Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία πυροδότησε μια μεγάλη κρίση στην αγορά, στέλνοντας τις τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου σε υψηλά πολλών δεκαετιών. Οι τιμές του άνθρακα αυξήθηκαν κατά σχεδόν 70%, οι παγκόσμιες τιμές του σιταριού αυξήθηκαν πάνω από 60%, ενώ οι τιμές των μετάλλων που εξάγει η Ρωσία, όπως το νικέλιο, το παλλάδιο και το αλουμίνιο, αυξήθηκαν σημαντικά.
Σήμερα, οι τιμές της ενέργειας έχουν υποχωρήσει στα προπολεμικά επίπεδα, υπό το φόβο της παγκόσμιας ύφεσης και της αδύναμης ζήτησης πετρελαίου στην Κίνα λόγω της πανδημίας.
Οι αναλυτές παραμένουν διχασμένοι σχετικά με τις τιμές του πετρελαίου το 2023, με ορισμένους να πιστεύουν ότι η επιστροφή της Κίνας και η μείωση των ροών από τη Ρωσία θα οδηγήσουν εκ νέου τις τιμές τα ύψη. Από την άλλη, οι φωνές που κάνουν λόγο για πτώση των τιμών πυκνώνουν σε σχέση με το παρελθόν και πολλοί εκπρόσωποι της παγκόσμιας αγοράς θεωρούν σχεδόν απίθανο να έχουμε ένα νέο μεγάλο ράλι στο επόμενο διάστημα.
Ο φόβος μιας παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, ο οποίος εντάθηκε μετά από τη ρωσική εισβολή, οδήγησε στην υποχώρηση του ευρώ έναντι του δολαρίου για πρώτη φορά εδώ και τουλάχιστον δύο δεκαετίες.
Τώρα, ωστόσο, υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι η αναταραχή στην αγορά μπορεί να πλησιάζει στο τέλος της, με τις τιμές του αργού πετρελαίου, του φυσικού αερίου και των τροφίμων να υποχωρούν στα προπολεμικά επίπεδα.
Οι τιμές της ενέργειας επιστρέφουν στα προπολεμικά επίπεδα
Οι τιμές του πετρελαίου προσέγγισαν τα 130 δολάρια το βαρέλι τον Μάρτιο του 2022, λίγες εβδομάδες μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η Ρωσία ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας αργού και οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν ως απάντηση από την ΕΕ και τις ΗΠΑ συμπίεσαν την προσφορά και ανέβασαν τις τιμές. Ωστόσο, το πετρέλαιο βρίσκεται σε σταθερή πτώση από τον Ιούλιο και επί του παρόντος διαπραγματεύεται γύρω από το προπολεμικό επίπεδο των 80 δολαρίων το βαρέλι.
«Σε μεγάλο βαθμό, οι τιμές του πετρελαίου μειώθηκαν τους τελευταίους μήνες λόγω των φόβων για ύφεση και της αύξησης των επιτοκίων σε πολλές ανεπτυγμένες οικονομίες. Η επιδείνωση της κατάστασης στην Ουκρανία θα μπορούσε επίσης να στείλει πτωτικά μηνύματα στην αγορά ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας οικονομικής επιβράδυνσης», εκτιμά ο Jorge Leon, από την Rystad Energy.
Κατασταλτικός παράγοντας σε ένα νέο ράλι είναι φυσικά η Κίνα. Οι τιμές θα μπορούσαν να πέσουν περαιτέρω λόγω της αύξησης των κρουσμάτων Covid ενώ η κινεζική μεταποιητική δραστηριότητα υποχώρησε για τρίτο συνεχόμενο μήνα τον Δεκέμβριο, αυξάνοντας την πιθανότητα να αποδυναμωθεί η ζήτηση πετρελαίου τους πρώτους μήνες του νέου έτους.
