Τον Σεπτέμβριο η ΕΚΤ είναι υποχρεωμένη να πάρει μία από τις πλέον δύσκολες αποφάσεις της τελευταίας τριετίας, όσο αφορά το αν θα αυξήσει ή όχι τα επιτόκια. Γιατί; Γιατί οι μεγάλες οικονομίες της Ευρωζώνης, είτε επιβραδύνουν, είτε σταδιακά διολισθαίνουν σε ύφεση και την ίδια στιγμή οι πληθωριστικές πιέσεις (τον Αύγουστο) επανεμφανίζονται πιεστικά. Πως θα αντιδράσει η ΕΚΤ;
Η απάντηση είναι ακόμα πιο περίπλοκη από όσο φαίνεται να είναι, αν λάβει υπόψη του κανείς μια τελευταία εργασία του ΔΝΤ, η οποία ρίχνει μία πιο προσεκτική ματιά στους ισολογισμούς των κεντρικών τραπεζών και την «διόρθωσή» τους μετά την αναστροφή της πολιτικής της ποσοτικής χαλάρωσης.
Για την Ευρωζώνη, σύμφωνα με το ΔΝΤ, εξ αιτίας της ιδιαιτερότητας της δομής του συστήματος των κεντρικών τραπεζών και της ΕΚΤ, η «διόρθωση» αυτή του Ισολογισμού σε κάποιους κοστίζει περισσότερο από άλλους. Πιο συγκεκριμένα οι κεντρικές τράπεζες των οποίων τα υψηλά αποθεματικά ήταν στην πρώτη γραμμή των πράξεων αγοράς κρατικών ομολόγων στο πλαίσιο του APP και του PEPP, με την στροφή από την ποσοτική χαλάρωση και τα μηδενικά επιτόκια στην κατακόρυφη αύξηση των επιτοκίων, υφίστανται «ζημιές» σημαντικά μεγαλύτερες από άλλες με αποτέλεσμα να δημιουργούνται προβλήματα σε «εθνικό» επίπεδο που καθιστούν προβληματική την εξισορρόπηση του Ισολογισμού της ΕΚΤ.
- Διαβάστε ακόμα - Η «σιωπηρή» ανατροπή του Αυγούστου για το πετρέλαιο με τις συνέπειες για επιτόκια, ευρώ, δολάριο
Στο περιβάλλον αυτό, στο οποίο η ΕΚΤ πρέπει να αποφασίσει για το αν θα συνεχίσει την νομισματική σύσφιξη μέσα στον Σεπτέμβριο, καθώς οι πληθωριστικές πιέσεις παραμένουν ισχυρές ή και αυξάνονται (π.χ. Ισπανία και πιθανότατα η Γερμανία), αυτό σημαίνει ότι εντείνεται αυτή η εσωτερική ανισορροπία μεταξύ των Κεντρικών Τραπεζών.
Την ίδια στιγμή όμως αναδύεται και η αντίστροφη «πίεση» καθώς από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού η Fed, φαίνεται να έχει λόγους να κρατάει ψηλά το δολάριο. Ψηλά έναντι και του Ευρώ, γεγονός που με την σειρά του ενισχύει τις αύξηση των εξωτερικών πληθωριστικών πιέσεων στην Ευρωζώνη, αν αφεθεί αυτή η τάση να εξελίσσεται χωρίς νέες αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ.
Μοιάζει σαν ένας «φαύλος κύκλος» στον οποίο η ΕΚΤ δεν μπορεί και δεν έχει έτοιμες απαντήσεις.
Αν κρίνει κανείς από τις επιμέρους δηλώσεις των εκπροσώπων των Κεντρικών Τραπεζών της Ευρωζώνης, η πλάστιγγα τις τελευταίες ημέρες φαίνεται να γέρνει ελαφρά προς την κατεύθυνση της επιμονής – παρά τις ζημιές στους ισολογισμούς κάποιων κεντρικών τραπεζών όπως π.χ. η Bundesbank – σε περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων.
- Διαβάστε ακόμα - Η απάντηση των Fed/EKT στην «επέκταση» των BRICS
Μπορεί αν αυτό συμβεί, η Ευρωζώνη, όντας ήδη σε νομισματική σύσφιξη να προχωρήσει «και» σε δημοσιονομική οικονομική σύσφιξη με την επαναφορά του Συμφώνου Σταθερότητας σε ισχύ από την 1/1/2024;
Ούτε σ' αυτό οι απαντήσεις είναι εύκολες ή έστω ρεαλιστικά «ορατές» στο πολιτικό προσκήνιο της Ευρωζώνης και μάλιστα εν όψη μιας χρονιάς που πέραν όλων των άλλων περιέχει σαν πολιτική αναφορά της τις Ευρωεκλογές της ερχόμενης άνοιξης...
Είναι κατανοητό κατά συνέπεια, το πόσο μεγάλη σημασία έχει σε ένα τέτοιο ευρωπαϊκό περιβάλλον αβεβαιότητας και οικονομικής αστάθειας, ένα «θετικό» γεγονός, όπως η πιστοληπτική αναβάθμιση, στο πλέον ευαίσθητο πεδίο αυτό της ικανότητας αναχρηματοδότησης του χρέους σε εθνικό επίπεδο.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι πρόκειται για το τελευταίο -πολύ- καλό νέο που έχουμε μπροστά μας όσο αφορά τον οικονομικό ορίζοντα.