Τις πιέσεις που προκάλεσαν τους προηγούμενους μήνες οι υψηλότερες ανατιμήσεις στην Ελλάδα σε σχέση με μεγάλους εμπορικούς εταίρους της σε όρους διεθνούς ανταγωνιστικότητας, περιγράφει η ΤτΕ στην ενδιάμεση έκθεση Νομισματικής Πολιτικής που δόθηκε προ ημερών στη δημοσιότητα.
Μάλιστα εξηγεί πως η πορεία της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας το 2022 συνέχισε να βελτιώνεται ως προς το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος, παρά την αύξηση του κατώτατου μισθού. Αντιθέτως με βάση τον άλλο δείκτη μέτρησης ως προς τις σχετικές τιμές επιδεινώθηκε «καθώς ο εγχώριος πληθωρισμός υπερέβη το σταθμισμένο πληθωρισμό των βασικών εμπορικών εταίρων».
Σε σχετικό κεφάλαιο παρατίθενται συγκριτικά στοιχεία για την πορεία των τιμών και για την επίπτωση σε όρους ανταγωνιστικότητας στην Ελλάδα αλλά και στη Γερμανία, στην Πορτογαλία, στην Κύπρο και την Ιρλανδία, με την πίεση να είναι εμφανής στη χώρα (η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας καταγράφεται ως μείωση του δείκτη). Αναφορικά με το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος, η θέση της Ελλάδος είναι η καλύτερη μετά την Ιρλανδία, παρά την μείωση του κατώτατου.
Αναλυτικά, ο δείκτης πραγματικής σταθμισμένης συναλλαγματικής ισοτιμίας με βάση τους σχετικούς δείκτες τιμών καταναλωτή εκτιμάται ότι θα αυξηθεί (επιδεινωθεί) το 2022, «καθώς ο μέσος ετήσιος εγχώριος πληθωρισμός θα υπερβεί τον αντίστοιχο μέσο όρο των κυριότερων εμπορικών εταίρων της Ελλάδος». Ο πληθωρισμός, εξηγεί, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αναμένεται να είναι υψηλότερος από εκείνον στις χώρες της ζώνης του ευρώ το 2022 (10,0% έναντι 8,5%).
Εξηγεί πως οι προβλέψεις για το 2023 περιβάλλονται από υψηλή αβεβαιότητα ως προς τις εξελίξεις του ενεργειακού κόστους και την επίπτωσή του στο γενικό πληθωρισμό κάθε χώρας, αλλά και ως προς τις εξελίξεις στους ονομαστικούς μισθούς και στην παραγωγικότητα.