Νέο επενδυτικό τοπίο διαμορφώνει στη χώρα η εκρηκτική ανάπτυξη του ελληνικού τουρισμού, οι νέες τάσεις του ταξιδιού αλλά και είσοδος των ESG κριτηρίων στις χρηματοδοτήσεις. Παράγοντες του κλάδου εκτιμούν ότι η κινητικότητα στην ελληνική ξενοδοχία θα συνεχιστεί, πριμοδοτώντας κατά κύριο λόγο τις κατηγορίες με τα υψηλότερα αστέρια, αφήνοντας ωστόσο ανοιχτό κι ένα παράθυρο ευκαιρίας για την κατηγορία των τριών αστεριών που φαίνεται να ευνοείται από τις επιμέρους συνθήκες.
3 δισ. σε αναβαθμίσεις και ανακαινίσεις ξενοδοχείων το 2023
Σε όρους ξενοδοχειακής ανάπτυξης ήδη το 2023 σκιαγράφησε τις προοπτικές, με 3 δισ. να δαπανούνται τόσο για την ανάπτυξης νέων ξενοδοχειακών πρότζεκτ όσο και για ανακαινίσεις και παράλληλες αναβαθμίσεις υφιστάμενων μονάδων, όπως ανέφερε ο Θεόδωρος Τζούρος, Εκτελεστικός Γενικός Διευθυντής, Διευθυντής Εταιρικής και Επενδυτικής Τραπεζικής της Τράπεζας Πειραιώς Α.Ε., στο πλαίσιο του Διεθνούς Φόρουμ Φιλοξενίας 2024 που διοργάνωσε το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδος.
Πέρα από αυτό βέβαια, τόσο η περσινή χρονιά όσο και οι προηγούμενες απέδειξαν ότι στο στόχαστρο εγχώριων και διεθνών επενδυτών μπαίνουν οι κατηγορίες τεσσάρων και πέντε αστέρων, οι οποίες πιστώνονται και την αναβάθμιση του ξενοδοχειακού δυναμικού της χώρας. «Το trend των τελευταίων ετών είναι οι αναβαθμίσεις ξενοδοχείων, στο πλαίσιο των οποίων όλο και περισσότερες μονάδες εντάσσονται στην ομπρέλα κάποιου διεθνούς μπραντ και αποκτούν περισσότερα αστέρια» επεσήμανε ο κ. Τζούρος.
Σύμφωνα με τον ίδιο, από τα 70 δισ. ευρώ που κατευθύνονται για χρηματοδοτήσεις ελληνικών επιχειρήσεων, τα 10 δισ. ευρώ αφορούν τον ξενοδοχειακό κλάδο. «Τα προηγούμενα 10 χρόνια αποτελούσε πρόκληση για τους ξενοδόχους να καταφέρουν να εξασφαλίσουν την απαιτούμενη χρηματοδότηση. Τα τελευταία 2 χρόνια το ελληνικό τραπεζικό σύστημα και η ελληνική οικονομία εν γένει βρίσκονται σε άλλο επίπεδο. Οι τράπεζες έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί, δεν έχουμε εξυπηρετούμενα ανοίγματα, έχουμε ρευστότητα και μπορούμε να στηρίξουμε τους επιχειρηματίες με τη χρηματοδότηση νέων projects», τόνισε, εστιάζοντας παράλληλα και στο περιβάλλον των υψηλών επιτοκίων στο οποίο καλούνται να επιχειρήσουν οι ξενοδόχοι.
