Η δεύτερη, μετά το ρεύμα, ενεργειακή πληγή για τους αγρότες, είναι το κόστος των λιπασμάτων, ενός από τους βασικούς πυλώνες της σύγχρονης γεωργίας. Οι αγρότες, ταλαιπωρήθηκαν πολύ τα τελευταία χρόνια από τον σχεδόν τριπλασιασμό της τιμής των λιπασμάτων, με αφορμή τον πόλεμο στην Ουκρανία. Οι παρεμβάσεις εθνικής και κοινοτικής πολιτικής ήταν ελάχιστες, παρόλο την παράλληλη οικονομική και περιβαλλοντική σημασία του τομέα αυτού. Το insider.gr αναφέρθηκε διεξοδικά στον χώρο αυτό και τις δυνατότητες παρεμβάσεων σε επίπεδο αγοράς. Αλλά οι τιμές των εισροών, είναι το ένα θέμα. Το δεύτερο πολύ σημαντικό θέμα, είναι αυτό της ορθής χρήσης όλων των εισροών και κυρίως των λιπασμάτων που χρησιμοποιούνται σε μεγάλες ποσότητες και όγκους.
Υπάρχουν πολλά είδη λιπασμάτων και κυριολεκτικά άπειροι τύποι. Αναφορικά με τη συμμετοχή των λιπασμάτων στο κόστος παραγωγής, το θέμα της επιλογής του τύπου είναι το πιο σπουδαίο, αλλά και αυτό που καθορίζει και το τελικό κόστος. Τα πολύ συμπυκνωμένα, όπως για παράδειγμα η ουρία, είναι αναλογικά πολύ φθηνότερα από τα λιγότερο πυκνά, όπως η θειϊκή αμμωνία. Αλλά δεν σημαίνει ότι το φθηνότερο μπορεί να είναι πάντοτε η σωστή επιλογή. Η διαφορά όγκου για παράδειγμα μεταξύ των δύο περιπτώσεων που αναφέραμε είναι μεγαλύτερη 1:2. Αυτό μας οδηγεί στο δεύτερο σημείο κόστους που είναι η διακίνηση και εφαρμογή των λιπασμάτων. Αρα γίνεται εμφανές οτι η ύπαρξη ενός επιστήμονα, συμβούλου και καθοδηγητή, ενημερωμένου όμως στις πάμπολες πρόσφατες τεχνολογικές εξελίξεις, είναι απολύτως απαραίτητη.
Δυστυχώς σήμερα, στις αποφάσεις των αγροτών για την επιλογή της λίπανσης επικρατεί πρώτα η συνήθεια, ή η σιγουριά της δοκιμασμένης λύσης, μετά το ποσό των χρημάτων που θα πρέπει να ξοδέψουν για την αγορά τους λόγω έλλειψης ρευστότητας, και στο τέλος οι υπολογισμοί κόστους. Οι γεωπόνοι και οι εταιρείες λιπασμάτων συνδράμουν κι αυτές όσο μπορούν στην κατάλληλη επιλογή, αλλά οι αγρότες πάντα έχουν στο νου τους την παροιμία «βάλε το λύκο να φυλάει τα πρόβατα». Λίγο η έμφυτη καχυποψία του Ελληνα, λίγο τυχόν αποτυχίες του παρελθόντος έχουν δημιουργήσει ένα κλίμα επιφυλακτικότητας. Δυστυχώς οι πρόσφατες εξελίξεις στις τιμές των λιπασμάτων, αύξησαν την επιφυλακτικότητα αυτή.
