«Μαύρα» μαντάτα για τη γερμανική οικονομία φέρνει η νέα, τριμηνιαία έκθεση κοινών προγνώσεων των 6 σημαντικότερων γερμανικών οικονομικών think tanks (μεταξύ των οποίων το DIW και το Ifo) για λογαριασμό του Ομοσπονδιακού Υπουργείου Οικονομίας και Προστασίας του Κλίματος, η οποία δημοσιεύτηκε χθες.
Και αυτό γιατί:
- Αναθεωρούν προς το κάτω τις προβλέψεις τους για την ανάπτυξη το 2023 και το 2024.
- Κρατούν χαμηλά τον πήχη των προσδοκιών τους (μετά το 2024) λόγω των αρνητικών συνεπειών στην γερμανική οικονομία από την έλλειψη εργατικού δυναμικού.
- Θέτουν ανοιχτά ζήτημα «υψηλής πολιτικής αβεβαιότητας» στο Βερολίνο λόγω της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής από την κυβέρνηση.
Τα βασικά συμπεράσματα της έκθεσης έχουν πιο αναλυτικά ως εξής:
- Η Γερμανία βρίσκεται σε ύφεση για περισσότερο από ένα χρόνο, σύμφωνα με την εν λόγω έκθεση. Το άλμα στις τιμές της ενέργειας το 2022 έθεσε απότομο τέλος στην ανάκαμψη από την πανδημία.
- Ωστόσο, εν τω μεταξύ οι μισθοί αυξήθηκαν λόγω του πληθωρισμού, οι τιμές της ενέργειας μειώθηκαν και οι εξαγωγείς μετακύλισαν εν μέρει το υψηλότερο κόστος, οπότε η αγοραστική δύναμη επιστρέφει.
- Ως αποτέλεσμα, η ύφεση θα πρέπει να υποχωρήσει περί τα τέλη του έτους και το ποσοστό χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας της οικονομίας θα πρέπει να αυξηθεί και πάλι καθώς το έτος προχωρά. Συνολικά, το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν θα μειωθεί κατά 0,6 % το 2023.
- Αναθεωρούνται οι προβλέψεις τους από την άνοιξη του 2023 απότομα προς τα κάτω κατά 0,9 ποσοστιαίες μονάδες.
- Ο σημαντικότερος λόγος γι' αυτό είναι ότι η βιομηχανία και η κατανάλωση ανακάμπτουν πιο αργά από ό,τι είχε προβλεφθεί την άνοιξη.
- Για το 2024, η πρόβλεψη του 1,3% είναι μόλις 0,2 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερη από ό,τι την άνοιξη.
- Μετά από αυτό, θα φανεί ότι η δυνητική ανάπτυξη θα συρρικνωθεί σημαντικά μεσοπρόθεσμα λόγω της συρρίκνωσης του εργατικού δυναμικού. Η οικονομική πολιτική θα πρέπει να βελτιώσει την ποιότητα της θέσης και να περιορίσει την πολιτική αβεβαιότητα, επίσης στο πλαίσιο της ενεργειακής μετάβασης.
Πιο χαρακτηριστικά, η έκθεση των κοινών προγνώσεων των 6 σημαντικοτέρων γερμανικών οικονομικών think tanks αναφέρει πως η πολιτική αβεβαιότητα στη Γερμανία είναι υψηλή. Εκτός από τα γεωπολιτικά γεγονότα, τα οποία απέκτησαν μεγαλύτερη σημασία με την εισβολή στην Ουκρανία, είναι κυρίως τα θέματα της «ενέργειας και της κλιματικής αλλαγής» και της πορείας της «γερμανικής οικονομίας» που συνδέονται με την ανασφάλεια στη χώρα.
Για παράδειγμα, σε σχέση με το ζήτημα της «ενέργειας και της κλιματικής αλλαγής» τον Αύγουστο του 2023, όροι όπως «Γη», «βιομηχανία», «υδρογόνο», «αέριο», «αντλίες θερμότητας», «ηλεκτρισμός», «ομοσπονδιακή κυβέρνηση», «ενεργειακή στροφή» εμφανίζονται εξαιρετικά συχνά στα δημοσιεύματα του γερμανικού τύπου.
Αυτό δείχνει ότι η πολιτική της ομοσπονδιακής κυβέρνησης για το κλίμα έχει μεγάλη σημασία για την αβεβαιότητα σε αυτόν τον τομέα.
Επίσης στην οικονομική πολιτική, η αβεβαιότητα είναι μεγαλύτερη στη Γερμανία από ό,τι σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Σύμφωνα με το Economic Policy Uncertainty Index, ενώ η αβεβαιότητα για την οικονομική πολιτική στη Γερμανία έχει αυξηθεί σημαντικά περισσότερο.
Τα αποτελέσματα αυτά συμφωνούν με τις απαντήσεις των εταιρειών στο Βαρόμετρο Ενεργειακής Μετάβασης δήλωσαν ότι η έλλειψη σχεδιασμού αποτελούσε σημαντικό εμπόδιο για την των προσπαθειών μετασχηματισμού για μεγαλύτερη προστασία του κλίματος.
Η αβεβαιότητα αυτή προκύπτει κυρίως από το γεγονός ότι η γερμανική πολιτική για τη μείωση των εκπομπών δεν ακολουθεί μια σαφή συνολική αντίληψη. Η αρνητική συσχέτιση μεταξύ της αβεβαιότητας της οικονομικής πολιτικής και της επενδυτικής δραστηριότητας είναι καλά τεκμηριωμένη σε εμπειρικές μελέτες.
Για τον επενδυτικό σχεδιασμό απαιτούνται αξιόπιστες συνθήκες-πλαίσιο όσον αφορά τον προσανατολισμό της πολιτικής για το κλίμα.
Από τη μία πλευρά, αυτό σημαίνει ότι μια συνολική αντίληψη για την επίτευξη των κλιματικών στόχων, ενώ την άλλη πλευρά θα πρέπει να προσδιοριστούν αξιόπιστοι μηχανισμοί, για το πως πρέπει να αντιδράσει κανείς στο μέλλον εάν δεν επιτευχθούν οι στόχοι, σημειώνει η ίδια έκθεση.