Καθώς η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται μειώνοντας το κενό με την Ευρωπαϊκή Ένωση στο επίκεντρο μπαίνει το επενδυτικό μείγμα, με τους ειδικούς να προειδοποιούν πως αν δεν ενισχυθεί το μερίδιο της μεταποίησης στην κατεύθυνση του αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, τότε είναι πολύ πιθανό η ελληνική οικονομία να ξεμείνει σύντομα από «καύσιμά» αλλά και να διακοπεί η πορεία μείωσης της ανεργίας.
Σχετικό καμπανάκι έκρουσε ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, Νίκος Βέττας, κατά την παρουσίαση της τριμηνιαίας έκθεσης για την ελληνική οικονομία. «Εάν δεν έχουμε περισσότερες παραγωγικές επενδύσεις είναι αδύνατο για το σύνολο των επενδύσεων να φτάσουν στο επιθυμητό επίπεδο», ανέφερε χαρακτηριστικά για συμπληρώσει στη συνέχεια πως «πριν το 2008 περίπου τα 2/3 των επενδύσεων ήταν κατοικία και αυτό στήριζε σε μεγάλο βαθμό την ελληνική οικονομία και τα εισοδήματα αλλά όχι και την εξωτερική ανταγωνιστικότητα της χώρας. Είναι καλό να έχουμε αύξηση και των επενδύσεων στην αγορά ακινήτων, όμως δεν χρειάζεται να χτίσουμε τόσα σπίτια όσα χτίζαμε τότε οπότε αν δεν έχουμε άλλες επενδύσεις παραγωγικές δεν θα φτάσουμε να έχουμε τις επενδύσεις πάνω από 20% του ΑΕΠ. Είναι προϋπόθεση για την ανάπτυξη της χώρας».
Οι δύο συνιστώσες
Απαντώντας σε ερώτημα για το αν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για ενίσχυση των παραγωγικών επενδύσεων ο κ. Βέττας σημείωσε πως «η οικονομική και πολιτική σταθερότητα από μόνη της συνεισφέρει στο να έχει τέτοιες επενδύσεις. Το Ταμείο Ανάκαμψης είναι προσανατολισμένο προς τέτοιες επενδύσεις και δεν πρέπει να αλλάξει αυτό. Αυτή η αυτόματη δυναμική δεν φτάνει, χρειάζεσαι στην πλευρά του δημοσίου τομέα να υπάρχει σταθερότητα των κανονισμών και απλούστευση του ρυθμιστικού πλαισίου. Σταδιακή ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού που θα στηρίξει τις επενδύσεις, πλην από μερικά χρόνια μιλάγαμε για αναντιστοιχία δεξιοτήτων, αλλά τώρα πολλές επιχειρήσεις αναφέρουν ότι δεν υπάρχουν άνθρωποι».
Η εξέλιξη του μίγματος των επενδύσεων στην Ελλάδα
Όπως αναφέρεται σε ειδικό πλαίσιο της έκθεσης του ΙΟΒΕ για την ελληνική οικονομία, η σταδιακή ανάκαμψη της εγχώριας οικονομίας από το 2017, και ιδιαίτερα ο υψηλός ρυθμός μεγέθυνσης της μετά το τέλος της πανδημίας, επέτρεψαν τη σημαντική ενίσχυση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου τα τελευταία χρόνια (19,1% και 11,6% το 2021 και 2022 αντιστοίχως, ενώ θετικός είναι ο ρυθμός μεγέθυνσης των πάγιων επενδύσεων στα τρία πρώτα τρίμηνα του 2023). Τον δυναμικό ρυθμό μεγέθυνσης των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου στηρίζουν οι ευρωπαϊκοί πόροι (αναθεώρηση του Σχεδίου "Ελλάδα 2.0" εντός του 2023, επέκταση δανειακού σκέλους ΤΑΑ, έγκριση του Σχεδίου REPowerEU), ενώ η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας από περισσότερους διεθνείς οίκους αξιολόγησης ενισχύει την εμπιστοσύνη προς την ελληνική οικονομία, δημιουργώντας προοπτικές για περαιτέρω διεύρυνση της επενδυτικής βάσης και μείωσης του υψηλού επενδυτικού κενού, το οποίο στο τέλος του 2022 υπολογίζεται σε περίπου 17 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2009.
