Η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο αναμένεται να αναδιαμορφώσει την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, υποσχόμενη δυνητικά ριζικές αλλαγές σε πολλαπλά μέτωπα, συμπεριλαμβανομένου του πολέμου σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή. Η νίκη του σηματοδοτεί, σύμφωνα με αναλυτές του BBC, μια από τις πιο σημαντικές εδώ και πολλά χρόνια πιθανές αλλαγές στην προσέγγιση της Ουάσιγκτον στις εξωτερικές υποθέσεις εν μέσω παράλληλων κρίσεων.
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, ο Τραμπ έδωσε ευρείας κλίμακας δεσμεύσεις πολιτικής, χωρίς να προβαίνει ωστόσο σε συγκεκριμένες λεπτομέρειες, με βάση τις αρχές της μη παρέμβασης και του εμπορικού προστατευτισμού - ή όπως το θέτει «Πρώτα η Αμερική».
Οι θέσεις τους για τους δύο μεγάλους πολέμους του πλανήτη παραμένουν σκοτεινές και ασαφείς, χωρίς συγκεκριμένο πλάνο και χρονοδιάγραμμα, γεγονός που δημιουργεί πολλά ερωτηματικά και τροφοδοτεί διάφορα σενάρια.
Αλλαγή στάσης από Ζελένσκι;
Το σκηνικό αυτό εξηγεί και την άμεση κίνηση του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι να συγχαρεί τον Τραμπ για την «εντυπωσιακή του εκλογική νίκη», όπως την χαρακτήρισε, προσθέτοντας ότι εκτιμά τη δέσμευση του προέδρου Τραμπ στην προσέγγιση «ειρήνη μέσω δύναμης στις παγκόσμιες υποθέσεις», σε μία σαφή αλλαγή στάσης.
Υπενθύμισε τη «μεγάλη συνάντησή τους» στη Νέα Υόρκη το Σεπτέμβριο και είπε ότι οι δυο τους συζήτησαν τρόπους για να τερματιστεί η ρωσική επιθετικότητα στην Ουκρανία. Επαίνεσε την αποφασιστική ηγεσία του Τραμπ και υπογράμμισε, διόλου τυχαία, την ισχυρή δικομματική υποστήριξη για την Ουκρανία στις ΗΠΑ.
Ωστόσο, θα πρέπει να επισημανθεί ότι χωρίς τη στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ, η Ουκρανία πρόκειται να χάσει περαιτέρω έδαφος στην περιφέρεια του Ντονέτσκ, που έχει μετατραπεί σε πεδίο σκληρών μαχών, καθώς και σε πολλές άλλες περιοχές της πρώτης γραμμής.
Ωστόσο, ο Ζελένσκι είχε απογοητευτεί τον τελευταίο καιρό ολοένα και περισσότερο από την κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν. Ο απερχόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ απέρριψε το μακροχρόνιο αίτημα της Ουκρανίας για άδεια χρήσης δυτικών όπλων μεγάλου βεληνεκούς εναντίον στρατιωτικών στόχων βαθιά μέσα στη Ρωσία.
Η Ορίσια Λουτσέβσκι, επικεφαλής του φόρουμ της Ουκρανίας στο think tank Chatham House, είπε σε δηλώσεις της στην εφημερίδα Guardian ότι φοβάται πως η εκλογή του Τραμπ θα μπορούσε να είναι «ένα δώρο στο Κρεμλίνο», εάν ο Ζελένσκι δεν καταφέρει να κάνει τον Τραμπ να συμφωνήσει με το όραμά του.
Από την πλευρά του, ο Μάθιου Σάβιλ, διευθυντής στρατιωτικών επιστημών στο think tank Rusi, εξέφρασε την άποψη, μιλώντας στην Guardian ότι η Ρωσία είναι πλέον πιθανό να «εκμεταλλευτεί το πλεονέκτημά της σε αριθμούς» στο πεδίο της μάχης. Πρόσθεσε δε ότι η επιθυμία του Τραμπ για μια συμφωνία - και πιθανώς γρήγορη - δεν προοιωνίζεται καλά νέα για διαρκή υποστήριξη των ΗΠΑ.
Στο μεταξύ, η Μόσχα είναι πολύ πιθανόν, συνεχίζει η βρετανική εφημερίδα, να έχει δικές της απαιτήσεις σε οποιεσδήποτε διαπραγματεύσεις με τη μεσολάβηση Τραμπ. Το 2022 προσάρτησε επίσημα τέσσερις ουκρανικές επαρχίες: Ντόνετσκ, Λουχάνσκ, Ζαπορίζια και Χερσώνα.
