Πρόγραμμα Σταθερότητας με πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο μετά το 2023 - αφού προσμετρηθούν όλες οι εξαγγελίες της κυβέρνησης για φορολογικές και ασφαλιστικές ελαφρύνσεις – σχεδιάζει, σύμφωνα με πληροφορίες, να καταθέσει το υπουργείο Οικονομικών στις Βρυξέλλες την Πέμπτη. Αποσκοπεί στη μείωση των ελλειμμάτων το 2022 και στην επιστροφή σε πλεονάσματα από το 2023 λόγω της μείωσης των κρατικών δαπανών στα προ πανδημίας επίπεδα αλλά και ενός αναπτυξιακού «ελατηρίου» που θα έχει στο επίκεντρό του το Σχέδιο Ανάκαμψης των 332 δισ. το οποίο οριστικοποιείται με στόχο να σταλεί σήμερα, έως το βράδυ, στις Βρυξέλλες.
Όσον αφορά στον νέο πολυετή προϋπολογισμό 2021-2024, στηρίζεται σε μία σταδιακή δημοσιονομική εξυγίανση, η οποία εκτιμάται πως θα οδηγήσει σε μικρό έλλειμμα το 2022 και σε επιστροφή σε πλεονάσματα από το 2023, με την πρόβλεψη για πρόσθετο περιθώριο μέτρων ελάφρυνσης μετά το 2023, περιθώριο που έχει προσμετρήσει και τα μέτρα στήριξης που έχουν μέχρι στιγμής εξαγγελθεί.
Το σχέδιο επιχειρείται αυτές τις ημέρες να οριστικοποιηθεί από το Υπουργείο Οικονομικών. Με στόχο να κατατεθεί την Πέμπτη στις Βρυξέλλες, στο πλαίσιο της υποχρέωσης που έχουν όλα τα κράτη να στείλουν τα ανάλογα σχέδιά έως το τέλος του μήνα.
Φέτος, λόγω της πανδημίας, τα εν λόγω σχέδια έχουν ειδική σημασία: θα αποτιμηθεί η κατάσταση για να αρχίσει η συζήτηση ανά την ΕΕ περί δημοσιονομικών στόχων που θα τεθούν. Ειδικά στην Ελλάδα που λόγω χρέους και ενισχυμένης εποπτείας έχει ειδικό τρόπο παρακολούθησης.
Στον νέο αυτό προϋπολογισμό η Ελληνική πλευρά θα διατυπώσει τις θέσεις της (σ.σ. όπως τις συζήτησε όλο το προηγούμενο διάστημα και με τους θεσμούς που συμφώνησαν και για τις ανακοινώσεις των φοροελαφρύνσεων της προηγούμενης εβδομάδας).
Ωστόσο, όπως επισήμανε χθες ο υπουργός οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας σε συνέντευξή του στο insider.gr επισήμανε πως «δεν έχει τεθεί ούτε από τους θεσμούς αυτή τη στιγμή που μιλάμε ζήτημα συγκεκριμένων στόχων». Εξηγώντας πως «το Μάιο σε επίπεδο υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης θα συζητήσουμε για το δημοσιονομικό πλαίσιο του 2022, επανεκτιμώντας την κατάσταση όπως διαμορφώνεται στο υγειονομικό πεδίο για το 2021» με το πιο πιθανό σενάριο να υπάρχει μία δημοσιονομική ευελιξία και το 2022 και σταδιακή δημοσιονομική προσαρμογή και αξιολόγηση της κατάστασης του κάθε κράτος-μέλους για το 2023.
Ο ΥΠΟΙΚ παρουσίασε στο υπουργικό συμβούλιο χθες το μακροοικονομικό σενάριο του εν λόγω πολυετούς προϋπολογισμού. Ουσιαστικά βασίζεται στην τόνωση του ΑΕΠ έως το 6,2% το 2022 (όταν θα τεθεί σε πλήρη ισχύ το νέο ΕΣΠΑ, η νέα ΚΑΠ αλλά και το Σχέδιο Ανάκαμψης).
Το αναπτυξιακό αυτό ελατήριο αποτελεί και το πιο μεγάλο «στοίχημα» για την επιτυχία του Προγράμματος Σταθερότητας. Δηλαδή για να έρθει η δημοσιονομική προσαρμογή από τα επιπλέον έσοδα και εισόδημα που θα φέρει ανάπτυξη, αλλά και από την επιστροφή των δαπανών στα προηγούμενά τους επίπεδα με τη λογική της ολοκλήρωσης των μέτρων στήριξης από την Πανδημία.
Το σχέδιο Ανάκαμψης ολοκληρώνεται μέσα από συνεχείς συσκέψεις ανάμεσα στο κυβερνητικό επιτελείο (στο οποίο μετέχουν ο αναπληρωτής ΥΠΟΙΚ Θεόδωρος Σκυλακάκης, ο προϊστάμενος του Οικονομικού Γραφείου του Πρωθυπουργού Αλέξης Πατέλης, ο Πρόεδρο του ΣΟΕ Μιχάλης Αργυρού, ο Υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ Άκης Σκέρτσος και ο ΓΓ Δημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ Δημήτρης Σκάλκος), και στην Επιτροπή. Στο επίκεντρο είναι μία σειρά από προς οριστικοποίηση σημεία του Σχεδίου το οποίο από τις 2.000 σελίδες πλέον προσεγγίζει τις 3.000 όπως εξηγούν αρμόδιες πηγές.
Στόχος είναι να κατατεθεί έως σήμερα το Βράδυ για να διατηρηθεί η «ορμή» που υπάρχει αυτή τη στιγμή στο ελληνικό σχέδιο και να δοθεί προς διάφορες κατευθύνσεις το μήνυμα της ωριμότητας. Σημειώνεται πως προς το παρόν πρόταση έχει καταθέσει μόνο η Πορτογαλία.
Όπως ανέφερε ο ΥΠΟΙΚ Χρήστος Σταϊκούρας στο insider.gr τα πρώτα έργα τα οποία θα τρέξουν είναι το Ψηφιακό Μέρισμα (130 εκατ. ευρώ), το εξοικονομώ για επιχειρήσεις (250 εκατ.) και για τα νοικοκυριά (500 εκατ.) που αναμένονται από το Σεπτέμβριο, προγράμματα κατάρτισης του Υπουργείου Εργασίας και του ΟΑΕΔ και η δανειοδότηση επιχειρήσεων για επενδύσεις στο πλαίσιο της ψηφιακής και πράσινης μετάβασης με κόστος περί το 1 δισ. ευρώ το 2021.
Πηγές στην ΕΕ αναφέρουν πως το ελληνικό σχέδιο θεωρείται ως ένα από τα πιο ώριμα πανευρωπαϊκά, αλλά και ένα από τα σχέδια τα οποία έχουν υψηλό ποσοστό εξειδικευμένων έργων. Μετά την αποστολή η ελληνική πλευρά θα συνεχίσει τις διαβουλεύσεις, αφού η Επιτροπή στο περιθώριο των 2 μηνών που θα έχει για την έγκριση του σχεδίου μπορεί να προτείνει αλλαγές. Εν συνεχεία ακολουθεί η πολιτική έγκριση από το Συμβούλιο, ενώ πάντως παραμένει η μεγάλη εκκρεμότητα των ιδίων πόρων που καθιστά αβέβαιο το χρόνο έλευσης της προκαταβολής.