Οι διεθνείς αλυσίδες ψηφίζουν Ελλάδα
Προς επίρρωση των λεγόμενών του αρκεί να αναφέρουμε μερικά παραδείγματα. Ένα εξ αυτών η Hilton, o ξενοδοχειακός κολοσσός της φιλοξενίας που έχει στο χαρτοφυλάκιό της 22 brands, σχεδόν 7.400 ξενοδοχεία και πλέον των 1,1 εκατ. δωματίων σε 124 χώρες ανά τον κόσμο, η οποία μέσα σε λίγα χρόνια έχει πολλαπλασιάσει τις υπό διαχείριση μονάδες. Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε σε πρόσφατη συνέντευξη Τύπου ο Άλαν Μάρτιν διευθύνων σύμβουλος Ανάπτυξης, Νότιας Ευρώπης της Hilton, η εταιρεία διαθέτει πλέον 8 σε λειτουργία μονάδες στη χώρα μας, από 2 που διατηρούσε το 2021, ενώ 6 ακόμα προγραμματίζονται να λειτουργήσουν το επόμενο διάστημα.
Ένας ακόμα μεγάλος παίκτης που προγραμματίζει να διευρύνει το αποτύπωμά του στη χώρα μας είναι και η γαλλική Accor. Να θυμίσουμε ότι η εταιρεία έχει ήδη ανοίξει το NIKO Seaside Resort – MGallery Collection στον Αγ. Νικόλαο Κρήτης το 2023 ενώ στο χαρτοφυλάκιό της περιλαμβάνονται το Sofitel Athens Airport, το Novotel Athenes, το Athens Capital Hotel – MGallery Collection, της εισηγμένης Λάμψα Α.Ε, το πολυτελές Angsana Corfu Resort & Spa by Banyan Tree στην Κέρκυρα, αλλά και οι μονάδες του μπραντ Ibis, δύο ήδη σε λειτουργία και μια ακόμα - το Ibis Athens Museum Hotel - υπό κατασκευή με στόχο να ολοκληρωθεί το 2024. Για τη συνέχεια δε, σχεδιάζει να ανοίξει ακόμα 8 μονάδες στη χώρα μας, στις κατηγορίες των τριών, τεσσάρων και πέντε αστέρων, όπως ανέφερε ο Frank Raul της Accor κατά την συμμετοχή του στο πάνελ που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του Διεθνούς Φόρουμ Φιλοξενίας 2024.
Πέρα από τις διεθνείς αλυσίδες που έχουν ήδη παρουσία στη χώρα μας απόβαση σχεδιάζουν και νέες. Μια εξ αυτών και η κυπριακή Thanos Hotels and Resorts, η οποία, σύμφωνα με πληροφορίες του insider.gr σχεδιάζει την επέκτασή της επί ελληνικού εδάφους αρχής γενομένης από τη Μύκονο.
Η ευκαιρία της Αθήνας
Εκτός από την επενδυτική κινητικότητα των διεθνών ξενοδοχειακών κολοσσών αλλά και των funds, με αιχμή τον τουρισμό πολυτελείας, έντονο καταγράφεται το ενδιαφέρον και για υποδομές φιλοξενίας κατώτερων κατηγοριών. Ειδικά για ξενοδοχεία τριών αστέρων που συνδέονται άρρηκτα με το στυλ ζωής της GEN Z αλλά και με το αστικό life style που αναπτύσσεται σταδιακά σε πόλεις όπως η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη.
Σύμφωνα δε με τον Will Dowling, των Virgin Hotels, προσεχώς θα δούμε ακόμα και resort να εστιάζουν στην εν λόγω κατηγορία καταναλωτών ενώ και η πρωτεύουσα θα έπρεπε να επενδύσει στο κίνημα της νιότης της GEN Z που παρουσιάζει διαφορετικά χαρακτηριστικά έναντι άλλων ταξιδιωτών.
