Ερωτηματικά στην ΤτΕ για την αντιπληθωριστική αποτελεσματικότητα του κυβερνητικού πακέτου μέτρων

Γιάννης Αγγέλης
Viber Whatsapp
Μοιράσου το
Ερωτηματικά στην ΤτΕ για την αντιπληθωριστική αποτελεσματικότητα του κυβερνητικού πακέτου μέτρων
Προβληματισμός για τα μέσα ανακοπής της διάχυσης των πληθωριστικών πιέσεων και της αβεβαιότητας. 

Τι κάνει κάποιος για να αντιμετωπίσει τον πληθωρισμό, όταν δεν έχει τον έλεγχο της νομισματικής πολιτικής; «Όχι πάντως αυτό που αποπνέει το πακέτο μέτρων που ανακοινώθηκε από το ΥΠΟΙΚ…».

Το σχόλιο προέρχεται από επιτελικό στέλεχος της ΤτΕ και συνοδεύεται από ισχυρή ανησυχία για τις σοβαρές συνέπειες μίας λάθος επιλογής στην τρέχουσα συγκυρία.

Όπως διευκρινίζεται στο insider.gr που ζήτησε μια συνολική εκτίμηση για το πλαίσιο των πολιτικών αναχαίτισης των πληθωριστικών πιέσεων στις παρούσες συνθήκες από τον παράγοντα της ΤτΕ, «ένα σοκ από την πλευρά της προσφοράς, όπως αυτό που αντιμετωπίζεται διεθνώς και στην εγχώρια οικονομία, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί κυρίως από τη δημοσιονομική πολιτική. Στο επίπεδο αυτό η στόχευση της δημοσιονομικής πολιτικής για να προστατεύσει την οικονομία, θα πρέπει να αποσκοπεί στην αμεσότητα του περιορισμού της μετάδοσης των αυξήσεων των τιμών της ενέργειας στα καταναλωτικά αγαθά και στην κατά το δυνατόν αποκατάσταση της απώλειας του διαθέσιμου εισοδήματος...».

Ήτοι στον περιορισμό των έμμεσων και ειδικών φόρων, ένα δημοσιονομικό χώρο που το δημόσιο έχει την δυνατότητα παρέμβασης πριν οι πληθωριστικές πιέσεις διοχετευθούν σε μη ελεγχόμενες περιοχές.

Στην ίδια λογική, ήτοι στην προσπάθεια περιορισμού της διάχυσης του πληθωρισμού και την στήριξη της καταναλωτικής δαπάνης με στόχο την στήριξη του ρυθμού ανάκαμψης της οικονομίας, πρέπει να κινηθεί – σύμφωνα με την άποψη αυτή - και η υποστήριξη της αγοραστικής δύναμης του διαθέσιμου εισοδήματος, ειδικά των εισοδημάτων που οδηγούνται στο σύνολό τους στην κατανάλωση...

Η συζήτηση στην ΕΚΤ

Η συζήτηση αυτή όπως αναφέρεται αρμοδίως έχει ήδη ξεδιπλωθεί στο εσωτερικό των Κεντρικών Τραπεζών στην Ευρωζώνη στο πλαίσιο της αναγνώρισης ότι οι αποφάσεις νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ παραμένουν αλληλένδετες με εκείνες της δημοσιονομικής πολιτικής που δρομολογούνται στην τρέχουσα συγκυρία.

Χαρακτηριστικό αυτού του προβληματισμού είναι ότι η επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ μιλώντας προχθές σε συνέδριο για την πολιτική της ΕΚΤ υποστήριξε ότι «μπροστά σε ένα νέο σοκ στην προσφορά, το βασικό ερώτημα για τη νομισματική πολιτική είναι εάν η επίδραση του σοκ στον πληθωρισμό είναι πιθανό να διατηρηθεί και να γίνει επίμονη. Υπάρχουν αρκετές σκέψεις που πρέπει να λάβουμε υπόψη στην παρούσα κατάσταση. Πρώτον, επειδή αυτό το σοκ πλήττει την οικονομία σε μια εποχή που ο πληθωρισμός είναι ήδη υψηλός, ο κίνδυνος να περάσει αυτός στις «προσδοκίες» για τον μελλοντικό πληθωρισμό είναι μεγαλύτερος. Από την έρευνα γνωρίζουμε ότι οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό των νοικοκυριών επηρεάζονται έντονα από τις τιμές των αγαθών που αγοράζουν συχνά, συνήθως καυσίμων και τροφίμων...» εξ ου και η αμεσότητα της ανάγκης να ανακοπεί έγκαιρα.

