Είκοσι χρόνια μετά την «γέννησή» του το ευρώ είναι πια το δεύτερο ισχυρότερο νόμισμα στον πλανήτη; Στο ερώτημα αυτό οι Υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης στο γύρισμα του χρόνου από το 2021 στο 2022, επιχείρησαν με ένα «συλλογικό» άρθρο να δώσουν μία αισιόδοξη και θετική απάντηση.
Μια προσεκτική ματιά όμως θα μπορούσε να αναδείξει σ’ αυτή την κρίσιμη αναμφίβολα 20ετία αρκετά σημεία – που απέφυγαν να αγγίξουν οι ΥΠΟΙΚ της Ευρωζώνης - με μεγάλα ερωτηματικά, όσο αφορά την φύση, τον τρόπο ύπαρξης και τις αντοχές του Ευρώ.
Όχι για να αμφισβητήσει κανείς το μέλλον του, αλλά για να καταλάβει καλύτερα την τρέχουσα κατάσταση της «μήτρας» από την οποία αναδύθηκε.
Αναμφίβολα η απόφαση για την δημιουργία του ευρώ στόχευε να πετύχει ένα πολιτικό στόχο μέσα από την οικονομία.
Η ενοποίηση της Ευρώπης ήταν ο ορίζοντας μέσα στον οποίο οριστικοποιήθηκε η Συμφωνία του Μάαστριχτ το 1992 και οδήγησε στην απόφαση της δημιουργίας του ενιαίου λογιστικού νομίσματος το 1999 ως Ecu και της κυκλοφορίας του σε φυσική μορφή το 2002.
Το οικονομικο-πολιτικό αναπάντεχο εφαλτήριο αυτής της απόφασης ήταν η κατάρρευση της ΕΣΣΔ το 1989 – 91, η πτώση του Τοίχους του Βερολίνου, η «ενοποίηση» της Γερμανίας. Και η αποκάλυψη έτσι ενός απρόσμενου, αλλά φαινομενικά διαθέσιμου τότε «ζωτικού χώρου» στην ανατολική Ευρώπη…
Η υπέρβαση της εσωτερικής διαφορετικότητας της Ε.Ε. υποτάχθηκε στην καμπάνια της περιβόητης «Σύγκλισης» και το ευρώ επρόκειτο να είναι το βασικό εργαλείο αυτής της υπέρβασης.
Η πρώτη ισχυρή κρίση, αυτή του 2008 – 2010, με την Ελλάδα σαν σημείο αναφοράς έφερε στην επιφάνεια, ότι η περιβόητη «Σύγκλιση» όχι μόνο δεν είχε μπει στην διαδικασία υπέρβασής της τα χρόνια που προηγήθηκαν, αλλά αντίθετα, στην νομική και οικονομική ισονομία της Ε.Ε. κάποιοι ήταν περισσότερο «ίσοι» από τους άλλους.
Και η Ευρώπη του ευρώ χωρίσθηκε στην Ευρωζώνη και στα …PIGS, με την Ελλάδα να αποτελεί το πρώτο θύμα της ευρωπαϊκής Προκρούστιας Κλίνης.
Κανείς δεν αμφιβάλει ότι η Ελλάδα δημοσιονομικά δεν ήταν στα αυστηρά όρια των προϋποθέσεων του Ευρώ όταν μπήκε σ’ αυτό με ένα χρόνο καθυστέρηση. Αλλά αυτό ήταν σε γνώση όλων, όπως και οι γεωπολιτικοί λόγοι που οδήγησαν στην αποδοχή αυτή.
Αλλά αυτή η ανετοιμότητα δεν αφορούσε μόνο την Ελλάδα.
Και αυτό φάνηκε μόλις ένα δύο χρόνια μετά το πρώτο μνημόνιο στην Ελλάδα, όταν ο Μάριο Ντράγκι περισσότερο ως πολιτικός και λιγότερο ως κεντρικός τραπεζίτης, έκανε την περίφημη δήλωση ότι η Ευρωζώνη θα κάνει ότι και αν χρειασθεί για να σώσει το ευρώ (“Whatever it Takes”). Το ευρώ δεν κινδύνευε ασφαλώς από την «περιχαρακωμένη» και «αποστειρωμένη» κατάσταση της Ελλάδας, αλλά από την κρίση του χρέους σε μία σειρά μεγάλες οικονομίες της Ευρώπης μεταξύ των οποίων η Ιταλία, η Γαλλία και το Βέλγιο, πέρα από την Πορτογαλία και την Ισπανία.