Άρα λοιπόν στο θέμα λίπανση, που είναι μέσα στα τρία πρώτα στοιχεία κόστους σε όλες τις καλλιέργειες, υπάρχουν πολλά θολά σημεία τα οποία χρήζουν παρέμβασης. Οι αγρότες μας για παράδειγμα, δεν έχουν τη σωστή εικόνα για το περιβαλλοντικό κόστος των λιπασμάτων. Θεωρούν τα φάρμακα περισσότερο επικίνδυνα, αφού βλέπουν για παράδειγμα τα διάφορα ζωύφια να είναι νεκρά αμέσως μετά τον ψεκασμό. Ούτε γνωρίζουν για το περιβαλλοντικό αποτύπωμά τους. Ούτε γνωρίζουν οτι με την χρήση βιοδιεγερτών μπορούν να αυξήσουν την αποτελεσματικότητα της λίπανση και να μειώσουν τους χρισιμοποιούμενους όγκους λιπασμάτων. Αύριο όμως, που θα κληθούν να μειώσουν τις ποσότητες που χρησιμοποιούν και θα δουν οτι οι καλλιεργειές τους δεν θα υποφέρουν και τόσο πολύ θα αναρωτηθούν «καλά τι έκανα τόσα χρόνια; Γιατί στέρησα λεφτά από τα παιδιά μου». Και τότε θα στρέψει και πάλι τα βλέμματά του στο κράτος και θα ζητήσει ευθύνες. Από τους ιδιώτες προμηθευτές του θεωρεί προφανές οτι προσπαθούσαν να προωθήσουν τις πωλήσεις τους. Από το κράτος όμως;;;
Οσες εταιρείες ακολουθήσουν την οδό της τιμιότητας και της διαφάνειας, είναι βέβαιο οτι θα κερδίσουν πόντους. Πρόσφατα, ζητήσαμε από τον γεωπόνο που συνεργαζόμαστε τη γνώμη του για ένα βιοδιεγέρτη συγκεκριμένης εταιρείας: «Δεν τον έχω δουλέψει αλλά οτι έχει βγάλει αυτή η εταιρεία είναι στην κυριολεξία τίμιο» ήταν η απάντησή του. Τι άλλο θα ήθελε να ακούσει ένας επιχειρηματίας;
Λόγω των μεγάλων όγκων των χρησιμοποιούμενων λιπασμάτων, το όλο θέμα χειρισμού τους από την αποθήκη του εμπόρου μέχρι τη ρίψη στο χωράφι, ενέχει μεγάλο περιθώριο εκμηχάνισης και μείωσης κόστους. Οι περισσότεροι αγρότες, χρησιμοποιούν εντελώς ακατάλληλα και πεπαλαιωμένα μηχανήματα ρίψης λιπάσματος στο χωράφι, ενώ η διακίνηση μέχρι εκεί γίνεται σε μεγάλο βαθμό χειρωνακτικά. Παρεμβάσεις στο σύστημα αυτό σημαίνει μείωση της σπατάλης λιπάσματος, καλύτερη εφαρμογή στο χωράφι, μεγαλύτερη ταχύτητα εργασίας, χαμηλότερο κόστος εργασίας και κυρίως καλύτερη ποιότητα εργασίας χωρίς ατυχήματα και καταπονήσεις.
Εάν λοιπόν ξεκινούσε μια συστηματική καμπάνια εξορθολογισμού ολόκληρου του φάσματος της λίπανσης, τότε και το κόστος θα μειωνόταν πολύ -ίσως και 30%- και τα περιβαλλοντικά οφέλη θα ήταν άμεσα και θα πιστώνονταν στην χώρα μας. Οσο λοιπόν καθυστερεί μια τέτοια κίνηση, τόσο οι αγρότες θεωρούν ότι είναι έρμαια των προμηθευτών τους, άσχετα εάν οι περισσότεροι από αυτούς κάνουν μεγάλες προσπάθειες εξορθολογισμού της κατάστασης.
Ετσι λοιπόν, ο χώρος της λίπανσης, που ταλαιπώρησε πολύ τους αγρότες τα τελευταία 2 χρόνια με τον σχεδόν τριπλασιασμό της τιμής των λιπασμάτων με αφορμή τον πόλεμο στην Ουκρανία, έχει μεγάλο περιθώριο για εφαρμογή μέτρων εκσυγχρονισμού και μείωσης του κόστους και κατά συνέπεια εξοικονόμησης χρημάτων. Επειδή οι λάθος χρήσεις, οι πλαδαροί τρόποι διαχείρισης αλλά και τα περιθώρια κέρδους πολλών εμπλεκομένων στην συγκεκριμένη αλυσίδα είναι μεγάλα, κατά συνέπεια και τα περιθώρια εξοικονόμησης είναι μεγάλα και τα αναμενόμενα αποτελέσματα θα μπορούσαν να είναι σημαντικά και γρήγορα εμφανή.
Ο συγκεκριμένος χώρος προσφέρεται με βεβαιότητα για την υλοποίηση μιας συγκεκριμένης αυτόνομης πολιτικής, εστιασμένη τόσο στη μείωση του κόστους παραγωγής, όσο και την περιβαλλοντική αναβάθμιση της γεωργίας μας στο σύνολο.
