Στη δημοσίευση των αποτελεσμάτων ενός ελέγχου ιστοτόπων, που στόχο είχε να επαληθεύσει πώς παρουσιάστηκαν οι μειώσεις των τιμών κατά τη διάρκεια της «Black Friday» το 2022 προχώρησε σήμερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και 13 εθνικές αρχές προστασίας των καταναλωτών.
Όπως αναφέρει η Κομισιόν, από τον έλεγχο προέκυψε ότι για πάνω από τα μισά από τα προϊόντα που ελέγχθηκαν ανακοινώθηκε μείωση των τιμών ενόψει της «Black Friday», ενώ το 23% των εν λόγω ανακοινώσεων μείωσης τιμών ήταν σαφώς ασυμβίβαστες με το δίκαιο της ΕΕ. Η οδηγία για την αναγραφή των τιμών προβλέπει ότι τα καταστήματα, συμπεριλαμβανομένων των διαδικτυακών πλατφορμών αγορών, πρέπει να αναφέρουν τη χαμηλότερη τιμή που εφαρμόστηκε στο προϊόν κατά τις προηγούμενες 30 ημέρες πριν από την αναγγελία της έκπτωσης. Η «σάρωση» κατέδειξε παραβιάσεις των κανόνων τουλάχιστον στο 43% των ιστοτόπων που ελέγχθηκαν. Οι εθνικές αρχές παρακολούθησαν τις τιμές 16.000 προϊόντων από 176 ιστοτόπους σε διάστημα ενός μηνός.
Εναπόκειται πλέον στις αρχές να επικοινωνήσουν με τους ενδιαφερόμενους εμπόρους για να τους ζητήσουν να αλλάξουν τις πρακτικές τους και, εάν είναι αναγκαίο, να κινήσουν μέτρα επιβολής, τα οποία ενδέχεται να οδηγήσουν σε επιβολή προστίμων, εάν οι πρακτικές δεν διορθωθούν. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρείχε το εργαλείο που βασίζεται στην τεχνητή νοημοσύνη για τον αυτόματο εντοπισμό παραπλανητικών εκπτώσεων στο πλαίσιο του έργου eLab της ΕΕ, ενός έργου που αποσκοπεί στην ανάπτυξη και την εφαρμογή προηγμένων ψηφιακών τεχνολογιών στις διαδικτυακές έρευνες καταναλωτών προς υποστήριξη του δικτύου συνεργασίας για την προστασία των καταναλωτών (CPC).
Ο Επίτροπος Δικαιοσύνης κ. Ντιντιέ Ρεντέρς δήλωσε σχετικά: «Τα σημερινά αποτελέσματα δείχνουν ότι οι καταναλωτές εξακολουθούν να εκτίθενται σε πολλές ψευδείς εκπτώσεις και αθέμιτες εμπορικές πρακτικές. Πρόκειται για παραβίαση του δικαίου της ΕΕ. Καλούμε όλους τους διαδικτυακούς εμπόρους λιανικής να τηρούν πλήρως τους κανόνες και να αναθεωρήσουν τον τρόπο που παρουσιάζουν τις εκπτώσεις τους. Οι καλές προσφορές πρέπει να χαρακτηρίζονται από πραγματικά πλεονεκτήματα και να μην αποτελούν τεχνικές χειραγώγησης της αγοράς. Θα πρέπει πάντα να βασίζονται σε συγκεκριμένη διαφορά τιμής.»