Το ευρώ με την δήλωση του Μάριο Ντράγκι το 2012, έπαψε πλέον να είναι αυτό που ήταν την προηγούμενη ημέρα. Έγινε το νόμισμα που οι πολιτικοί και οικονομικοί ηγέτες της Ευρωζώνης, δήλωναν ότι θα υπερβούν οποιοδήποτε νομισματικό, δημοσιονομικό και …πολιτικό κανόνα των Συμφώνων μέσα από τα οποία «γεννήθηκε» η Ε.Ε. και η Ευρωζώνη για να το διατηρήσουν στο διεθνές νομισματικό σύστημα.
Ήταν το πρώτο «άγραφο» συμβόλαιο της Ευρωζώνης με τις αγορές. Και το πρώτο «παιδί» αυτής της Συμφωνίας, ήταν η δημιουργία από τον Μάριο Ντράγκι ως επικεφαλής της ΕΚΤ μερικούς μήνες αργότερα, του πρώτου ευρωπαϊκού QE (στα βήματα της Fed). Ήτοι το προγράμματος με το οποίο το συμβόλαιο του «Whatever it Takes» θα έμπαινε σε λειτουργία αν χρειαζόταν, για να σώσει όποια από τις διαφορετικές ευρω-οικονομίες το χρειαζόταν.
Και όλα αυτά την ίδια στιγμή που η Ευρωζώνη, εφάρμοζε κυνικά και κατ’ εξαίρεση στην μικρή και οικονομικά αδύναμη να αντιδράσει Ελλάδα, ένα από τα πλέον σκληρά και κοινωνικά οδυνηρά προγράμματα δημοσιονομικής πειθαρχίας που γνώρισε η Ευρώπη μεταπολεμικά.
Το πρόβλημα για το ευρώ το «έλυσε» προσωρινά για όλους τους μεγάλους της Ευρωζώνης ο Ντράγκι με το Whatever it takes, αλλά για την Ελλάδα το «πείραμα» που αφορούσε το μέλλον της συνεχιζόταν με το δεύτερο και το τρίτο μνημόνιο, σε μία Ευρώπη που είχε τινάξει στον αέρα το βασικό της ιδεολόγημα περί αλληλεγγύης και σύγκλισης…
Το ευρώ αναμφίβολα παρέμεινε μέσα από τις διαδικασίες αυτές και την στροφή των 180 μοιρών της ΕΚΤ, από την νομισματική αυστηρότητα στην νομισματική χαλάρωση, σαν το δεύτερο ισχυρότερο νόμισμα του πλανήτη.
Η εκρηκτική νομισματική επέκταση και η αποδοχή της από τις αγορές, όταν αργότερα η ΕΚΤ χρειάσθηκε να βάλει μπροστά το QE του Μάριο Ντράγκι, παρά τις αντιδράσεις των γερακιών της Βόρειας Ευρώπης, επιβεβαίωσε την ισχυρή θέση του ευρώ και το κράτησε στην δεύτερη ισχυρότερη θέση μετά το δολάριο.
Όμως η εσωτερική σε «εθνικά» πλαίσια οικονομική ανισορροπία της Ευρωζώνης δεν έχει ξεπερασθεί, αντίθετα έχει διευρυνθεί.
Αυτό που ξεπεράσθηκε ήταν το όριο εκείνο που οι αγορές αναγνώρισαν το ευρώ ως “To big to fail” παρά τις ανισορροπίες και το τεράστιο δημοσιονομικό και ιδιωτικό της χρέος.
Δεν επρόκειτο πλέον για το «χρέος της Ελλάδας», αλλά για τα χρέος των ισχυρότερων οικονομιών της Ευρώπης, μερικές από τις οποίες ήταν και παραμένουν μέσα στην πρώτη δεκάδα των ισχυρών σε πλανητική κλίμακα.
Η πανδημία ήρθε με τέτοια βιαιότητα την άνοιξη του 2020, που υποχρέωσε την ΕΚΤ και τα ισχυρά εθνικά πολιτικά επιτελεία πίσω από αυτή, να δρομολογήσουν ακόμα πιο «παραβατικά» για το καταστατικό της ΕΚΤ εργαλεία, επιβεβαιώνοντας στις αγορές ότι το "Whatever It Takes του Μάριο Ντράγκι είναι ακόμα σε ισχύ.
