Για ένα θέρμο καλοκαίρι έστρωσαν το δρόμο χθες οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης κατά την πρώτη συζήτηση για τους πολυετείς προϋπολογισμούς, οι οποίοι έχουν τελικό ορίζοντα κατάθεσης στις 20 Σεπτεμβρίου. Όπως έγινε σαφές, ακόμη τελικές κατευθύνσεις δεν υπάρχουν, καθώς πρώτα από όλα θα πρέπει να εγκριθεί τον επόμενο μήνα σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο το νέο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο και θα ακολουθήσει -όπως δήλωσε ο αρμόδιος Επίτροπος Πάολο Τζεντιλόνι - ένα «ενδιαφέρον δημοσιονομικά καλοκαίρι», καθώς θα πρέπει να εξειδικευτεί η χθεσινή λιτή ανακοίνωση του Eurogroup με ξεχωριστές συστάσεις ανά κράτος.
Ο κρίσιμος νέος δείκτης που θα μετρά εφεξής τις επιδόσεις των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι οι λεγόμενες «καθαρές πρωτογενείς δαπάνες» που θα έχουν ένα ανώτατο όριο σε εύρος τετραετίας ή επταετίας αν κάποιο κράτος ζητήσει και λάβει παράταση λόγω μεταρρυθμίσεων ή και επενδύσεων.
Το ζήτημα είναι ότι και αυτός ο νέος δείκτης συνδέεται άρρηκτα με την ανάγκη ικανοποιητικής μείωσης του χρέους και άρα δημιουργίας σταθερά υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων που στην περίπτωση της Ελλάδος έχουν ήδη αρχίσει να σχηματοποιούνται. Είναι χαρακτηριστικό πως ήδη στις Βρυξέλλες έχουν ήδη αρχίσει να «μετρούν» τη χώρα μας με πρωτογενές πλεόνασμα 2,2% του ΑΕΠ αν ο ορίζοντας προσαρμογής των νέων δημοσιονομικών κανόνων είναι 4ετής και με 2% του ΑΕΠ αν χώρα μας ζητήσει και λάβει τριετή παράταση, όπως αναφέρει έγγραφο της βελγικής προεδρίας που θα συζητηθεί σήμερα κατά τη σύνοδο των υπουργών Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ecofin), στην οποία θα συμμετάσχουν και υπουργοί Εργασίας. Το έγγραφο αυτό, όπως ανέφερε το insider.gr, συνδέεται με το σχέδιο κοινωνικών επενδύσεων μετρώντας το όφελος που θα έχουν στους δημοσιονομικούς στόχους και έδωσε μία πρώτη γεύση για όσα σκέφτονται στις Βρυξέλλες.
Οι διαπραγματεύσεις
Σε κάθε περίπτωση, η χθεσινή συνεδρίαση του Eurogroup σήμανε την άτυπη έναρξη των διαπραγματεύσεων για τους μεσοπρόθεσμους προϋπολογισμούς των κρατών-μελών της ΕΕ που θα πρέπει να κατατεθούν φέτος μέχρι τις 20 Σεπτεμβρίου. Προσερχόμενος στο Eurogroup, o ευρωπαίος επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων, Πάολο Τζεντιλόνι, προϊδέασε για ένα «ενδιαφέρον δημοσιονομικά καλοκαίρι», κάνοντας λόγο για την ανάγκη συμμαζέματος των δαπανών αλλά με την «ευελιξία» που απαιτείται εν μέσω της έντονης αβεβαιότητας που επικρατεί διεθνώς.
Τις θέσεις αυτές αντηχεί και η κοινή δήλωση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, στην οποία αναφέρεται χαρακτηριστικά πως «σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα δεδομένα, οι απαιτήσεις του αναθεωρημένου δημοσιονομικού πλαισίου θα μεταφραστούν σε μια συνολική ελαφρώς περιοριστική δημοσιονομική στάση στην Ευρωζώνη το 2025. Αυτό θα ήταν σκόπιμο υπό το φως των τρεχουσών μακροοικονομικών προοπτικών, της ανάγκης να συνεχιστεί η ενίσχυση τη δημοσιονομική βιωσιμότητας και για την υποστήριξη της αποπληθωριστικής διαδικασίας, ενώ οι πολιτικές πρέπει να παραμείνουν ευέλικτες ενόψει της επικρατούσας αβεβαιότητας».