Στις συνιστώσες των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου τη μεγαλύτερη συμβολή στην αύξηση των πάγιων επενδύσεων πριν το 2007 είχαν οι Κατοικίες και κατασκευές, ένας τομέας στον οποίο κατευθύνονται πρωτίστως οι αποταμιεύσεις των ελληνικών νοικοκυριών, με τις πάγιες επενδύσεις αυτού του τομέα να είναι σε απόλυτο μέγεθος σημαντικά υψηλότερες έναντι των αντίστοιχων επενδύσεων σε Μηχανολογικό και μεταφορικό εξοπλισμό. Αντίθετα, μετά το 2017, οπότε και άρχισε σταδιακά η εγχώρια ανάκαμψη, και ύστερα από την κατάρρευση των πάγιων επενδύσεων σε Κατοικίες και κατασκευές, οι πάγιες επενδύσεις σε Μηχανολογικό και μεταφορικό εξοπλισμό άρχισαν να έχουν μεγαλύτερο μερίδιο στην αύξηση των συνολικών επενδύσεων, υπερβαίνοντας ακόμα και σε μέγεθος τις αντίστοιχες επενδύσεις σε Κατοικίες και κατασκευές. Η τάση αυτή φαίνεται ωστόσο να αντιστρέφεται και πάλι το 2023, πιέζοντας σημαντικά τις τιμές σε αυτόν τον τομέα. Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως τα προηγούμενα δύο χρόνια παρατηρήθηκε μια απότομη άνοδος των ξένων άμεσων επενδύσεων σε ακίνητα, η οποία το 2022 άγγιξε το ιστορικό υψηλό του +68% σε σχέση με το 2021, ενώ οι συνολικές άμεσες ξένες επενδύσεις της ίδιας χρονιάς αντιπροσώπευαν περισσότερο του 20% των συνολικών ιδιωτικών επενδύσεων.
Ενώ η διατήρηση ενός θετικού και υψηλού ρυθμού μεγέθυνσης των συνολικών πάγιων επενδύσεων είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την εγχώρια ανάπτυξη, κρίσιμη επίσης θεωρείται η διεύρυνση της συμμετοχής των βασικών παραγωγικών τομέων της ελληνικής οικονομίας στις συνολικές επενδύσεις, ώστε να ενισχυθεί η διαφοροποίηση της εγχώριας παραγωγικής βάσης και η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
«Το μείγμα των πρόσφατων παγίων επενδύσεων επικεντρώνεται σε κατοικίες και κατασκευές, με τον μηχανολογικό και μεταφορικό εξοπλισμό να ακολουθεί. Η ανάκαμψη των παγίων επενδύσεων την περίοδο 2017- 2022 στηρίχθηκε κατά σειρά από επιχειρήσεις του τριτογενή τομέα, ακολουθούμενες από τη βιομηχανία και λιγότερο από τον πρωτογενή τομέα. Για να μπορέσει ωστόσο η εγχώρια οικονομία να καρπωθεί τα οφέλη των επενδυτικών ροών θα πρέπει αυτές να κατευθυνθούν σε εγχώριους τομείς με υψηλή προστιθέμενη αξία και εξωστρέφεια, όπως και σε τομείς του δημόσιου τομέα με υψηλό βαθμό θετικών εξωτερικοτήτων», αναφέρεται σχετικά στην έκθεση του ΙΟΒΕ.
Οι αλλαγές στην αγορά εργασίας
Την ανάγκη της ενίσχυσης της παραγωγικής δραστηριότητας της χώρας τονίζουν και οι αναλυτές της Eurobank σε σχετική ανάλυση για την αγορά εργασίας που δημοσιεύτηκε στην τελευταία έκδοση του δελτίου «7 ημέρες οικονομία». «Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της απασχόλησης στην Ελλάδα δείχνουν ότι η μετάβαση της οικονομίας προς ένα νέο αναπτυξιακό υπόδειγμα προσανατολισμένο προς την παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών υψηλής προστιθέμενης αξίας που είναι διεθνώς εμπορεύσιμα βρίσκεται σε εξέλιξη αλλά απαιτείται ακόμα μεγαλύτερη προσπάθεια για την επίτευξη και επίσπευση αυτού του μετασχηματισμού». Από τα στοιχεία φαίνεται ότι η ενίσχυση της απασχόλησης συνεχίζει να στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό από την άνοδό της σε κλάδους υπηρεσιών, αρκετοί εκ των οποίων δεν έχουν διεθνώς εμπορεύσιμη παραγωγή. Γι’ αυτό και είναι αναγκαία η ενίσχυση τόσο του Μεταποιητικού τομέα όσο και των λοιπών κλάδων με διεθνώς εμπορεύσιμη παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών καθώς δύναται να βελτιώσουν το εξωτερικό ισοζύγιο της οικονομίας.