Αυτή την φορά «γεννήθηκε» το PEPP για να σώσει το ευρώ.
Ή μάλλον για την ακρίβεια, για να σώσει τις οικονομίες της Ευρώπης από το χρεοστάσιο και έτσι να σωθεί το ευρώ.
Το ίδιο άλλωστε έκαναν όλες οι χώρες με τις κεντρικές τράπεζες και τα νομίσματά τους με πρώτη την Fed στις ΗΠΑ.
Με την ενεργοποίηση του PEPP, δεν υπάρχει καταστατικός περιορισμός της ΕΚΤ που να μην έχει …παραμερισθεί.
Παρ’ όλα αυτά ακόμα και οι «σκληροί» Γερμανοί υποχρεώθηκαν να το αποδεχθούν και να λειτουργήσουν μέσα σ’ αυτό.
Και με μεγάλη ανάληψη ρίσκου. Για παράδειγμα με το κλείσιμο του 2021, μέσα από το σύστημα εσωτερικού διακανονισμού και εκκαθάρισης του Ευρωσυστήματος, το Target 2, η Ιταλία και η Ισπανία εμφανίζονται να «οφείλουν» μέσα από τις αγορές του PEPP περίπου 500 δισ. ευρώ η κάθε μία στην Bundesbank, δηλαδή στην Γερμανία…
Σήμερα όμως, με το πέρασμα στο 2022, ήτοι 20 χρόνια μετά την κυκλοφορία του ευρώ και 30 χρόνια μετά την Συμφωνία του Μάαστριχτ, το δημόσιο χρέος στην Ευρωζώνη έχει αγγίξει το 100% του ΑΕΠ.
Την ημέρα της υπογραφής της Συμφωνίας του Μάαστριχτ τον Νοέμβρη του 1992 το όριο αυτό βρισκόταν στο 60% του ΑΕΠ..
Η Ευρωζώνη σήμερα … μελετάει σαν λύση απέναντι στα αδιέξοδά της να «βαφτίσει» ως νόμιμο το όριο του χρέους στο 100%. Εκείνο δηλαδή που το 1992, όταν η ίδια ετοίμαζε το Ευρώ, ήταν «απαγορευμένος καρπός»… Άλλη μία προσπάθεια να εφαρμοσθεί το whatever it takes – μέσω της αναθεώρησης του Συμφώνου Σταθερότητας - προκειμένου να νομιμοποιηθεί η θέση του ευρώ στις διεθνείς αγορές…
Αν και από ότι φαίνεται, μετά την τελευταία δήλωση του αρμόδιου Επιτρόπου της Κομισιόν κ. Τζεντιλόνι, στο τραπέζι βρίσκεται και μία άλλη εναλλακτική εκδοχή του whatever it takes.
Μία λύση που λέει ότι δεν θα είναι ίσως χρήσιμο να υπάρχει μία κοινή βάση εκτίμησης για το δημόσιο χρέος, αλλά μία ala carte.
Ήτοι για κάθε οικονομία της Ευρωζώνης η «δημοσιονομική νομιμότητά» της θα είναι ίσως χρήσιμο όσο αφορά το χρέος να είναι διαφορετική και όχι ενιαία.
Ίσως να πρόκειται και για την πιο επικίνδυνη «ιδέα» που έχει πέσει ποτέ στο τραπέζι της Κομισιόν, αν σκεφτεί κανείς και την αντίστοιχη αντίδραση των αγορών…
Εκτός και αν η «ιδέα» του κ. Τζεντιλόνι είναι απλώς ο …λαγός για την προκήρυξη της διαδικασίας εισόδου της Ε.Ε. στην Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων, προς δόξα του κ. Σόιμπλε.
Αλλά τότε – αν ισχύσει κάτι τέτοιο - θα πρέπει να ετοιμαζόμαστε και για το ευρώ δύο ταχυτήτων, ένα για τους «ισχυρούς» και ένα για τους «φτωχούς» της κατά τα άλλα …Ενωμένης Ευρώπης.
Το ευρώ αυτά τα 20 χρόνια έχει περάσει μέσα από πολλές ανατροπές για να επιβιώσει. Και κατά πως φαίνεται αυτές οι ανατροπές δεν έχουν τελειώσει ακόμα.