Ενώ όμως η Ρωσία ελέγχει σχεδόν όλη την περιφέρεια Λουχάνσκ, έχει μόνο μερικό έλεγχο των άλλων τριών. Ο Πούτιν είναι πιθανό να απαιτήσει την παράδοσή τους, κάτι που θα σήμαινε ότι η Ουκρανία θα παραδώσει βασικές πόλεις, όπως η Ζαπορίζια και η Χερσώνα, κάτι στο οποίο είναι αντίθετο το Κίεβο.
Ρωσία, Ουκρανία και ΝΑΤΟ
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, ο Τραμπ είχε επανειλημμένως πει ότι θα μπορούσε να τερματίσει τον πόλεμο Ρωσίας - Ουκρανίας σε μια μέρα. Όταν ρωτήθηκε τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε να το κάνει, αρνήθηκε να δώσει λεπτομέρειες.
Με βάση μελέτη που εκπονήθηκε το Μάιο από δύο πρώην αρχηγούς εθνικής ασφάλειας του Τραμπ, οι ΗΠΑ θα πρέπει να συνεχίσουν την προμήθεια όπλων στην Ουκρανία, αλλά υπό τον όρο να ξεκινήσουν ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις με την Ρωσία.
Για να δελεάσει τη Ρωσία, η Δύση ενδεχομένως να υποσχεθεί να καθυστερήσει την πολυπόθητη είσοδο της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, σύμφωνα με το BBC. Οι πρώην σύμβουλοι είπαν ότι η Ουκρανία δεν πρέπει να εγκαταλείψει τις ελπίδες της να πάρει πίσω όλο το έδαφός της από τη ρωσική κατοχή, αλλά ότι θα πρέπει να διαπραγματευτεί με βάση τις τρέχουσες γραμμές του μετώπου.
Οι Δημοκρατικοί αντίπαλοι του Τραμπ, που τον κατηγορούν ότι συμπαθεί τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν, λένε ότι η προσέγγισή του ισοδυναμεί με παράδοση για την Ουκρανία θέτοντας σε κίνδυνο όλη την Ευρώπη.
Η προσέγγισή του «Πρώτα η Αμερική» για τον τερματισμό του πολέμου επεκτείνεται επίσης στο στρατηγικό ζήτημα του μέλλοντος του ΝΑΤΟ, της υπερατλαντικής στρατιωτικής συμμαχίας που δημιουργήθηκε μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, αρχικά ως προπύργιο εναντίον η Σοβιετική Ένωση. Το ΝΑΤΟ αριθμεί τώρα 32 χώρες και ο Τραμπ εκφράζει εδώ και καιρό σκεπτικισμό για τη συμμαχία.
Το αν θα αποσύρει πραγματικά τις ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ, κάτι που θα σηματοδοτούσε την πιο σημαντική αλλαγή στις διατλαντικές αμυντικές σχέσεις εδώ και σχεδόν έναν αιώνα, παραμένει θέμα συζήτησης.
Μερικοί από τους συμμάχους του ισχυρίζονται ότι η σκληρή γραμμή του είναι απλώς μια διαπραγματευτική τακτική για να πείσει τα μέλη να εκπληρώσουν τις κατευθυντήριες γραμμές για τις αμυντικές δαπάνες της συμμαχίας.
Το μήνυμα της Μόσχας
Όπως επισημαίνουν Ρώσοι πολιτικοί ηγέτες και επιχειρηματίες, οι ελπίδες που είχαν εναποθέσει κατά την πρώτη θητεία του Τραμπ το 2017 διαψεύστηκαν γρήγορα και οι υποτιθέμενοι προνομιακοί δεσμοί του με τον Πούτιν δεν μεταφράστηκαν σε βελτιωμένες διμερείς σχέσεις, γράφει η Le Monde. Οι πρώτες κυρώσεις των ΗΠΑ κατά της Μόσχας, που επιβλήθηκαν μετά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014, όχι μόνο δεν έχουν αρθεί, αλλά επεκτάθηκαν ακόμη και κατά την πρώτη προεδρία Τραμπ.
Το Κρεμλίνο έσπευσε να επισημάνει την Τετάρτη μετά τη νίκη Τραμπ ότι θα κρίνει τον πρόεδρο για συγκεκριμένες πράξεις. Ο Πούτιν δεν σκοπεύει να τηλεφωνήσει για να τον συγχαρεί, όπως ανακοίνωσε ο εκπρόσωπός του Ντμίτρι Πεσκόφ, σημειώνοντας ότι πρόκειται για μια μη φιλική χώρα που εμπλέκεται άμεσα και έμμεσα σε έναν πόλεμο εναντίον της Ρωσίας.
Ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ, ο πρώην πρόεδρος της Ρωσίας που έχει γίνει μια από τις πιο εθνικιστικές φωνές στη Μόσχα, έχει ήδη προειδοποιήσει ότι η Μόσχα δεν έχει λόγο να τρέφει μεγάλες προσδοκίες. Οι εκλογές δεν θα αλλάξουν τίποτα για τη Ρωσία, προσέθεσε, καθώς υπάρχει πλήρης δικομματική συναίνεση για την ανάγκη να ηττηθεί η Ρωσία.
Μέση Ανατολή
Όπως και με την Ουκρανία, ο Τραμπ υποσχέθηκε να φέρει ειρήνη στη Μέση Ανατολή - υπονοώντας ότι θα τερματίσει τον πόλεμο Ισραήλ-Χαμάς στη Γάζα και τον πόλεμο Ισραήλ-Χεζμπολάχ στον Λίβανο - αλλά δεν είπε πώς.
Έχει πει επανειλημμένα ότι, αν ήταν αυτός στην εξουσία και όχι ο Τζο Μπάιντεν, η Χαμάς δεν θα είχε επιτεθεί στο Ισραήλ λόγω της πολιτικής της «μέγιστης πίεσης» στο Ιράν, το οποίο χρηματοδοτεί την ομάδα.
Σε γενικές γραμμές, ο Τραμπ ενδεχομένως να επιχειρήσει να επιστρέψει στην πολιτική, η οποία οδήγησε την κυβέρνησή του να αποσύρει τις ΗΠΑ από την πυρηνική συμφωνία του Ιράν, να εφαρμόσει μεγαλύτερες κυρώσεις κατά του Ιράν και να σκοτώσει τον στρατηγό Κασέμ Σουλεϊμανί - τον πιο ισχυρό στρατιωτικό διοικητή του Ιράν.
Στον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ εφάρμοσε έντονα φιλο-ισραηλινές πολιτικές, κηρύσσοντας την Ιερουσαλήμ πρωτεύουσα του Ισραήλ και μεταφέροντας την πρεσβεία των ΗΠΑ εκεί από το Τελ Αβίβ - μια κίνηση που ευνόησε τη χριστιανική ευαγγελική βάση του Τραμπ, μια βασική ομάδα Ρεπουμπλικάνων ψηφοφόρων.
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου χαρακτήρισε τον Τραμπ «τον καλύτερο φίλο που είχε ποτέ το Ισραήλ στον Λευκό Οίκο». Ωστόσο, οι επικριτές υποστηρίζουν ότι η πολιτική του είχε αποσταθεροποιητική επίδραση στην περιοχή.
Οι Παλαιστίνιοι απομονώθηκαν ακόμη περισσότερο όταν ο Τραμπ μεσολάβησε στις λεγόμενες «Συμφωνίες του Αβραάμ», που οδήγησαν σε μια ιστορική συμφωνία για την εξομάλυνση των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ του Ισραήλ και αρκετών αραβικών και μουσουλμανικών χωρών. Αυτό ωστόσο έγινε χωρίς το Ισραήλ να χρειαστεί να δεχτεί ένα μελλοντικό ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος δίπλα του - τη λεγόμενη λύση των δύο κρατών - που προηγουμένως ήταν προϋπόθεση των αραβικών χωρών για μια τέτοια περιφερειακή συμφωνία. Αντίθετα, δόθηκε στις εμπλεκόμενες χώρες πρόσβαση σε προηγμένα αμερικανικά όπλα με αντάλλαγμα την αναγνώριση του Ισραήλ.
Ο Τραμπ έκανε αρκετές δηλώσεις κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας λέγοντας ότι θέλει να τελειώσει ο πόλεμος στη Γάζα. Είχε μια περίπλοκη, κατά καιρούς δυσλειτουργική σχέση με τον Νετανιάχου, αλλά σίγουρα έχει την ικανότητα να του ασκεί πίεση. Επιπλέον, έχει ιστορικό ισχυρών σχέσεων με ηγέτες στις βασικές αραβικές χώρες που έχουν επαφές με τη Χαμάς.
Οι σύμμαχοι του Τραμπ έχουν συχνά υπογραμμίσει την απρόβλεπτη φύση του ως διπλωματικό πλεονέκτημα, αλλά στην άκρως αμφισβητούμενη και ασταθή Μέση Ανατολή, εν μέσω μιας κρίσης ήδη ιστορικών διαστάσεων, δεν είναι καθόλου σαφές πώς θα γίνει αυτό.
Ο Τραμπ θα πρέπει να αποφασίσει πώς - ή εάν - θα προωθήσει τη σταματημένη διπλωματική διαδικασία που ξεκίνησε η κυβέρνηση Μπάιντεν για την επίτευξη εκεχειρίας στη Γάζα με αντάλλαγμα την απελευθέρωση των ομήρων που κρατά η Χαμάς.