Όταν εμφανίσθηκαν τα εμβόλια και άρχισε η εμβολιαστική καμπάνια, κανείς δεν φανταζόταν ότι ένα χρόνο μετά, η οικονομία θα χρειαζόταν να ξαναδοκιμαστεί από την πανδημία. Και μάλιστα σε ένα περιβάλλον επιβαρυμένο από τον πληθωρισμό και την ύφεση.
Κεντρικές Τράπεζες και κυβερνήσεις αναγνωρίζουν πλέον ότι η αναπτυξιακή έκρηξη του α' εξαμήνου του 2021, που τροφοδοτήθηκε από την επέκταση της εμβολιαστικής καμπάνιας στα τέλη του 2020 και στις αρχές του 2021, έχει αρχίσει να χάνει... στροφές στο δεύτερο εξάμηνο του 2021 και θα κινηθεί πολύ πιο συγκρατημένα το 2022. Εκείνο που έρχεται να δυσκολέψει ακόμα περισσότερο τις προβλέψεις είναι η διπλή επιδείνωση της Πανδημίας και του Πληθωρισμού.
Όπως φαίνεται στο παρατιθέμενο διάγραμμα αυξάνεται ραγδαία το ποσοστό των κρουσμάτων στην Ευρώπη (αλλά και στις ΗΠΑ) ανανεώνοντας τις επιφυλάξεις για το άνοιγμα της οικονομικής δραστηριότητας. Ήδη, σε σημαντικές κεντροευρωπαϊκές οικονομίες αναβιώνει η τακτική των lockdown είτε σε γεωγραφική κλίμακα είτε σε ειδικές πληθυσμιακές ομάδες (ανεμβολίαστοι).
Το σημαντικότερο ίσως στοιχείο που εμφανίζεται είναι ότι όπως δείχνουν οι στατιστικές των κρουσμάτων στη Γερμανία, η αύξηση των εισαγωγών στα νοσοκομεία δεν αφορά μόνο ανεμβολίαστους αλλά και εμβολιασμένους. Μάλιστα, καταγράφεται μία αύξηση εισαγωγών και των εμβολιασμένων στα νοσοκομεία σε σχέση με τους προηγούμενους μήνες.
Η διαφορά βέβαια θανατηφόρων κρουσμάτων μεταξύ εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων είναι ενδεικτική της υψηλής μέχρι σήμερα αποτελεσματικότητας των εμβολίων.
Παρ’ όλα αυτά η αύξηση των εισαγωγών εμβολιασμένων στα νοσοκομεία προβληματίζει πολύ σοβαρά. Οι εξηγήσεις που έχουν δοθεί αφορούν στην σταδιακή εξασθένηση των εμβολίων και έτσι στην ανάγκη εντατικοποίησης του τρίτου κύματος εμβολιασμού με την ενισχυτική δόση.
Ο συνδυασμός της επιστροφής της πανδημίας και των πιθανών νέων μεταλλάξεων, με τη συνεχιζόμενη αυξητική τάση των πληθωριστικών πιέσεων, σε ένα διεθνές περιβάλλον όπου οι ανισορροπίες στις ανεφοδιαστικές αλυσίδες θα συνεχισθούν, τουλάχιστον για 1,5 – 2 χρόνια ακόμα, αυξάνει τις πιέσεις στις οικονομίες για το 2022, πολύ περισσότερο από ότι αρχικά είχε προβλεφθεί.