Κάτω από το επίπεδο του 3% υποχώρησε ο πληθωρισμός στη Γαλλία για πρώτη φορά σε διάστημα 2,5 ετών, ενώ η Ιταλία ανακοίνωσε χαμηλότερο, από το αναμενόμενο, μέγεθος, επιβεβαιώνοντας μια τάση που ενθαρρύνει την ΕΚΤ να μειώσει τα επιτόκια.
Ειδικότερα, στη Γαλλία, τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, οι τιμές καταναλωτή αυξήθηκαν κατά 2,4% σε σχέση με τον Μάρτιο του περασμένου έτους, μετά από αύξηση 3,2% τον προηγούμενο μήνα, σύμφωνα με τη στατιστική υπηρεσία INSEE. Οι αναλυτές, σε δημοσκόπηση του Reuters, ανέμεναν μικρότερη επιβράδυνση του πληθωρισμού στο 2,8%.
Στην Ιταλία, την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, ο πληθωρισμός είχε ήδη υποχωρήσει από τον Οκτώβριο κάτω από το 2%. Τα στοιχεία της Παρασκευής έδειξαν επιτάχυνση στο 1,3% από 0,8% τον Φεβρουάριο, αλλά ο ρυθμός ήταν χαμηλότερος από το εκτιμώμενο 1,5%.
Σημειώνεται ότι, οι μετρήσεις της επόμενης εβδομάδας αναμένεται να δείξουν ελαφρά επιβράδυνση στο 2,5% για το νομισματικό μπλοκ των 20 χωρών, ενώ αναλυτές του Bloomberg Economics θεωρούν ότι θα μπορούσε να υποχωρήσει έως και το 2,3%, λαμβάνοντας υπόψη τα τελευταία στοιχεία.
Με τον πληθωρισμό να πλησιάζει τον στόχο του 2% της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), οι περισσότεροι φορείς χάραξης πολιτικής ευθυγραμμίζονται με το «σήμα» της Κριστίν Λαγκάρντ, για πρώτη μείωση των επιτοκίων τον Ιούνιο. Οι οικονομολόγοι και οι αγορές συμμερίζονται αυτή την προσδοκία, με τους επενδυτές να τιμολογούν, σχεδόν πλήρως τη μείωση του επιτοκίου καταθέσεων στο 3,75% από 4% στη συνεδρίαση τις 6 Ιουνίου. Ωστόσο, ο διοικητής της Τράπεζας της Γαλλίας, Βιλερουά ντε Γκαλό, δήλωσε ότι είναι πιθανή μια μείωση ήδη από την επερχόμενη συνεδρίαση της 11ης Απριλίου, μιας και η καθυστέρηση ενδέχεται να προκαλέσει ζημιά στην οικονομία.
Ορισμένοι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής παραμένουν επιφυλακτικοί όσον αφορά τις αυξήσεις των μισθών, διότι θα μπορούσαν να τροφοδοτήσουν τις πιέσεις για άνοδο των τιμών, ειδικά στον κλάδο των υπηρεσιών, όπου η εργασία αποτελεί μεγάλο μέρος του κόστους.
Για τη γαλλική κυβέρνηση, ο αποπληθωρισμός αποτελεί δίκοπο μαχαίρι, καθώς η αύξηση των τιμών με πιο αργούς ρυθμούς έχει υπονομεύσει τα φορολογικά έσοδα, συμβάλλοντας έτσι στη διεύρυνση του δημοσιονομικού ελλείμματος.