Τα στατιστικά στοιχεία για τους δείκτες τιμών καταναλωτή σε ΗΠΑ και Ευρώπη επιμένουν ότι οι πληθωριστικές πιέσεις έχουν αρχίσει. Οι κεντρικοί τραπεζίτες παρ’ όλα αυτά επιμένουν επίσης πως αυτή η πίεση είναι «προσωρινή» και διαβεβαιώνουν ότι η νομισματική πολιτική της ποσοτικής χαλάρωσης θα συνεχισθεί.
Το ερώτημα όμως που έχει αρχίσει να αναδύεται - και αποτυπώνεται σε δύο στοιχεία, στην άνοδο της τιμής του χρυσού και την υποτίμηση του δολαρίου έναντι των ισχυρών νομισμάτων - είναι το πόσο θα διαρκέσει αυτό το «προσωρινό» αν πραγματικά είναι έτσι.
Ήδη η BIS (Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών) σε πρόσφατη μελέτη της έχει εισάγει σαν ισχυρό και διαρκή παράγοντα στη διαμόρφωση του πληθωρισμού τις πληθωριστικές προσδοκίες. Και αυτές, σύμφωνα με τις μεταβολές που παρατηρούνται στις αποδόσεις των βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων ομολόγων φαίνεται να έχουν αποκτήσει πλέον όγκο και βάθος… Αλλά δεν είναι μόνο οι πληθωριστικές προσδοκίες. Η κατακόρυφη άνοδος των τιμών πρώτων υλών, η αύξηση των τιμών οικοδομικής ξυλείας, η άνοδος του κόστους μεταφορών και η μεγάλη άνοδος των τιμών παραγωγού σε ΗΠΑ και Κίνα, διαμορφώνουν ένα υπόβαθρο που φαίνεται να δείχνει διάρκεια για το 4,2% του ΔΤΚ του Απριλίου στις ΗΠΑ ή το 2% στη Γερμανία.
Ακόμα περισσότερο, σύμφωνα με τον πίνακα που παρατίθεται δύο βασικά στοιχεία εκείνο της τιμής της βενζίνης στα πρατήρια, όπως και τα είδη διατροφής ευρείας κατανάλωσης έχουν πάρει την ανιούσα και δεν διαφαίνεται το πως αυτή η τάση θα μπορούσε να ανατραπεί στο άμεσο μέλλον.
Με άλλα λόγια, το στοιχείο της «προσωρινότητας» που επικαλούνται οι κεντρικοί τραπεζίτες δεν φαίνεται να προκύπτει από πουθενά, πέρα από ένα περιθώριο προσαρμογής τιμών που ασφαλώς θα περιμένει κανείς όταν και εφόσον η οικονομία επιστρέψει σε ομαλή λειτουργία, ιδιαίτερα όσον αφορά τις διεθνείς συναλλαγές.
Ένα ουσιώδες στοιχείο επίσης επίδρασης στις πληθωριστικές τάσεις που αναπτύσσονται έχει να κάνει με τον νομισματικό πληθωρισμό που έχει παραχθεί από τις κεντρικές τράπεζες σε ΗΠΑ, Ευρώπη και Ασία. Κάτι που έχει τροφοδοτήσει ανεπανάληπτα επίπεδα τιμών στις χρηματιστηριακές αγορές, αλλά και στα επίπεδα χρέους, τόσο του κρατικού όσο και – κυρίως – του ιδιωτικού.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ένα ιδιαίτερο κομμάτι «χρέους», αυτό που κρύβεται πίσω από τις εξωχρηματιστηριακές (OTC) συναλλαγές της αγοράς παραγώγων έχει εκτοξευθεί σε πρωτοφανή επίπεδα.
