Στις 22 Μαΐου ο Ρίσι Σούνακ προκήρυξε πρόωρες εκλογές στη Βρετανία, παρ' όλο που είχε τη δυνατότητα να διεξάγει τις εκλογές έως τον Ιανουάριο του 2025. Η τελευταία έκθεση της Alpha Bank για την παγκόσμια οικονομία, εξετάζει τους λόγους που τον οδήγησαν στην κίνηση αυτή καθώς και στην εξέλιξη της οικονομίας από όταν οι Torries ανέλαβαν την εξουσία.
Ο πρώτος παράγοντας που πιθανόν ώθησε τον Σούνακ να επισπεύσει την εκλογική διαδικασία, είναι μία σειρά από στοιχεία που επιβεβαιώνουν την καλύτερη πορεία της βρετανικής οικονομίας τα οποία η σημερινή Κυβέρνηση οπωσδήποτε επιθυμεί να αξιοποιήσει στην προεκλογική της εκστρατεία. Οι θετικές οικονομικές εξελίξεις έχουν ιδιαίτερη σημασία στην παρούσα φάση καθώς έχουν περάσει πέντε έτη από τις τελευταίες εκλογές στο Ηνωμένο Βασίλειο, που διεξήχθησαν τον Δεκέμβριο του 2019, με την οικονομία να βιώνει στο μεσοδιάστημα κομβικά γεγονότα, όπως η αποχώρηση της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η πανδημία, η ενεργειακή κρίση και οι εσωτερικές πολιτικές αναταραχές.
Η οικονομία παρουσιάζει σημάδια ανάκαμψης, ενώ παρατηρείται ταχεία αποκλιμάκωση των πληθωριστικών πιέσεων, άρα φαίνεται να επιτυγχάνει την «ομαλή» προσγείωση». Προς επίρρωση αυτών των εξελίξεων, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, στις προβλέψεις του Απριλίου, αναθεώρησε προς τα άνω τις προβλέψεις του και εκτιμά ανάπτυξη 0,7%, το 2024, από 0,5% και 1,5%, το 2025 (Staff Concluding Statement of the 2024, Article IV Mission, UK, Μάιος 2024). Μετά από δύο διαδοχικά τρίμηνα με αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης, η οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου πέτυχε μεγέθυνση 0,6%, στο πρώτο τρίμηνο, σε τριμηνιαία βάση, ενώ ο πληθωρισμός υποχώρησε στο 2,3% σε ετήσια βάση, τον Απρίλιο, από 3,2%, τον Μάρτιο, σημαντικά χαμηλότερα από το 11,1%, τον Οκτώβριο του 2022.
Ωστόσο, επισημαίνεται ότι η κεντρική τράπεζα του Ην. Βασιλείου (BoE) προβλέπει οριακή αναθέρμανση του πληθωρισμού, το επόμενο έτος. Οι αγορές αναμένουν την πρώτη μείωση του επιτοκίου από την BoE, μετά από τις εκλογές. Σημειώνεται ότι η περιοριστική νομισματική πολιτική είχε σημαντική επιβάρυνση στον προϋπολογισμό των νοικοκυριών και δη, στην αύξηση των δανειακών τους υποχρεώσεων. Στο Γράφημα 1β, απεικονίζονται τα επιτόκια των ενυπόθηκων δανείων, τα οποία έχουν αυξηθεί σημαντικά.
Επίσης, σημαντικό ρόλο έπαιξε και η μεταναστευτική πολιτική και γι’ αυτό βρίσκεται στο επίκεντρο της προεκλογικής περιόδου. Τον περασμένο Απρίλιο η κυβέρνηση κατέθεσε προς ψήφιση το «Σχέδιο της Ρουάντα» (Safety of Rwanda), που στοχεύει στην απέλαση στην Ρουάντα αιτούντων άσυλο που έχουν εισέλθει στην Βρετανία δίχως τα απαραίτητα νομιμοποιητικά έγγραφα. Οι αντιδράσεις για το εν λόγω νομοσχέδιο ήταν σφοδρές, όμως αποτέλεσε μία πρωτοβουλία των συντηρητικών στην προσπάθεια αύξησης των ψηφοφόρων του.
Η βρετανική στερλίνα κατέγραψε σημαντική άνοδο, μετά από την ανακοίνωση των στοιχείων για τον πληθωρισμό και την προκήρυξη των εκλογών, καθώς οι χρηματοπιστωτικές αγορές προεξοφλούν ότι η BoE θα αναγκαστεί να διατηρήσει τα επιτόκια στα τρέχοντα επίπεδά τους, στη συνεδρίαση του Ιουνίου, ώστε να μην φανεί ότι τάσσεται υπέρ κάποιας παράταξης.
Υπενθυμίζεται ότι το 2010, όταν το Συντηρητικό Κόμμα (Torries) επανήλθε στη διακυβέρνηση της χώρας, σε συνεργασία με το τότε κόμμα των Φιλελεύθερων Δημοκρατικών, δεσμεύτηκε ότι βασική του προτεραιότητα ήταν η μείωση του δημόσιου ελλείμματος και η επίτευξη ικανοποιητικού ρυθμού ανάπτυξης. Όμως, η χρηματοπιστωτική κρίση που μεσολάβησε είχε ως αποτέλεσμα τη σημαντική επιβάρυνση του δανεισμού και των δημόσιων οικονομικών (The Conservatives and the Economy, 2010 - 24, Institute for Fiscal Studies, Working Paper 24, Ιούνιος 2024).
Επιπλέον, οι αλλεπάλληλες κρίσεις των τελευταίων ετών είχαν ως αποτέλεσμα την αύξηση των δημόσιων δαπανών και του δημόσιου χρέους εξαιτίας της κάλυψης του δημοσιονομικού κόστους της πανδημίας αλλά και της στήριξης των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων από τις επιπτώσεις των ενεργειακών ανατιμήσεων. Ενδεικτικά, το δημόσιο χρέος εκτοξεύθηκε από το 36% του ΑΕΠ, τη διετία 2007-2008, ενώ σήμερα έχει ξεπεράσει το 98% του ΑΕΠ. Αντίστοιχα, την περίοδο 2007-2008, το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης ήταν στο 2,9% του ΑΕΠ, ενώ, για την περίοδο 2023-2024, εκτιμάται στο 5,4%.
Με βάση τις παραπάνω εξελίξεις, η πρόωρη προσφυγή στις κάλπες έρχεται ως απόρροια των βελτιωμένων στοιχείων για την οικονομία, σε μία προσπάθεια του κυβερνώντος κόμματος να περιορίσει τη διαφορά στην πρόθεση ψήφου. Επιπλέον, οι αγορές δεν ανησυχούν για εκτροχιασμό των δημόσιων οικονομικών από την αλλαγή σκυτάλης και αναμένουν ότι το κόμμα που θα επικρατήσει στις εκλογές, θα διατηρήσει τη μεταρρυθμιστική πολιτική, με στόχο την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών, παρά τις σημαντικές δημοσιονομικές και οικονομικές προκλήσεις (The UK’s public finances: is it time to reform the fiscal rules? Economics Observatory, Μάιος 2024).