Οι διαταραχές της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης εξακολουθούν να επηρεάζουν την εξέλιξη των πωλήσεων στο λιανικό εμπόριο, σύμφωνα με το νεότερο τεύχος του δελτίου «7 Ημέρες Οικονομία» της Eurobank.
Η ανάλυση της Eurobank, βασίζεται στους δείκτες όγκου και κύκλου εργασιών λιανικού εμπορίου που δημοσιεύει κάθε μήνα η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ). Ο μεν πρώτος μετρά την αξία των πωλήσεων του λιανικού εμπορίου σε σταθερές τιμές, δηλαδή η μεταβολή του δείχνει την αύξηση ή τη μείωση του όγκου των πωλούμενων αγαθών, ο δε δεύτερος μετρά την αξία των πωλήσεων του λιανικού εμπορίου σε τρέχουσες τιμές, δηλαδή η μεταβολή του περιλαμβάνει τόσο τις αυξομειώσεις του όγκου των πωλούμενων αγαθών όσο και τις αυξομειώσεις των τιμών χρέωσης.
Ο δείκτης λιανικού εμπορίου αποτελείται από 8 κατηγορίες καταστημάτων. Αυτές είναι: μεγάλα καταστήματα τροφίμων (super markets), πολυκαταστήματα, καύσιμα και λιπαντικά αυτοκινήτων, τρόφιμα-ποτά-καπνός, φαρμακευτικά-καλλυντικά, ένδυση-υπόδηση, έπιπλα-ηλεκτρικά είδη-οικιακός εξοπλισμός και βιβλία-χαρτικά-λοιπά είδη. Κάποια γενικά αποτελέσματα που προκύπτουν από την ανάγνωση των στοιχείων έχουν ως εξής (βλέπε Πίνακα 1 και Σχήματα 2.1-2.8).
Κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους και της περιόδου στασιμότητας που τη διαδέχτηκε, ο δείκτης όγκου λιανικού εμπορίου συρρικνώθηκε συνολικά κατά 41,2% αντανακλώντας τη μεγάλη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών.
Τον πρώτο χρόνο της πανδημίας (2020) λόγω των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης ο όγκος των πωλούμενων αγαθών στο λιανικό εμπόριο συρρικνώθηκε κατά 4,0%, με τις μεγαλύτερες μειώσεις να καταγράφονται στα καύσιμα και λιπαντικά αυτοκινήτων (-13,3%, λόγω της απαγόρευσης των μετακινήσεων) και στην ένδυση – υπόδηση (-21,7%, λόγω της κατακόρυφης αύξησης του χρόνου παραμονής των μελών των νοικοκυριών στις οικίες τους).
Αντιθέτως, οι ανάγκες που δημιούργησε η πανδημία για κατανάλωση φαρμακευτικών αγαθών και για εστίαση των μελών των νοικοκυριών στις οικίες τους οδήγησε σε αύξηση των πωλήσεων στα φαρμακευτικά-καλλυντικά και στα μεγάλα καταστήματα τροφίμων (super markets) κατά 17,4% και 5,2% αντίστοιχα.
Τη διετία 2021-2022 το άνοιγμα των οικονομικών – κοινωνικών δραστηριοτήτων παράλληλα με τα εκτεταμένα μέτρα δημοσιονομικής στήριξης οδήγησαν σε αύξηση του δείκτη όγκου λιανικού εμπορίου (μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής 6,7%).
Οι κατηγορίες καταστημάτων των βιβλίων-χαρτικών-λοιπών-ειδών, των επίπλων-ηλεκτρικών ειδών-οικιακού εξοπλισμού, ένδυσης-υπόδησης και φαρμακευτικών-καλλυντικών κατέγραψαν τις υψηλότερες μέσες ετήσιες αυξήσεις με 16,6%, 16,3%, 15,5% και 14,3% αντίστοιχα.
Το 2023 λόγω των υστερόχρονων επιδράσεων του υψηλού πληθωρισμού και της μεταπανδημικής επιβράδυνσης της ζήτησης, ο όγκος των πωλήσεων στο λιανικό εμπόριο μειώθηκε κατά 3,3%.
Οι κατηγορίες καταστημάτων που σημείωσαν πτώση στον όγκο των πωλήσεων τους ήταν τα μεγάλα καταστήματα τροφίμων (super markets, 3,1%), τα καύσιμα και λιπαντικά αυτοκινήτων (1,1%), τα φαρμακευτικά-καλλυντικά (3,5%) και οριακά τα βιβλία-χαρτικά-λοιπά είδη (0,5%).
Σε σύγκριση με τα προ πανδημίας επίπεδα ο όγκος των πωλούμενων αγαθών στον λιανικό εμπόριο το 2023 ήταν ενισχυμένος κατά 5,6%, με τις κατηγορίες καταστημάτων των φαρμακευτικών-καλλυντικών, επίπλων-ηλεκτρικών ειδών-οικιακού εξοπλισμού και βιβλίων-χαρτικών-λοιπών ειδών να παρουσιάζουν τις υψηλότερες σωρευτικές αυξήσεις της τάξης του 47,6%, 33,3% και 29,2%.
Τα εν λόγω αποτελέσματα συνδέονται σε έναν βαθμό με τις υστερόχρονες επιδράσεις της πανδημίας, με την αύξηση των επενδύσεων σε κατοικίες και με τις ανάγκες που δημιουργεί η ψηφιοποίηση της οικονομίας (στην κατηγορία βιβλίων-χαρτικών-λοιπών ειδών περιλαμβάνονται οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές και ο τηλεπικοινωνιακός εξοπλισμός).
Τέλος, την 4ετία 2020-2023, τις υψηλότερες αποκλίσεις ανάμεσα στην αξία των πωλήσεων του λιανικού εμπορίου σε τρέχουσες τιμές και στον όγκο των πωλούμενων αγαθών παρουσιάζουν οι κατηγορίες των μεγάλων καταστημάτων τροφίμων (28,6% vs 1,5%), των καυσίμων και λιπαντικών αυτοκινήτων (7,2% vs -9,8%) και των τροφίμων-ποτών-καπνού (27,4% vs 2,3%).
Ειδικά στα μεγάλα καταστήματα τροφίμων, το 2023 για δεύτερη χρονιά στη σειρά ο όγκος των πωλούμενων αγαθών μειώνεται, ενώ η αξία των πωλήσεων σε τρέχουσες τιμές αυξάνεται.