Μήνας που μπορεί να κρίνει αρκετά σε επίπεδο αξιολογήσεων για την ελληνική οικονομία είναι ο Σεπτέμβριος, με αφετηρία την ετυμηγορία της DBRS στις 8 Σεπτεμβρίου (BB (high) - σταθερό outlook) και τη Moody's να ακολουθεί στις 15 Σεπτεμβρίου («Ba3» - θετικό outlook).
Τόσο η DBRS, όσο και η Moody's έχουν στείλει «σήματα» αναβάθμισης, αλλά οι πιο καθοριστικές αξιολογήσεις είναι αναμφισβήτητα αυτές των Standard & Poor's και αρκετά αργότερα της Fitch την 1η Δεκεμβρίου («BB+» - σταθερό outlook), με το επενδυτικό «story» να βασίζεται σε ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας εντός του τρέχοντος έτους (κυρίως από του αμερικανικούς οίκους).
Πιάνοντας ωστόσο το νήμα από την αρχή, η DBRS καλείται σε πρώτο βαθμό να αναβαθμίσει τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας σε θετικές από σταθερές και κατόπιν αυτού, να αναβαθμίσει το αξιόχρεο σε «BBB (low)», ήτοι στην κατηγορία του «investment grade». Άρα σε ένα rating action θα πρέπει να προβεί σε δύο θετικές κινήσεις (outlook - αξιόχρεο) ώστε να δώσει την επενδυτική βαθμίδα στην Ελλάδα, κάτι που καθίστανται αρκετά πιο δύσκολο - αλλά όχι ακατόρθωτο - με βάση το ιστορικό και τους γενικότερους χειρισμούς των οίκων, αλλά και εξαιτίας του πλέγματος αβεβαιοτήτων που κυριαρχεί σε αρκετά διεθνή (κυρίως Ευρωζώνη) και εγχώρια μέτωπα. Βέβαια, με το πολιτικό σκηνικό να έχει ξεκαθαρίσει και όλους τους οίκους να εκφράζουν τη θετική τους άποψη ως προς αυτό και ως προς τη διασφάλιση της συνέχειας της πολιτικής, και την ελληνική οικονομία να συνεχίζει να υπεραποδίδει σημαντικά έναντι της Ευρωζώνης, ενδέχεται η DBRS να θέλει να προηγηθεί έναντι των Αμερικανών.
Επιπλέον, να τονισθεί πως σε επίπεδο αγορών - διαχειριστών, στον κλάδο των οίκων αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας κυριαρχούν οι τρεις μεγάλοι οίκοι - Moody's, Standard & Poor's και Fitch - οι οποίοι ελέγχουν το 95%, με τη Moody's και τη Standard & Poor's να καλύπτουν το 80% της διεθνούς αγοράς και τη Fitch το 15%.
Συνεπώς, γίνεται ορατό, πως εάν η DBRS καταφέρει και υπερβεί το «εμπόδιο» μιας διπλής αναβάθμισης, σαφώς θα δώσει μια θετική δυναμική τόσο σε επίπεδο ομολόγων όσο και στο Χρηματιστήριο, καθώς λαμβάνεται υπόψη από την ΕΚΤ, αλλά σαφώς οι Αμερικανοί είναι αυτοί που θα δώσουν το έναυσμα του μεγαλύτερου μέρους των τοποθετήσεων στις εγχώριες αγορές (χρέους και μετοχών).
Τη σκυτάλη λοιπόν, παίρνει την επόμενη Παρασκευή (15 Σεπτεμβρίου) η Moody's έχοντας δέιξει μια άκρως εποικοδομητική στάση, μέσω της τελευταίας ανάλυσής της για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, και δείχνοντας προς την κατεύθυνση των αναβαθμίσεων.
Όπως τόνισε, η διοχέτευση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης απελευθερώνει επενδύσεις οι οποίες, μαζί με την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων, ενισχύουν την αναπτυξιακή δυναμική. Τα κεφάλαια στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) είναι σημαντικά, μεταξύ 5% του ΑΕΠ για την Κύπρο και 17% για την Ελλάδα. Παράλληλα, η διατήρηση της επενδυτικής δυναμικής, συμπεριλαμβανομένης της ελκυστικότητας για τις αμεσες ξένες επενδύσεις, και οι μεταρρυθμίσεις που περιστρέφονται γύρω από το RRF θα αποτελέσουν το «κλειδί» για τη διατήρηση της σημαντικής βελτίωσης της αναπτυξιακής δυναμικής που επιτεύχθηκε τα τελευταία χρόνια.
Ο οίκος αξιολόγησης προβλέπει μέσα ετήσια πρωτογενή πλεονάσματα για την περίοδο 2023 - 2026 περίπου 1,7% του ΑΕΠ για την Ελλάδα, ενώ αναμένει ότι ο δείκτης δημόσιου χρέους θα μειωθεί κατά 52 ποσοστιαίες μονάδες στο 154% του ΑΕΠ έως το 2024, από 206% το 2020.
Η Citi από τη μεριά της, αναφέρει πως η περίπτωση των αξιολογήσεων για την Ελλάδα έχει ενισχυθεί μετά την τελευταία εκλογική αναμέτρηση, οδηγώντας ήδη στην ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας από τους οίκους αξιολόγησης Scope και R&I. Από τη DBRS, μια αναβάθμιση κατά μία βαθμίδα θα οδηγούσε την Ελλάδα στην κατηγορία του investment grade και θα είχε ως αποτέλεσμα μειωμένα «haircuts» στα collaterals με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα - η οποία στις αποφάσεις της λαμβάνει υπόψη την υψηλότερη αξιολόγηση μεταξύ των Moody's, Standard & Poor's, Fitch και DBRS.
Ωστόσο, με τη Moody's να αξιολογεί την Ελλάδα τρεις βαθμίδες χαμηλότερα από την επενδυτική, η ένταξη των ελληνικών ομολόγων στους διεθνείς δείκτες θα οφείλεται πιθανότατα σε αναβαθμίσεις σε επενδυτική βαθμίδα από τη Standard & Poor's και και Fitch, σε πρώτο βαθμό.
Για την ένταξη στον δείκτη Bloomberg Barclays, χρειάζονται δύο investment grade αξιολογήσεις από το «αμερικανικό ιππικό» (Moody's, Standard & Poor's και Fitch), για τον iBoxx χρειάζεται αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας σε μέσο όρο από τους τρεις παραπάνω και για τον FTSE Russell χρειάζεται αναβάθμιση στη βαθμίδα «Α-» τόσο από τη Standard & Poor's όσο και από τη Moody’s.