτήριζε συχνά κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του «όμορφες λέξεις» ή «αγαπημένη του έκφραση», προεξοφλούνταν για καιρό πως θα είναι από τα κλειδιά της μελλοντικής οικονομικής πολιτικής του εκλεγμένου προέδρου. Ο Ρεπουμπλικάνος δεν φοβάται την επανέναρξη των εμπορικών πολέμων, ειδικά με την Κίνα, που είχε πυροδοτήσει κατά την πρώτη του θητεία (2017-2021).
Την εποχή, δικαιολόγησε την επιλογή αυτή επικαλούμενος το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ έναντι της Κίνας και τις κινεζικές εμπορικές πρακτικές που χαρακτήριζε αθέμιτες, κατηγορώντας το Πεκίνο ιδίως για κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας. Η κινεζική κυβέρνηση είχε ανταποδώσει, επιβάλλοντας με τη σειρά της δασμούς που είχαν πλήξει ειδικά τον αμερικανικό αγροτικό τομέα. Η κυβέρνηση του Δημοκρατικού απερχόμενου προέδρου Τζο Μπάιντεν διατήρησε σε ισχύ ορισμένους δασμούς σε κινεζικά προϊόντα κι επέβαλε νέους, στοχοποιώντας συγκεκριμένα είδη.
Αντιδράσεις
«Κανένας δεν θα κερδίσει έναν εμπορικό πόλεμο», προειδοποίησε η κινεζική διπλωματία, αντιδρώντας στη χθεσινή αναγγελία του εκλεγμένου προέδρου των ΗΠΑ. «Η Κίνα πιστεύει πως η οικονομική και εμπορική συνεργασία της Κίνας και των ΗΠΑ είναι αμοιβαία επωφελής εκ φύσεως», πρόσθεσε σε γραπτή τοποθέτησή του ο εκπρόσωπος της κινεζικής πρεσβείας στην αμερικανική πρωτεύουσα, ο Λιου Πενγκγιού.
Από τη δική της πλευρά, η κυβέρνηση του καναδού πρωθυπουργού Τζάστιν Τριντό έκρινε χθες το βράδυ πως η σχέση των δυο χωρών είναι «ισορροπημένη και αμοιβαία επωφελής, πάνω απ’ όλα για τους αμερικανούς εργαζόμενους». Προτού θυμίσει, εν είδει προειδοποίησης, πως ο Καναδάς είναι «απόλυτα απαραίτητος για τον ενεργειακό εφοδιασμό» των ΗΠΑ.
Στη χώρα αυτή, το 75% των εξαγωγών της οποίας έχει προορισμό την αμερικανική αγορά, η είδηση προκάλεσε σοκ. Ο πρωθυπουργός της επαρχίας του Κεμπέκ Φρανσουά Λεγκό έκρινε πως εγείρεται «τεράστιος κίνδυνος» για την καναδική οικονομία. Ο ομόλογός του στην επαρχία της Βρετανικής Κολομβίας Ντέιβιντ Έμπι εκτίμησε πως «η Οτάβα πρέπει να απαντήσει με αποφασιστικότητα».
Το Μεξικό «δεν έχει κανέναν λόγο να ανησυχεί», προσπαθούσε να καθησυχάσει η πρόεδρος Κλαούδια Σέινμπαουμ την επομένη των εκλογών στις ΗΠΑ. Τις τρεις χώρες συνδέει, εδώ και τριάντα χρόνια, συμφωνία ελεύθερου εμπορίου, για την οποία υπήρξε επαναδιαπραγμάτευση, υπό την πίεση του Ντόναλντ Τραμπ, κατά την πρώτη του θητεία.