Είναι ένα αναμφισβήτητα υψηλού κινδύνου «στοίχημα» το να προβλέψει κανείς αν η άτυπη σύνοδος του Συμβουλίου της ΕΚΤ στην Αθήνα την επόμενη εβδομάδα, θα είναι μία συνάντηση που θα κυριαρχήσει το πανηγυρικό κλίμα ή θα γίνει το εφαλτήριο ενός νέου κύκλου κρίσης στην Ευρωζώνη.
Το πρώτο ενδεχόμενο συνδέεται ασφαλώς με την μεγάλη ανατροπή (2010 – 2023) στην Ελλάδα και στο ευρωσύστημα, με την επικείμενη αναβάθμιση του ελληνικού χρέους από την S&P στην κατηγορία investment grade και την «αποτελεσματικότητα» της μεγαλύτερης αναδιάρθρωσης δημοσίου χρέους στην Ευρώπη και τον κόσμο.
Το δεύτερο ενδεχόμενο συνδέεται με την σοβαρή πιθανότητα μιας κλιμάκωσης της σύγκρουσης στην Μ. Ανατολή και την Παλαιστίνη με άμεση συνέπεια μια εκρηκτική άνοδο της τιμής του πετρελαίου, που θα υποχρεώσει τις Κεντρικές Τράπεζες και την ΕΚΤ να αναθεωρήσουν τα κριτήρια λειτουργίας της νομισματικής πολιτικής στην Ευρωζώνη. Με – κυριολεκτικά – άγνωστες συνέπειες στο επίπεδο της οικονομίας και της πολιτικής.
Γιατί αυτό που συνέβη και συνεχίζει να συμβαίνει στην Παλαιστίνη είναι αυτό που οι σύγχρονοι οικονομολόγοι ονομάζουν «αυτό που δεν έπρεπε να έχει συμβεί», ήτοι όχι απλά το απρόβλεπτο ή το αναπάντεχο, αλλά «αυτό που δεν έπρεπε να συμβεί τώρα»...
Σε κάθε περίπτωση και αντίθετα με όσα τελευταία αναφέρονται στον εγχώριο ειδικά τύπο και ΜΜΕ, το πετρέλαιο από την περιοχή του Κόλπου, παρά τα όσα έχουν μεσολαβήσει όσο αφορά την ενεργειακή μετάβαση στην «πράσινη ανάπτυξη», εξακολουθεί να είναι το ενεργειακό προϊόν που καθορίζει – μαζί με τα αμερικάνικα ομόλογα – την διεθνή συναλλαγματική και τα συνέπεια τραπεζική «ισορροπία».
Το βασικό επιχείρημα υποστήριξης αυτής της εκτίμησης είναι ότι τόσο το πετρέλαιο (από την δεκαετία του 70 μέχρι και σήμερα) σαν διεθνές ενεργειακό εμπόρευμα, όσο και το αμερικανικό χρέος σαν διεθνές επενδυτικό προϊόν, αποτελούν τους βασικούς πυλώνες «ζήτησης» και κατά συνέπεια ισχύος και σταθερότητας του δολαρίου, ήτοι του διεθνούς αποθεματικού συναλλαγματικού μέσου.
Και μαζί του, του διεθνούς νομισματικού συστήματος.
Το μεν αμερικανικό χρέος έχει εισέλθει σε μία φάση συρρίκνωσης της ζήτησής του καθώς ο μεγαλύτερος αγοραστής του η Fed «πουλάει» περισσότερο από όσο «αγοράζει». Ενώ ταυτόχρονα οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες της Κίνας, της Ρωσίας, της Ιαπωνίας και των χωρών της Λ. Αμερικής έχουν αρχίσει να μειώνουν τα αποθέματά τους και να τα αντικαθιστούν με άλλα περιουσιακά στοιχεία μεταξύ των οποίων και με «πολύ» χρυσό.
Το πετρέλαιο με τις ΗΠΑ να έχουν γίνει ένας από τους μεγαλύτερους παραγωγούς στον πλανήτη φάνηκε σαν να έχει αποδυναμωθεί σ΄ αυτό το δίπολο των παραγόντων στήριξης της ζήτησης του δολαρίου, αλλά αυτό δεν συμβαίνει.
Και δεν συμβαίνει για 2 λόγους.
Ο πρώτος έχει να κάνει με το γεγονός ότι η (προβληματική) υψηλή παραγωγή σχιστολιθικού πετρελαίου στις ΗΠΑ δεν είναι ικανή να στηρίξει την παραγωγή βενζίνης και άλλων ενεργειακών προϊόντων, αν δεν εμπλουτιστεί με «βαρύ» πετρέλαιο όπως αυτό που εξάγει η Ρωσία, οι χώρες του Κόλπου, η Κίνα ή ακόμα και η Βενεζουέλα. Με την οποία πρόσφατα η Ουάσιγκτον υποχρεώθηκε να αλλάξει ρότα επιτρέποντας εισαγωγές πετρελαίου (!) από αυτή.
Ο δεύτερος έχει να κάνει με το γεγονός ότι οι εξωτερική πολιτική της Ουάσιγκτον είχε ενσωματώσει σαν εργαλείο παρέμβασης την απελευθέρωση των πετρελαϊκών αποθεματικών της με στόχο την επιρροή στις διεθνείς τιμές του «μαύρου χρυσού». Και εν μέρη το έχει πετύχει.
Με την διαφορά ότι αυτό έχει οδηγήσει τα αποθέματά της σε ιστορικά χαμηλό επίπεδο. Γεγονός που αφενός την υποχρεώνει να «γεμίσει» τα «ντεπόζιτα» από τις διεθνείς αγορές σε τρέχουσες τιμές και αφετέρου να μην είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει το εργαλείο αυτό στην νέα φάση της κρίσης στην Μ. Ανατολή σε περίπτωση κλιμάκωσης, π.χ. με τον αποκλεισμό των στενών του Ορμούζ...
Μέσα σ' αυτό τον «νέο» κόσμο όπου έχει συμβεί αυτό που δεν έπρεπε να συμβεί ειδικά τώρα, συνεδριάζουν οι Κεντρικοί Τραπεζίτες της Ευρώπης την άλλη εβδομάδα στην Αθήνα.
Και έχουν όλα τα ζητήματα ανοικτά στο τραπέζι, χωρίς να μπορούν να δώσουν άμεση απάντηση σε κανένα από αυτά...