Μια μικρή στροφή παρατηρείται ήδη, με πολιτιστικές δράσεις και μουσικές εκδηλώσεις που φιλοξενούνται σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους ξενοδοχείων να πολλαπλασιάζονται. Αυτές και άλλες συναφείς δραστηριότητες μπορούν να προσελκύσουν επισκέπτες της νέας γενιάς, όπως επεσήμανε, υπογραμμίζοντας ότι η Αθήνα έχει τις προδιαγραφές να γίνει το νέο «Βερολίνο», προσελκύοντας ταξιδιώτες για μια σειρά εναλλακτικών εμπειριών που θα προσφέρει. Σε αυτό θα συμβάλλουν σύμφωνα με τον ίδιο και τα ιδιωτικά ΑΕΙ που έχουν βάλουν πλώρη για την χώρα μας. «Το γεγονός θα αποτελέσει θετικό παράγοντα και πόλο έλξης για τους νέους που θα μπορέσουν να συνδυάσουν την Αθηναϊκή φιλοξενία με αποδράσεις σε κοντινά νησιά».
Επιτακτική η στροφή στη βιωσιμότητα
Απαραίτητη προϋπόθεση για τις μονάδες χαμηλότερων κατηγοριών αποτελεί βέβαια η πρόσβαση σε χρηματοδότηση, η οποία δεν αποδεικνύεται, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς το ίδιο εύκολη όπως όταν πρόκειται για επενδύσεις σε πεντάστερες μονάδες. Μάλιστα οι προκλήσεις για τους μικρότερους δείχνουν να αυξάνουν, δεδομένης και της εισόδου κριτηρίων ESG στις προϋποθέσεις χρηματοδότησης, με τα οποία θα κληθούν να εξοικειωθούν και οι μικρομεσαίοι ξενοδόχοι. «Για τους ιδιοκτήτες δύο και τριών αστέρων ο ανταγωνισμός καθίσταται όλο και πιο δύσκολος», ανέφερε από πλευράς του ο κ. Τζούρος, ξεκαθαρίζοντας ότι «η ESG ατζέντα μπαίνει στις ζωές μας. Ενεργειακή απόδοση, ισότητα φύλων, «πράσινες» εκπομπές κρίνουν σε σημαντικό βαθμό τις χρηματοδοτήσεις, βάσει και των επιταγών της ΕΚΤ και σε ένα χρόνο θα είναι πολύ δύσκολο για μια τράπεζα να δώσει δάνεια αν δεν πληρούνται τα κριτήρια ΕSG».
Τα εν λόγω κριτήρια δε, δεν είναι μόνο προϋπόθεση για τις χρηματοδοτήσεις αλλά και για την επόμενη μέρα των υφιστάμενων μονάδων. «Χρειάζεται βιώσιμη στρατηγική καθώς ο δυνητικός επισκέπτης επιλέγει προορισμούς με κριτήριο τη βιωσιμότητα» ανέφερε χαρακτηριστικά από στο Φόρουμ ο πρώην πρόεδρος του ΣΕΤΕ, Γιάννης Ρέτσος, σημειώνοντας ότι λαοί όπως οι Ολλανδοί και οι Γερμανοί, με τους τελευταίου να είναι διαχρονικά οι βασικοί τροφοδότες του ελληνικού τουρισμού, είναι ιδιαίτερα ευαίσθητοι σε θέματα ESG. Σύμφωνα με τον ίδιο η Ελλάδα πλέον συγκαταλέγεται στους ώριμους τουριστικά προορισμούς γεγονός, που την καθιστά ευάλωτη σε κριτική. «Αν δεν μπορέσουμε να δώσουμε στους 34 εκατ. επισκέπτες που πληρώνουν πλέον ακριβά για να έλθουν στη χώρα μας σε σχέση με την προηγούμενη 10ετία, αυτό που έχουν αγοράσει, τότε θα υπάρξει πρόβλημα και το ελληνικό τουριστικό προϊόν θα βρεθεί ανοιχτό σε κριτική. Για να μην συμβεί αυτό θα πρέπει να προχωρήσει όχι μόνο ο εκσυγχρονισμός των ιδιωτών αλλά και αυτός των δημόσιων υποδομών, κάτι που μέχρι τώρα δεν έχει συμβεί» κατέληξε ο κ. Ρέτσος.