Ο άλλος χώρος των καυσίμων, είναι κι αυτός καθ’ εικόνα και αφομοίωση της αγροτικής μας οικονομίας. Όλα τα δομικά προβλήματά της συμβάλλουν στην αυξημένη χρήση καυσίμων. Τα πολλά και διάσπαρτα αγροτεμάχια που έχουν όλοι οι αγρότες στην Ελλάδα, συνεπάγονται μεγάλη ενεργειακή σπατάλη, απλά και μόνο από τις μετακινήσεις εξοπλισμού, που φυσικά χρησιμοποιεί πετρέλαιο. Το μη κανονικό σχήμα των περισσότερων χωραφιών, συνεπάγεται εκτός των άλλων κι επιπλέον πέρα δώθε για τον εξοπλισμό μέσα στο ίδιο το χωράφι. Η παλαιότητα του εξοπλισμού, κυρίως της άρδευσης, μοτέρ, σωλήνες κ.α., επιβάλουν τακτικότερη επιθεώρηση επί τόπου τις ώρες λειτουργίας του, άρα περισσότερα χιλιόμετρα για το αγροτικό, το τρακτέρ ή το μηχανάκι. Θυμάμαι, φίλος αγρότης, τις εκτιμήσεις του οποίου μπορώ να επικαλεστώ με ασφάλεια, είχε υπολογίσει στο παρελθόν, οτι για τα δύο μηχανάκια -μεγέθους «παπί»- που χρησιμοποιούσε αυτός και ο εργάτης του ολόκληρο το καλοκαίρι, επιβάρυνε την εκμετάλλευσή του κατά 2 ευρώ το στρέμμα, όταν ακόμη τα καύσιμα ήταν σε χαμηλότερες τιμές και το κόστος παραγωγής κάτω από 100 ευρώ το στρέμμα. Καλά κρυμμένα κόστη παραγωγής, που εν πολλοίς βασίζονται σε δομικά προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν ταχύτατα.
Οσο καιρό λοιπόν βασικές έννοιες της αγροτικής οικονομίας, όπως ο αναδασμός, δεν εφαρμόζονται στην πράξη, οι αγρότες θα χάνουν άφθονο χρόνο στις μετακινήσεις τους από χωράφι σε χωράφι, τα αγροτικά τους θα διαλύονται σιγά σιγά στους χωματόδρομους, τα αγροτικά τους μηχανήματα θα υποαξιοποιούνται ενώ θα υποφέρει η μέση τους στο πέρα δώθε στους κακής ποιότητας αγροτικούς δρόμους. Αυτό το τελευταίο, μην το υποτιμάτε καθόλου, είναι πρόβλημα που αποκτάει δυναμική
Όλα αυτά σε συνδυασμό οτι μεγάλο μέρος των αγροτών δεν μένει πια στα χωριά λόγω έλλειψης κοινωνικών υποδομών, αλλά έχει μετακομίσει σε πόλεις ή κεφαλοχώρια αρκετά χιλιόμετρα πιο μακριά και πηγαινοέρχεται καθημερινά στα χωράφια τους, ανεβάζουν το κοστολόγιο των καυσίμων στα ύψη. Γιαυτό οι αγρότες επιμένουν τόσο πολύ στην επιστροφή του ΕΦΚ του πετρελαίου και παράλληλα ζητούν μείωση της τιμής στην αντλία.
Η γεωργία μας είναι δυστυχώς ενεργειακά πολύ σπάταλη. Οπως και ολόκληρη η οικονομία μας άλλωστε. Οι τρεις χώροι, ρεύμα, λίπασμα και καύσιμα, που συζητήσαμε στα δύο τελευταία μας σημειώματα, είναι βέβαιο ότι εάν εξορθολογικοποιηθούν κι εκσυγχρονιστούν, θα δημιουργήσουν τις προυποθέσεις για μια αλλοιώτικη και κυρίως ποιό ανταγωνιστική πρωτογενή παραγωγή. Και το σημαντικότερο, επειδή όλη αυτή η σπατάλη βασίζεται σε μια πολύ παλαιού τύπου δομή και υποδομές, οι πρώτες παρεμβάσεις θα μπορούσαν να φανούν άμεσα, με αποτέλεσμα να τονωθεί εκτός από την τσέπη και το ηθικό των αγροτών μας.