Η Fed και ο επικεφαλής της Τζ. Πάουελ χθες δεν άφησε κανένα περιθώριο στην... ΕΚΤ. Αν η Ευρωζώνη έχει σκοπό να στηρίξει το Ευρώ σαν ένα ισχυρό νόμισμα στο πλάι του δολαρίου πρέπει να ακολουθήσει στις μεγάλες αυξήσεις επιτοκίων. Και να βυθίσει την Ευρωζώνη στην ύφεση.
Δέκα κεντρικοί τραπεζίτες μέλη του ΔΣ της ΕΚΤ που συμμετέχουν στο συνέδριο της Κεντρικής Τράπεζας της Λετονίας δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για παρεξηγήσεις... Χαρακτηριστικός και ο τρόπος με τον οποίο τοποθετήθηκε η κα Λαγκάρντ η οποία ξεκαθάρισε ότι... θα χρειαστεί περισσότερη ύφεση για να αναχαιτιστεί ο πληθωρισμός που εξάγει η Fed μέσω της ανατίμησης του δολαρίου.
Όπως υποστήριξε «μπορεί να συμβεί, αν και δεν είναι ακόμα το βασικό μας σενάριο αυτό, μεταξύ του τέλους του 2022 και των αρχών του 2023 να εμφανιστεί μία... ελαφρά ύφεση». Για να ξεκαθαρίσει αμέσως τι εννοεί: «Όμως δεν πιστεύουμε, ότι (σ.σ. αυτή η ύφεση) θα είναι ικανή να αναχαιτίσει τον πληθωρισμό... Και κατά συνέπεια δεν μπορούμε να αφήσουμε απλά τα πράγματα να εξελιχθούν από μόνα τους...».
Τι θα ακολουθήσει; Νέες αυξήσεις επιτοκίων, ιδιαίτερα μετά το επίπεδο επιτοκίων (3,75% - 4%) που στηρίζει το δολάριο και ακόμα περισσότερο επίσπευση της μείωσης του ισολογισμού των 5 τρισ. ομολόγων που κατέχει η ΕΚΤ μέσω του PEPP και του APP.
Η πραγματική «είδηση» που φαίνεται να βγαίνει στο περιθώριο του συνεδρίου στην Λετονία είναι η συγκλίνουσες πλέον απόψεις για τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν στο θέμα της επανεπένδυσης των λήξεων των δύο αυτών προγραμμάτων.
Το θέμα, σύμφωνα με πληροφορίες που κυκλοφορούν ευρέως πλέον στην Φρανκφούρτη, είναι ότι θα είναι στην ατζέντα της επόμενης συνάντησης του ΔΣ, αυτής που θα πρέπει να εκτιμήσει το αν θα επαναλάβει και την επόμενη φορά την αύξηση του βασικού της επιτοκίου κατά 0,75%. Γεγονός που κρίνεται μάλλον ως βέβαιο μετά την κίνηση της Fed χθες.
Ο Κεντρικός Τραπεζίτης της Λετονίας που φιλοξενεί την συνάντηση, κ. Μάρτεν Κάζακς εμφανίστηκε περίπου βέβαιος για αυτό, ενώ η κα Λαγκάρντ δήλωσε ότι η ΕΚΤ «πρέπει να βρει εκείνο το επίπεδο επιτοκίου που θα βοηθήσει να φτάσει τον στόχο της και θα το κάνει αυτό πάση θυσία, ώστε να εξασφαλίσει την σταθερότητα των τιμών»... Πίσω από την «αποφασιστικότητα» των Κεντρικών Τραπεζών της Ευρωζώνης εύκολα διακρίνει κανείς την ισχυρή πίεση που ασκεί η Fed της οποίας οι κινήσεις καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τα περιθώρια των αποφάσεων της ΕΚΤ.
Λίγο πολύ τα περιθώρια αυτά καθορίζονται από το σχόλιο του Τζ. Πάουελ μετά τις ανακοινώσεις για την αύξηση του επιτοκίου και την συνέχιση του QT που έχει περιορίσει την νομισματική κυκλοφορία (Μ2) σε πολύ χαμηλά επίπεδα: «Το ερώτημα πότε θα μετριαστεί ο ρυθμός των αυξήσεων είναι τώρα πολύ λιγότερο σημαντικό από το ερώτημα πόσο ψηλά θα πάνε τα επιτόκια και πόσο καιρό θα πρέπει να διατηρηθεί μια σφιχτή νομισματική πολιτική»... Η πραγματικότητα για την ΕΚΤ καθορίζεται από την συναλλαγματική ισοτιμία του Ευρώ και αναμφίβολα, όποιος θέλει να αποφύγει την αποδυνάμωση του νομίσματος, η οποία επιδεινώνει τον πληθωρισμό, θα πρέπει με κάθε τρόπο να προσπαθήσει να ακολουθήσει τη Fed. Και αυτό είναι υποχρεωμένη και... κάνει η ΕΚΤ.
Για τους Κεντρικούς Τραπεζίτες της ΕΚΤ που βρίσκονται σήμερα στην Λετονία το πρόβλημα είναι διπλό πλέον.
Οφείλουν να αναχαιτίσουν τον πληθωρισμό και την ίδια στιγμή να κρατήσουν τα spreads σε επίπεδα που δεν θα βάλουν σε περιπέτειες το Ευρώ, λίγο πολύ κάτι σαν τον τετραγωνισμό του κύκλου...
Και τα περιθώρια λάθους είναι μηδενικά καθώς κάθε στραβοτιμονιά θα μπορούσε να προκαλέσει όπως το 2008 ένα νέο κύκλο χρηματοπιστωτικής αναταραχής με ανισομερείς διαλυτικές συνέπειες στο ευρωσύστημα.
Η ΕΚΤ είναι υποχρεωμένη να ακολουθήσει την Fed αλλά έχει μία πολύ πιο δύσκολη «δουλειά» να κάνει για να το καταφέρει αυτό...
Και όλα αυτά σε μία οικονομία που αντιμετωπίζει την ύφεση ακόμα και στα πιο ισχυρά της κλιμάκια, όπως η γερμανική οικονομία, όπως επισημαίνεται στην πρόσφατη έκθεση της Deutsche Bank: «Όταν εξετάζουμε την τρέχουσα ενεργειακή κρίση σε μια δεκαετία, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε αυτή την περίοδο ως το σημείο εκκίνησης μιας επιτάχυνσης της αποβιομηχάνισης στη Γερμανία...».