Την παράταση για άλλους έξι μήνες, έως το τέλος του 2023, των μέτρων στήριξης από την ενεργειακή κρίση προαναγγέλλει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο κείμενο της για τις Φθινοπωρινές Εκτιμήσεις που δόθηκε χθες στη Δημοσιότητα. Σε ειδικό πίνακα υπολογίζει το κόστος των μέτρων στήριξης ανά χώρα και το ποσό με το οποίο θα επιβαρυνθούν οι προϋπολογισμοί.
Υπολογίζει πως το δημοσιονομικό κόστος για το ενεργειακό πακέτο του 2022 που έχει λάβει η Ελλάδα για να στηρίξει νοικοκυριά και επιχειρήσεις είναι το 4ο υψηλότερο ως αναλογία του ΑΕΠ στην ΕΕ: φτάνει στο 2,3% του ΑΕΠ.
Για το 2023 το δημοσιονομικό κόστος μειώνεται λόγω της πολύ μεγαλύτερης, όπως εξηγεί, συνεισφοράς των στο πακέτο για το ρεύμα του μηχανισμού ανάκτησης των υπερεσόδων. Στο σενάριο διατήρησής του για 6 μήνες φτάνει στο 0,5% του ΑΕΠ ή 1 δισ. ευρώ (σ.σ. όσο εγγράφεται και στο Προσχέδιο του Προϋπολογισμού).
Αναφέρει όμως πως η κάλυψη θα συνεχισθεί έως το τέλος του 2023. Στον ίδιο πίνακα κατάταξης υπολογίζει πως το κόστος θα αυξηθεί για όλο τον επόμενο χρόνο σε 2 δισ. ευρώ περίπου (σ.σ. 0,9% του ΑΕΠ περίπου).
Φέτος, την Ελλάδα σε αξία μέτρων «περνούν» η Ιταλία, η Βουλγαρία και η Μάλτα. Μάλιστα η Επιτροπή επισημαίνει πως με αυτά τα μέτρα εν μέρει αντισταθμίζεται το πλήγμα του πληθωρισμού σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, χωρίς να διακυβεύονται τα πλεονάσματα.
Το 2023 πάντως και με χρονική επέκταση των μέτρων για το σύνολο του έτους, το Ελληνικό πακέτο έχει δημοσιονομικό κόστος πιο χαμηλό και από τον μέσο όσο της ΕΕ και τούτο με τον Επίτροπο Τζεντιλόνι χθες κατά την παρουσίαση της έκθεσης απαντώντας σε ερώτηση για την Ελλάδα να επισημαίνει πως τα μέτρα στήριξης φέτος είναι από τα υψηλότερα πανευρωπαϊκά και ότι η Ελλάδα, όπως και άλλα κράτη, επέλεξαν να καλύψουν οριζόντια στην οικονομία και όχι στοχευμένα κάτι που δεν στηρίζει, όπως ανέφερε, τον ευρωπαϊκό στόχο για μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και των τιμών.
Βεβαίως, ενώ εκφράζεται αυτή η παρότρυνση για «στόχευση» των μέτρων, η ίδια η Επιτροπή μέσα στο κείμενο της τα «δικαιοδοτεί» όχι μόνο γιατί όπως λέει αποδίδουν, αλλά και γιατί η Ελλάδα εκτιμά πως κινδυνεύει πιο πολύ από κάθε άλλο κράτος σε όρους αύξησης της ενεργειακής φτώχειας λόγω ακρίβειας.
Σε άλλο κεφάλαιο της έκθεσης γίνεται η σύνδεση με τον κοινωνικό αντίκτυπο της νέας κρίσης και με την ευαλωτότητα των πολιτών ανά χώρα. Εκτιμάται πως θα αυξηθεί πιο πολύ από κάθε άλλο κράτος η αδυναμία νοικοκυριών να θερμάνουν επαρκώς τα σπίτια τους. Αναμένεται και η 4η πιο μεγάλη άνοδος στην αδυναμία πληρωμής λογαριασμών ρεύματος.
Σε άλλους δείκτες για το ίδιο θέμα που εκτιμούν τι προκάλεσε η ακρίβεια στο 9μηνο του 2022, η Ελλάδα κατατάσσεται 8η σε ύψος ενεργειακής φτώχειας, αλλά και 3η στο ύψος της επίδρασης που έχει ο πληθωρισμός στην πιθανότητα ανόδου της υλικής φτώχειας (μετά τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία). Και τούτο λόγω του χαμηλού συγκριτικά διαθέσιμου εισοδήματος και των υψηλών ποσοστών φτώχειας που «κληρονόμησε» από τα μνημόνια και τα τελευταία χρόνια άρχισαν να μειώνονται. Οι προβλέψεις γίνονται χωρίς να ληφθούν υπόψη τα μέτρα στήριξης σε κάθε κράτος, ως ένδειξη για την ανάγκη εφαρμογής παρεμβάσεων.
Η Επιτροπή βεβαίως ανησυχεί καθώς βλέπει πως μπορεί τα πράγματα να είναι χειρότερα. Πέρα από το βασικό σενάριο ανάπτυξης κατά 0,3% της Ευρωζώνης – που συνδέεται με ύφεση επί 2 τρίμηνα- ανέπτυξε και 2 δυσμενή σενάρια για ύφεση έως 0,5% ή 0,7% που συνδέονται με χαμηλές ροές ή με διακοπή της παροχής αερίου τον επόμενο χειμώνα 2023-2024. Ανάλογα συνδέονται με πληθωρισμό κατά σχεδόν 2% πιο υψηλό το 2023 (από 6,1% στο βασικό σενάριο έως 7% και 7,5% στα δυσμενή).