Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας επιφέρει μια μόνιμη μείωση των αποδόσεων των ομολόγων κατά περίπου 70 μονάδες βάσης, σύμφωνα με το 58ο τεύχος του Οικονομικού Δελτίου της Τράπεζας της Ελλάδος που φιλοξενεί 3 μελέτες από τους Μαριάνθη Αναστασάτου, Χιόνα Μπαλφούσια, Ζαχαρία Μπραγουδάκη, Δημήτρη Μαλλιαρόπουλο, Πέτρο Μηγιάκη, Δημήτρη Παπαγεωργίου και Παύλο Πέτρουλα.
«Η μελέτη εξετάζει τις δυνητικές επιδράσεις για την ελληνική οικονομία μιας αναβάθμισης της κρατικής πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδος στην επενδυτική κατηγορία. Προγενέστερες εμπειρικές μελέτες διαπιστώνουν ότι οι αποδόσεις των ομολόγων, κρατικών και εταιρικών, μειώνονται μετά από μια αναβάθμιση της αντίστοιχης κρατικής πιστοληπτικής αξιολόγησης, ενώ θετική είναι η επίδραση και στο ρυθμό μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ και στις ροές χρηματοδότησης των επενδύσεων από το εξωτερικό, δηλ. τις άμεσες ξένες επενδύσεις και τις επενδύσεις χαρτοφυλακίου. Ωστόσο, η σχετική βιβλιογραφία δεν έχει διερευνήσει τις μη γραμμικές επιδράσεις που ενδεχομένως έχει η μεταβολή των αξιολογήσεων γύρω από το όριο της επενδυτικής κατηγορίας, ενώ εξετάζονται συνήθως αναπτυσσόμενες οικονομίες. Αρχικά, η μελέτη διερευνά εμπειρικά τις επιδράσεις μιας αναβάθμισης στην επενδυτική κατηγορία, χρησιμοποιώντας ένα μεγάλο δείγμα οικονομιών, τόσο αναπτυσσόμενων όσο και ανεπτυγμένων, ορισμένες εκ των οποίων αναβαθμίστηκαν στο διάστημα 2000-2022» αναφέρεται αρχικά.
Εκτιμάται ότι η αναβάθμιση στην επενδυτική κατηγορία επιφέρει μια μόνιμη μείωση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων κατά περίπου 70 μονάδες βάσης, την περίοδο τρεις μήνες πριν έως και τρεις μήνες μετά την αναβάθμιση, καθώς και σημαντικές μακροοικονομικές επιδράσεις, όπως αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ σε βάθος χρόνου κατά 2,5% και μείωση της μεταβλητότητάς του κατά 0,48%. Στη συνέχεια, η μελέτη εξετάζει τις δυνητικές επιδράσεις μιας αναβάθμισης στην επενδυτική κατηγορία για την ελληνική οικονομία. Αρχικά, εκτιμάται η μείωση του κόστους χρηματοδότησης για το Ελληνικό Δημόσιο που αναμένεται ως συνέπεια της αναβάθμισης, με τη χρήση υποδειγμάτων καμπύλης αποδόσεων. Κατόπιν, διερευνώνται οι δυνητικές επιδράσεις της εν λόγω μείωσης στον πραγματικό και στο χρηματοπιστωτικό τομέα της ελληνικής οικονομίας, στο πλαίσιο ενός δυναμικού στοχαστικού υποδείγματος γενικής ισορροπίας. Στόχος είναι η ανίχνευση και κατανόηση των μηχανισμών μετάδοσης της θετικής αυτής διαταραχής στην πραγματική οικονομία και τον τραπεζικό τομέα, καθώς και η ποσοτική προσέγγιση των αναμενόμενων επιδράσεων μέσω προσομοιώσεων του υποδείγματος. Σύμφωνα με τα ευρήματα της προσομοίωσης στο πλαίσιο του υποδείγματος, μια αναβάθμιση του Ελληνικού Δημοσίου στην επενδυτική κατηγορία οδηγεί σε μόνιμη αύξηση του επιπέδου των βασικών οικονομικών και χρηματοπιστωτικών μεγεθών. «Μακροπρόθεσμα, το επίπεδο του πραγματικού ΑΕΠ αυξάνεται και ενισχύονται τα τραπεζικά κεφάλαια και οι πιστώσεις. Επιπρόσθετα, επιδρά σταθεροποιητικά τόσο στον τραπεζικό τομέα όσο και στην πραγματική οικονομία» προστίθεται.