Δεύτερον, σύμφωνα με την κα Λαγκάρντ, ο πόλεμος μπορεί να θέσει σε κίνηση νέες πληθωριστικές τάσεις που απαιτούν περισσότερο χρόνο για να εμφανισθούν». Από το ξέσπασμα της πανδημίας «έχουμε συζητήσει πολύ πάνω στο γεγονός ότι βρισκόμαστε σε μία δομική ρήξη στο καθεστώς του πληθωρισμού που έχει προκληθεί από την από-παγκοσμιοποίηση και την μετάβαση στην πράσινη ενέργεια...».

Παρωχημένες προβλέψεις

Στο ίδιο συνέδριο ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Ιταλίας Ιγνάτιο Βίσκο, επισήμανε την ανάγκη του de facto συντονισμού μεταξύ δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής.

«Πιστεύω» είπε «ότι εάν η δημοσιονομική πολιτική είναι αποτελεσματική στον μετριασμό των επιπτώσεων στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις από το απίστευτο άλμα των τιμών της ενέργειας και εάν η νομισματική πολιτική προχωρήσει προσεκτικά... μπορούμε να συνεχίσουμε με επιτυχία τη σταδιακή εξομάλυνση της κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής μας που ξεκίνησε στα τέλη του περασμένου έτους».

Στο συνέδριο τόσο η Λαγκάρντ όσο και ο Βίσκο παραδέχθηκαν ότι οι νέες μακροοικονομικές προβλέψεις του υπηρεσιών της ΕΚΤ που δημοσιεύθηκαν την περασμένη εβδομάδα (και οι οποίες προβλέπουν επιβράδυνση της αύξησης του ΑΕΠ το 2022 σε 3,7% και άλμα του πληθωρισμού στο 5,1%), είναι ήδη παρωχημένες. Η κατάσταση έχει σαφώς επιδεινωθεί.

Μιλώντας για τις συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία, ο Βίσκο παραδέχθηκε πως «κοιτάζοντας πέρα από τη βραχυπρόθεσμη αστάθεια των τιμών πετρελαίου και φυσικού αερίου, οι διακυμάνσεις των οποίων ακολουθούν την εξέλιξη της σύγκρουσης και των διπλωματικών προσπαθειών, υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι οι προβλέψεις αυτές ήταν ήδη παρωχημένες.

Είναι σαφές ότι τα νοικοκυριά θα πληγούν σκληρά από το σοκ των τιμών της ενέργειας (και των τροφίμων), ιδιαίτερα εκείνων που βρίσκονται σε χαμηλότερες εισοδηματικές κλιμακώσεις, με μεγαλύτερη τάση κατανάλωσης και χαμηλότερα αποθέματα αποταμίευσης».

Χαρακτηριστικό της αβεβαιότητας με την οποία στην ΕΚΤ αντιμετωπίζουν τις εξελίξεις είναι η παραδοχή του Ιγνάτζιο Βίσκο ότι υπό τις παρούσες συνθήκες, η επικέντρωση στην ανάλυση σεναρίων είναι μια πιο χρήσιμη και σοφότερη προσέγγιση από την εξάρτηση από συγκεκριμένες προβλέψεις.

«Ο πόλεμος» είπε κλείνοντας την παρέμβασή του ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Ιταλίας, «αυξάνει επίσης σημαντικά τους κινδύνους που θα μπορούσαν να εμφανισθούν. Αναφέρομαι κυρίως στην ανησυχητική πιθανότητα ελλείψεων φυσικού αερίου που θα μπορούσαν να ωθήσουν περαιτέρω τις τιμές της ενέργειας ή να μας αναγκάσουν να διανέμουμε με δελτίο το φυσικό αέριο και την ηλεκτρική ενέργεια με επιπτώσεις στην παραγωγή...».

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

gazzetta
gazzetta reader insider insider