Τα διαθέσιμα στοιχεία για τα αποθέματα του ελληνικού δημοσίου καταγράφουν αυτές τις ημέρες διαθέσιμα ύψους 32,1 δισ. ευρώ, ήτοι περί το 10 – 12% του συνολικού χρέους του ελληνικού δημοσίου.
Πρόκειται για ένα αποθεματικό το οποίο ως ποσοστό του συνολικού χρέους υπερβαίνει τα αντίστοιχα ποσοστιαία διαθέσιμα αποθεματικά δύο οικονομιών – μη συγκρίσιμων με την Ελλάδα – οι οποίες είναι και από τις πολύ λίγες που διαθέτουν τέτοια αποθεματικά, τις ΗΠΑ και την Γερμανία.
Κάποια τέτοια στοιχεία αρχίζουν και επηρεάζουν πλέον τις επιλεκτικές κινήσεις αγοράς θεσμικών επενδυτών – ακόμα και συνταξιοδοτικών ταμείων – αυξάνοντας τις πιέσεις για ολοένα και μεγαλύτερες και μακράς διάρκειας εκδόσεις από τον ΟΔΔΗΧ/ΥΠΟΙΚ …
Πιέσεις στις οποίες το ΥΠΟΙΚ/ΟΔΔΗΧ για να ανταποκριθεί υποχρεώνεται να υιοθετεί «τεχνικές» οι οποίες …τετραγωνίζουν τον κύκλο, ήτοι αυξάνουν τις εκδόσεις χρέους χωρίς να αυξάνουν το χρέος.
Το πρόγραμμα που έχει ανακοινωθεί από τον ΟΔΔΗΧ και στο οποίο για πρώτη φορά καταγράφεται το σοβαρό ενδεχόμενο μιας κανονικής έκδοσης 30ετούς ομολόγου, (swap τριακονταετίας έχουν ήδη γίνει με ελληνικές τράπεζες), παραμένει σε πολύ χαμηλά επίπεδα ήτοι 8 με 12 δισ. ευρώ. Ποσό που δύσκολα …εντοπίζεται στις ευρωπαϊκές αγορές στις οποίες μόνο η Ιταλία θα εκδώσει ομόλογα, που θα αγγίζουν τα 400 δισ. ευρώ μέσα στο 2021, τα περισσότερα εκ των οποίων θα βγουν στην αγορά μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2021.
Χρονική συγκυρία στην οποία θα επιχειρήσουν να στριμωχθούν και οι ελληνικές εκδόσεις τίτλων χρέους.
Η φόρμουλα που στηρίζει την «μαγική συνταγή» του ΟΔΔΗΧ έχει να κάνει όχι μόνο με το γεγονός της ύπαρξης του υψηλού αποθεματικού, αλλά και με τον συνδυασμό δύο γεγονότων:
* Την διατήρηση τουλάχιστον μέχρι τον Μάρτιο του 2022 του προγράμματος αγορών της ΕΚΤ μέσω του PEPP, που σημαίνει την δυνατότητα αγορών από την ΕΚΤ ελληνικών ομολόγων σε ποσότητα μεγαλύτερη από εκείνη που είναι διαθέσιμη στην αγορά. Και η οποία οδηγεί σε περεταίρω συμπίεση των ήδη πολύ χαμηλών επιτοκίων.
* Την ήπια και σχετικά σιωπηρή αναδιάρθρωση του υπάρχοντος χρέους μέσω της αγοράς, ήτοι προεξόφληση ακριβού χρέους με χαμηλότερου κόστους και μεγαλύτερης διάρκειας από την αγορά, αναδιάταξη της σχέσης βραχυπρόθεσμου με μακροπρόθεσμο χρέος, swap βραχυμεσοπρόθεσμου ομολογιακού χρέους σε μακροπρόθεσμη διάρκεια, κ.λ.π.
Το περιβάλλον που διασφαλίζεται από την παρέμβαση της ΕΚΤ, επιτρέπει την εγχώρια πρωτοβουλία αναδιάρθρωσης του χρέους από τις αγορές.
Αυτό είναι το ένα σκέλος της «μαγικής συνταγής».
Το άλλο σκέλος που έχει εν δυνάμη «θεραπευτικές» συνέπειες για τα δημόσια οικονομικά του 2021, έτος που παραμένει όπως και το 2020 έρμαιο του συνδυασμού της πανδημίας και της ύφεσης, είναι ότι η ελαστικότητα της αναδιάρθρωσης αυτής επιτρέπει την αυξομείωση των δαπανών χρηματοδότησης του προϋπολογισμού μέσω αυτής της αναλογικής αυξομείωσης της αναδιάρθρωσης.
Με άλλα λόγια η προεξόφληση χρέους αυξομειούμενη μειώνει ή αυξάνει αντίστοιχα την δυνατότητα χρηματοδότησης των δημόσιων ταμείων, σε περίπτωση που οι εξελίξεις πανδημίας και ύφεσης οδηγήσουν σε μεγαλύτερες ανάγκες στήριξης της οικονομίας το Α ή και το Β εξάμηνο του 2021…
Ακόμα περισσότερο όμως, η τεχνικά συντηρούμενη αυξημένη ζήτηση για τα ελληνικά ομόλογα – τα μεγαλύτερης προς το παρόν απόδοσης στην Ευρωζώνη – εύκολα μπορεί να αυξήσει την διάθεση επιπλέον 3 – 4 δισ. ευρώ στις αγορές χωρίς αυτό να επηρεάσει ουσιαστικά το ύψος του ποσοστού του χρέους ως προς το ΑΕΠ.
Αυτοί και κάποιοι άλλοι παράγοντες ενεργού διαχείρισης του δημόσιου χρέους υποχρεώνουν διεθνείς επενδυτικές τράπεζες, όπως η JP Morgan να προδικάζουν βελτίωση της non investment grade διαβάθμισης των ελληνικών ομολόγων μέσα στο 2021 και να συνιστούν «αγορά»…