Συναγερμός έχει σημάνει στην ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία λόγω των ανησυχητικών μηνυμάτων που στέλνουν τα στοιχεία της αγοράς για την ηλεκτροκίνηση με τους μεγάλους ομίλους να κάνουν έκκληση για εμπροσθοβαρή αναθεώρηση των κανονισμών για το 2026 και το 2027, την κινητροδότηση των καταναλωτών για αγορά ηλεκτρικών οχημάτων αλλά και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει συλλέξει η Ένωση Ευρωπαίων Κατασκευαστών Αυτοκινήτων (ACEA), οι πωλήσεις αυτοκινήτων στην ΕΕ εξακολουθούν να είναι περίπου 18% χαμηλότερες από τα επίπεδα πριν από την πανδημία το 2019. Οι όγκοι πωλήσεων ηλεκτρικών μπαταριών στην ΕΕ μειώθηκαν κατά 8,4% σε μια ήδη συρρικνούμενη αγορά ενώ το μερίδιο αγοράς ηλεκτρικών μπαταριών στην ΕΕ μειώθηκε από 13,9% πέρυσι σε 12,6% φέτος.
Η πτώση της αγοράς επηρεάζει πολλές εταιρείες ακόμη και αυτές που δεν είναι μέλη της ACEA, ενώ αποθαρρυντικά στην αγορά ηλεκτρικών οχημάτων λειτουργεί η έλλειψη υποδομών φόρτισης. Όπως έχει επισημάνει πριν από καιρό ο οργανισμός, η ΕΕ χρειάζεται 8 φορές περισσότερα σημεία φόρτισης ετησίως έως το 2030 για να επιτύχει τους στόχους CO2.
Αναφορικά με την κατάσταση της αγοράς, το Διοικητικό Συμβούλιο της ACEA επισημαίνει ότι «μας λείπουν κρίσιμες προϋποθέσεις για να επιτύχουμε την απαραίτητη ώθηση στην παραγωγή και την υιοθέτηση οχημάτων μηδενικών εκπομπών: υποδομές φόρτισης και αναπλήρωσης υδρογόνου, καθώς και ανταγωνιστικό περιβάλλον παραγωγής, προσιτή πράσινη ενέργεια, κίνητρα αγοράς και φορολογίας και ασφαλής προμήθεια πρώτων υλών , υδρογόνο και μπαταρίες. Η οικονομική ανάπτυξη, η αποδοχή των καταναλωτών και η εμπιστοσύνη στις υποδομές δεν έχουν επίσης αναπτυχθεί επαρκώς. Ως αποτέλεσμα, η μετάβαση με μηδενικές εκπομπές είναι ιδιαίτερα προκλητική, με τις ανησυχίες για την επίτευξη των στόχων μείωσης των εκπομπών CO2 για τα αυτοκίνητα και τα φορτηγά για το 2025. Οι ισχύοντες κανόνες δεν λαμβάνουν υπόψη τη βαθιά αλλαγή στο γεωπολιτικό και οικονομικό κλίμα τα τελευταία χρόνια και η εγγενής αδυναμία του νομικού πλαισίου να προσαρμοστεί στις πραγματικές εξελίξεις διαβρώνει περαιτέρω την ανταγωνιστικότητα του κλάδου. Αυτό εγείρει την τρομακτική προοπτική είτε για πρόστιμα πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ, τα οποία διαφορετικά θα μπορούσαν να επενδυθούν στη μετάβαση σε μηδενικές εκπομπές, είτε για περιττές περικοπές παραγωγής, απώλειες θέσεων εργασίας και μια αποδυναμωμένη ευρωπαϊκή αλυσίδα εφοδιασμού και αξίας σε μια εποχή που αντιμετωπίζουμε σκληρό ανταγωνισμό. Ο κλάδος δεν έχει την πολυτέλεια να περιμένει την αναθεώρηση των κανονισμών για το CO2 το 2026 και το 2027, χρειαζόμαστε επείγουσα και ουσιαστική δράση τώρα για να αντιστρέψουμε την πτωτική τάση, να αποκαταστήσουμε την ανταγωνιστικότητα του κλάδου της ΕΕ και να μειώσουμε τις στρατηγικές ευπάθειες. Για τα βαρέα οχήματα, μια πρωθύστερη αναθεώρηση θα είναι επίσης απολύτως κρίσιμη για να διασφαλιστεί ότι οι ζωτικές συνθήκες, όπως οι υποδομές για φορτηγά και λεωφορεία, θα ανακάμψουν έγκαιρα. Η ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία υποστηρίζει τη Συμφωνία του Παρισιού και τους στόχους της ΕΕ για την απαλλαγή από τις ανθρακούχες μεταφορές το 2050 και έχει επενδύσει δισεκατομμύρια στην ηλεκτροκίνηση για να φέρει οχήματα στην αγορά. Παίζουμε το ρόλο μας σε αυτή τη μετάβαση, αλλά δυστυχώς, τα άλλα απαραίτητα στοιχεία για αυτήν τη συστημική αλλαγή δεν υπάρχουν. Επιβαρυντικός παράγοντας είναι η ταχεία διάβρωση της ανταγωνιστικότητας της ΕΕ, όπως επιβεβαιώνεται στην έκθεση Ντράγκι».
Απρόθυμοι οι Ευρωπαίοι καταναλωτές να αγοράσουν ηλεκτρικά οχήματα
Την ώρα που οι αυτοκινητοβιομηχανίες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου σημειώνοντας ότι υπάρχει κίνδυνος η αγορά να επιστρέψει στις μηχανές εσωτερικής καύσης, οι καταναλωτές δείχνουν απρόθυμοι να αγοράσουν ηλεκτρικό όχημα. Όπως επισημαίνει πρόσφατη έκθεση της McKinsey, μόνο το 16% των Ευρωπαίων ιδιοκτητών μη ηλεκτρικών οχημάτων σκέφτεται ότι η επόμενη αγορά οχήματος θα είναι ένα EV, από 18% το 2021 ενώ σχεδόν το 20% των σημερινών ιδιοκτητών BEV είπε ότι είναι πιθανό ή πολύ πιθανό να επιστρέψει σε οχήματα με κινητήρα εσωτερικής καύσης.