«Η ανάπτυξη στην Κίνα έχει επιβραδυνθεί δραματικά το 2022 λόγω αυτής της αυστηρής πολιτικής μηδενικού Covid. Για πρώτη φορά μετά από 40 χρόνια, η ανάπτυξη της Κίνας το 2022 είναι πιθανό να βρίσκεται κοντά ή κάτω από τα επίπεδα της παγκόσμιας ανάπτυξης. Αυτό δεν έχει ξαναγίνει. Και κοιτάζοντας το επόμενο έτος για τρεις, τέσσερις, πέντε, έξι μήνες, η χαλάρωση των περιορισμών για τον COVID θα σημαίνει κρούσματα κορονοϊού σε όλη την Κίνα», δήλωσε στο CBS η Kristalina Georgieva, διευθύνουσα σύμβουλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ).
Η Credit Suisse εκτιμά ότι το πετρέλαιο θα καταγράψει περαιτέρω πτώση. «Πιστεύουμε είναι πιθανό να ακολουθήσει περαιτέρω αποδυνάμωση. Το Brent είναι πιθανό να οδηγηθεί σε περαιτέρω καθοδική πορεία», επισημαίνει.
Ένα άλλο πτωτικό σήμα είναι και το ότι οι αγορές μελλοντικής εκπλήρωσης αργού έχουν υποχωρήσει.
Ο ΟΠΕΚ+ δεν θα μείνει άπραγος εάν οι τιμές πέσουν πολύ
Όσο οι διεθνείς αναλυτές αποκλείουν το ενδεχόμενο για ένα απότομο ράλι στις τιμές του πετρελαίου, άλλο τόσο αποκλείουν και μια μεγάλη πτώση. Όπως είναι γνωστό, οι χαμηλές τιμές ουδέποτε υπήρξαν δελεαστικές για επενδύσεις στο upstream ούτε για εξαγωγές. Τα μεγάλα πετρελαιοπαραγωγά κράτη και ειδικά τα μέλη του ΟΠΕΚ+ δεν θα μείνουν με «σταυρωμένα τα χέρια» εάν οι τιμές αρχίσουν να κατρακυλούν.
Σύμφωνα με την Helima Croft από την RBC Capital Markets, εάν οι τιμές συνεχίσουν να πέφτουν, ο ΟΠΕΚ+ μπορεί κάλλιστα να αναλάβει δράση.
«Ο ΟΠΕΚ δείχνει ικανοποιημένος από την πορεία της τρέχουσας πολιτικής παραγωγής και επιδιώκει να μείνει μακριά από την αντιπαράθεση μεταξύ Ρωσίας και Δύσης. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν ξεκάθαρα περιθώρια για τον ΟΠΕΚ να προσαρμόσει τη μείωση της παραγωγής», σημειώνει.
Η ηγέτιδα δύναμη του καρτέλ, η Σαουδική Αραβία, έχει επανειλημμένα αποδείξει ότι βρίσκεται σε ετοιμότητα για γρήγορες αλλαγές στην πολιτική και από δημόσιες τοποθετήσεις είναι προφανής η προθυμία του υπουργού Ενέργειας Abdulaziz bin Salman να κάνει «αλλαγή πλεύσης» προκειμένου να διασφαλίσει τη σταθερότητα της αγοράς και να προστατεύσει τα συμφέροντα της χώρας του.
Οι δυνάμεις αυτές της αγοράς θα μπορούσαν να ωθήσουν το Brent στα 96 δολάρια το βαρέλι το 2023, και το αμερικανικό αργό στα 92 δολάρια το βαρέλι.
Ομοίως, ο Scott Sheffield από την Pioneer Natural Resources, εκτιμά ότι οι Σαουδάραβες δεν θα αφήσουν το πετρέλαιο να «κολλήσει» στα 75 δολάρια το βαρέλι.
«Η Σαουδική Αραβία δεν πρόκειται να αφήσει το Brent να παραμείνει γύρω στα 75 δολάρια το βαρέλι», είπε προσθέτοντας ότι δεν θα τον εξέπληττε «αν είχαν και άλλη περικοπή». Ο ίδιος πρόβλεψε ότι οι τιμές του πετρελαίου θα φθάσουν τα 80 δολάρια το βαρέλι φέτος και αυτή η τιμή, υπό συγκεκριμένες συνθήκες, θα μπορούσε να φθάσει ακόμη και τα 150 δολάρια παρά το νωχελικό ξεκίνημα που έκανε το πετρέλαιο φέτος.