Οι υπουργοί Οικονομικών δεσμεύτηκαν πως θα συνεχίσουν να εφαρμόζουν φιλόδοξες δομικές μεταρρυθμίσεις και να διατηρήσουν ή όπου χρειαστεί να αυξήσουν τα επίπεδα επενδύσεων, σε τομείς όπως η πράσινη και η ψηφιακή μετάβαση αλλά και στις αμυντικές δυνατότητες... «Παραμένουμε δεσμευμένοι στην ενίσχυση των προσπαθειών για την βελτίωση της αποδοτικότητας και τη ποιότητας των δημοσίων δαπανών. Σύμφωνα με τη δήλωσή μας τον Δεκέμβριο, θα συνεχίσουμε να καταργούμε σταδιακά τα εναπομείναντα μέτρα ενεργειακής στήριξης το συντομότερο δυνατό εντός του 2024 και να χρησιμοποιήσουμε τις σχετικές εξοικονομήσεις για τη μείωση των κρατικών ελλειμμάτων», αναφέρει ακόμη η δήλωση του Eurogroup.
Δύσκολη ισορροπία και αβεβαιότητα
Ένα θέμα πάντως στο οποίο επέμεινε ο ευρωπαίος επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων ήταν η «ευελιξία» των πολιτικών που θα ακολουθηθούν την επόμενη χρονιά. «Οι δημοσιονομικές προσαρμογές δεν πρέπει να οδηγήσουν σε μειώσεις επενδύσεων», τόνισε ο κ. Τζεντιλόνι κατά την συνέντευξη Τύπου που πραγματοποιήθηκε μετά το Eurogroup κάνοντας λόγο για μια «δύσκολη ισορροπία» και τονίζοντας «δεν πρέπει να επαναληφθούν τα λάθη που έγιναν πριν από μια δεκαετία».
Ο ίδιος αναφέρθηκε στην ευκαιρία που προσφέρουν τα ευρωπαϊκά κονδύλια, συμπεριλαμβανομένου του Ταμείου Ανάκαμψης, το οποίο όμως όπως τόνισε «θα πρέπει να συμπληρώνει και όχι να αντικαθιστούν τις δημόσιες επενδύσεις της κάθε χώρας».
Ένα άλλος παράγοντας που απαιτεί αυξημένη «ευελιξία» σύμφωνα με τον Ευρωπαίο Επίτροπο είναι η αυξημένη «μακροοικονομική αβεβαιότητα». Όσον αφορά την οικονομική ανάπτυξη το 2024, ο Π. Τζεντιλόνι ανέφερε ότι ναι μεν βλέπουμε τον πληθωρισμό να μειώνεται, αλλά «ξεκινάμε φέτος με πολύ αδύναμη οικονομική δραστηριότητα στην ΕΕ με προοπτική επιτάχυνσης της δραστηριότητας το 2ο εξάμηνο του έτους». Σημείωσε ότι σύμφωνα με τις προβλέψεις της ΕΚΤ, η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ αναθεωρήθηκε προς τα κάτω στο 0,6% για το 2024, ενώ αναμένεται ανάκαμψη στο 1,5% το 2025 και στο 1,6% το 2026, τροφοδοτούμενη από τις επενδύσεις και την κατανάλωση.
Στο ίδιο μήκος κύματος και η δήλωση του Eurogroup: «Ενώ η οικονομία εισήλθε στο 2024 με αδύναμη βάση, φαίνεται να υπάρχουν οι προϋποθέσεις για την επιτάχυνση της οικονομικής δραστηριότητας στη ζώνη του ευρώ το 2025... Ωστόσο, οι κίνδυνοι για τις οικονομικές προοπτικές παραμένουν, καθώς η παγκόσμια αβεβαιότητα επιβαρύνει τις οικονομικές προσδοκίες», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Συνεχίζονται οι προετοιμασίες στην Ελλάδα
Στο μεταξύ στη χώρα μας συνεχίζονται οι προετοιμασίες για τη σύνταξη του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής. Χθες 11 Μαρτίου έληξε η διορία για την υποβολή των προβλέψεων για τα έσοδα και τις δαπάνες από τα υπουργεία και τους λοιπούς φορείς της γενικής κυβέρνησης για τα επόμενα τέσσερα χρόνια που είχε τεθεί με εγκύκλιο του υφυπουργού Θάνου Πετραλιά, στην οποία υπήρχαν ιδιαίτερες συστάσεις για τη συγκράτηση δαπανών.