Σύμφωνα με τα τελευταία δημοσιευμένα στοιχεία της BIS, «η ακαθάριστη αγοραία αξία των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων (OTC) αυξήθηκε κατά 300 δισεκατομμύρια δολάρια σε 15,8 τρισεκατομμύρια δολάρια κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2020, με αποτέλεσμα την αύξηση των παραγώγων συναλλάγματος (FX)».
H ακραία αυτή αύξηση αποδίδεται στη σημαντική υποτίμηση του δολαρίου ΗΠΑ έναντι των μεγάλων νομισμάτων, η οποία βέβαια όπως και τη δεκαετία του 70 εκφράσθηκε στην άνοδο των τιμών προϊόντων και υπηρεσιών.
Όπως αναφέρεται στην ίδια Έκθεση, με τίτλο «OTC derivatives statistics at end-December 2020», η ακαθάριστη πιστωτική έκθεση των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων «αυξήθηκε κατά 160 δισεκατομμύρια δολάρια κατά το εξάμηνο του 2020, φτάνοντας τα 3,4 τρισεκατομμύρια δολάρια».
Αντίστοιχα, τα «παράγωγα που συνδέονται με μετοχές, τα οποία είναι δημοφιλή για επενδυτές που αναζητούν έκθεση σε μετοχές των ΗΠΑ, μετατοπίζονται προς βραχυπρόθεσμα μέσα. Το επιτόκιο εκκαθάρισης για πιστωτικά παράγωγα συνέχισε να αυξάνεται, ενώ το επιτόκιο για παράγωγα επιτοκίου φαίνεται να έχει οροφή…».
Την ίδια στιγμή ο συνολικός αριθμός των διαφόρων κρυπτονομισμάτων που κυκλοφορούν έχει αγγίξει σε τρέχουσα δολαριακή αποτίμηση τα 2,4 τρισ. δολ, ήτοι σύμφωνα με την WSJ που παρουσιάζει τα σχετικά στοιχεία, σχεδόν όση και η κυκλοφορία του δολαρίου!
Καθώς αυτή η πραγματικότητα του νομισματικού αλλά και του πραγματικού πληθωρισμού τιμών έρχεται πλέον στο προσκήνιο, η ανάδυση ή για την ακρίβεια η ανατίμηση σε δολάριο του χρυσού, έρχεται σαν φυσικό επακόλουθο με την χρηματιστηριακή τιμή του να ξεπερνά και πάλι τα 1.830 δολ.
Η ασυγκράτητη εξέλιξη του νομισματικού πληθωρισμού με τα επιτόκια να παραμένουν σε μηδενικά επίπεδα, τροφοδοτεί όλων των ειδών τις «φούσκες» μαζί βέβαια και εκείνη των κρυπτονομισμάτων, των οποίων η «τιμή» δεν συνδέεται πουθενά και με οποιοδήποτε τρόπο ούτε με κάποια επιτοκιακή ή μετοχική «απόδοση», ούτε με την ύπαρξη κάποιου είδους εμπορεύματος ή υπηρεσίας.
Από τη στιγμή όμως που δίπλα στον νομισματικό πληθωρισμό έχει αρχίσει έχει αρχίσει να αναδύεται και πληθωρισμός τιμών καταναλωτή σε προϊόντα και υπηρεσίες, αρχίζει αναγκαστικά να αλλάζει η συμπεριφορά των θεσμικών επενδυτών στις αγορές ομολόγων, μετοχών και πολύτιμων μετάλλων. Αυτή η τάση θέτει σε αμφισβήτηση την δυνατότητα των κεντρικών τραπεζών να διατηρήσουν την ίδια γραμμή με ατέρμονα QE και μηδενικά επιτόκια, ήτοι τις γραμμές χρηματοδότησης αγορών υψηλού κινδύνου...
Και τότε τα κρυπτονομίσματα θα πρέπει να αποδείξουν τις «αντοχές» τους ή να επιστρέψουν στο χρηματοπιστωτικό τεχνολογικό κρυπτο-σύμπαν από το οποίο αναδύθηκαν.