Σημαντική ετερογένεια με τάσεις μάλιστα ενίσχυσης των ανισοτήτων μεταξύ των διάφορων περιοχών της χώρας αναδεικνύει η πρώτη έκθεση του ΙΟΒΕ για τις κοινωνικές οικονομικές τάσεις στις ελληνικές περιφέρειες που παρουσιάστηκε χθες σε συνεργασία με το Παρατηρητήριο Περιφερειακών Πολιτικών.
Όπως φαίνεται από τη μελέτη που πραγματοποίησε το ΙΟΒΕ, το μισό του συνολικού ΑΕΠ της χώρας παράγεται στην Αττική, ενώ η περιφέρεια της πρωτεύουσας πραγματοποιείται πάνω από το ένα τρίτο των συνολικών επενδύσεων και πάνω από το μισό των συνολικών εξαγωγών. Συνολικά παρατηρείται υψηλή συγκέντρωση της οικονομικής δραστηριότητας στις περιφέρειας των δύο μεγάλων αστικών κέντρων (Αττική και Κ. Μακεδονία).
Έντονες αποκλίσεις παρουσιάζει και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, το οποίο για παράδειγμα στην Αττική είναι υπερδιπλάσιο από αυτό στο Βόρειο Αιγαίο και την Ανατ. Μακεδονία και Θράκη. Υψηλή εξωστρέφεια (σύνολο εξαγωγών και εισαγωγών ως ποσοστό του ΑΕΠ) καταγράφουν οι περιφέρειες Πελοποννήσου (140%), Αττικής (76%) και Κεντρικής Μακεδονίας (57%). Στον αντίποδα, ιδιαίτερα χαμηλός είναι ο δείκτης σε Ν. Αιγαίο (4%), Βόρειο Αιγαίο (6%) και τα νησιά του Ιονίου (9%).
Σημαντικές ανισότητες μεταξύ των περιφερειών καταγράφονται και στην ανταγωνιστικότητα, όπως αποτυπώνεται στον σχετικό Δείκτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και αυτό χωρίς να παρατηρείται τάση σύγκλισης σύμφωνα με τον ΙΟΒΕ. Ο Δείκτης Περιφερειακής Ανταγωνιστικότητας (ΔΠΑ) είναι υψηλότερος από τον αντίστοιχο δείκτη στο σύνολο της χώρας μόνο στην Αττική, ενώ οι περιφέρειες με λιγότερο καλές επιδόσεις σε θέματα ανταγωνιστικότητας απέκλιναν περισσότερο από τον μέσο όρο κατά την κρίση της πανδημίας, παρουσιάζοντας υποχώρησης κατά τα έτη 2019 με 2022.
Τα βασικά ευρήματα της μελέτης ανά τομέα έχουν ως εξής:
Δημογραφικές τάσεις: Η μείωση και γήρανση του πληθυσμού της χώρας, αποτελούν μείζον εθνικό πρόβλημα. Ο πληθυσμός μειώνεται από το 2010, σημειώνοντας σωρευτική μείωση κατά 5,9% έως το 2022. Αντίστοιχη τάση εμφανίζουν και οι περιφέρειες, με ενδεικτικές όμως ετερογένειες, καθώς η ηπειρωτική Ελλάδα συρρικνώνεται πληθυσμιακά γρηγορότερα από τη νησιωτική Ελλάδα. Ο πληθυσμός στη Δυτική Μακεδονία, την Κεντρική Ελλάδα και την Πελοπόννησο έχει συρρικνωθεί περίπου στο 10%, ενώ το Βόρειο, το Νότιο Αιγαίο, και οι Ιόνιοι Νήσοι έχουν καταγράψει μικρότερη μείωση, γύρω στο 2%. Η Κρήτη είναι η μόνη περιφέρεια στην Ελλάδα που παρουσιάζει οριακά θετικό ρυθμό πληθυσμιακής ανάπτυξης.
Οικονομική Δραστηριότητα και Επιχειρηματικότητα: Καταγράφεται, όπως είναι αναμενόμενο, υψηλή συγκέντρωση της οικονομικής δραστηριότητας στις περιφέρειες των δύο μεγάλων αστικών κέντρων, όπου πραγματοποιείται πάνω από το μισό των συνολικών επενδύσεων. Η περιφέρεια Αττικής συνεισφέρει σχεδόν το μισό του συνολικού ΑΕΠ, πάνω από το ένα τρίτο των συνολικών επενδύσεων και πάνω από το μισό των συνολικών εξαγωγών. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ παρουσιάζει έντονες αποκλίσεις (στην Αττική καταγράφεται με διαφορά και το υψηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ), ενώ σημειώνεται υψηλή αναπτυξιακή δυναμική των περιφερειών της νησιωτικής Ελλάδα σε σχέση με τις περιφέρειες της ηπειρωτικής Ελλάδας. Στην ηπειρωτική Ελλάδα, οι περισσότερες περιφέρειες που φιλοξενούν σημαντικές βιομηχανικές μονάδες, κατόρθωσαν το 2021 να ανακτήσουν το προ πανδημίας επίπεδο του ΑΕΠ, παρουσιάζοντας ταυτόχρονα υψηλή εξωστρέφεια.
- ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: ΙΟΒΕ: Σε χαμηλό 14 μηνών το οικονομικό κλίμα τον Φεβρουάριο – «Κλειδί» η διασφάλιση της ανάπτυξης
Χρηματοπιστωτικός Τομέας: Ο βαθμός ένταξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων στο τραπεζικό σύστημα είναι υψηλότερος σε Αττική και νησιωτική Ελλάδα. Η ελληνική κρίση έπληξε τις ιδιωτικές τραπεζικές καταθέσεις την περίοδο 2009-2016 σε πολλαπλάσιο βαθμό από το ίδιο το ΑΕΠ, ειδικά στην Αττική. Μετά την κρίση, η ανάκαμψη των καταθέσεων υπερβαίνει την αντίστοιχη του ΑΕΠ, ειδικά στη νησιωτική Ελλάδα και την Αττική.
Η ετερογένεια σε δείκτες χρηματοοικονομικής ένταξης, τραπεζικών καταθέσεων και χορηγήσεων, αναδεικνύει ευκαιρίες για τον τοπικό ρόλο των τραπεζών. Η περιφέρεια της Αττικής, το Νότιο Αιγαίο, η Κρήτη, τα Ιόνια Νησιά και η Ήπειρος εμφανίζονται υψηλά στη σχετική κατάταξη επιλεγμένων χρηματοοικονομικών δεικτών, ενώ αναδεικνύεται η ευκαιρία για σύγκλιση σε ορισμένες περιφέρειες, όπως η Δυτική Μακεδονία, η Δυτική Ελλάδα και η Πελοπόννησος.
Αγορά Εργασίας: Συρρικνώνεται σταδιακά το ποσοστό ανεργίας σε όλη την επικράτεια μετά το 2013, καθώς και η διασπορά αυτού με την ισχυρότερη πτώση να καταγράφεται – όπως και στην περίπτωση της μεγαλύτερης ανόδου του – στην περιφέρεια Αττικής. Η περιφέρεια της Δυτικής Μακεδονίας παρουσιάζει διαχρονικά το υψηλότερα ποσοστά ανεργίας μεταξύ των 13 περιφερειών της χώρας. Η κατανομή της απασχόλησης μεταξύ πρωτογενούς, δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα διαφέρει σημαντικά μεταξύ των περιφερειών.
Κοινωνικές Υπηρεσίες και Κοινωνική Ένταξη: Η ένταση της ανισότητας εισοδήματος και φύλου διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των περιφερειών. Ο κίνδυνος φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού αφορά μεταξύ 17,8% (Κρήτη) και 37,2% (Δυτική Ελλάδα) του συνολικού πληθυσμού κάθε περιφέρειας. Οι γυναίκες απασχολούνται λιγότερο από τους άνδρες. Η απόκλιση κυμαίνεται μεταξύ 16,5% (Αττική) και 31,4% (Στερεά Ελλάδα) του συνόλου της απασχόλησης.
Οι υποδομές υγειονομικής περίθαλψης καταγράφουν σημαντική γεωγραφική ετερογένεια που εν μέρει αντανακλάται στα ποσοστά αυτοαναφερόμενων μη εξυπηρετούμενων ιατρικών αναγκών.
Ξεχωρίζουν περιφέρειες εκτός της Αττικής με υψηλό μερίδιο φοιτητών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αλλά και περιφέρειες με χαμηλό ποσοστό συμμετοχής νέων σε εργασία ή εκπαίδευση.
Χωροταξία και περιβάλλον: Οι περιφέρειες με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση πληθυσμού και επιχειρήσεων έχουν και τις περισσότερες μονάδες διαχείρισης αποβλήτων με εξαίρεση το Βόρειο Αιγαίο το οποίο διαχρονικά σημειώνει περιορισμένο αριθμό μονάδων διαχείρισης αποβλήτων και κατ’ επέκταση μεγάλο όγκο πληθυσμού ανά μονάδα εξυπηρέτησης.
Τα γεωμορφολογικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά της κάθε περιφέρειας αποτελούσαν παράγοντες διαμόρφωσης των χρήσεων γης σε αυτές. Ο πρωτογενής τομέας και τα δάση απορροφούν μικρότερο ποσοστό γης από τον μέσο όρο στην ΕΕ, ενώ καταγράφεται ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό αχρησιμοποίητων και εγκαταλελειμμένων περιοχών.
Τα επίπεδα πληρότητας των ξενοδοχειακών καταλυμάτων διαφέρουν συστηματικά μεταξύ περιφερειών. Συμβάλλοντας και στην τουριστική ανάπτυξη της περιοχής, οι χρήσεις γης για πολιτιστικές δραστηριότητες προωθούν την προβολή του πολιτισμού και ταυτότητα της κάθε περιφέρειας. Μετά το 2015, τα ποσοστά χρήσεων γης για πολιτιστικές δραστηριότητες μειώνονται σε όλες τις περιφέρειες (πλην Πελοποννήσου), ενώ η Αττική, το Νότιο Αιγαίο και η Κεντρική Μακεδονία σημειώνουν τα υψηλότερα επίπεδα για το 2018.