Μέχρι τώρα, οι επενδυτές στην αγορά μετοχών είχαν αφήσει στην άκρη τις απαισιόδοξες προβλέψεις των οικονομολόγων για τις επιπτώσεις των πολιτικών του νεοεκλεγέντος προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, στοιχηματίζοντας ότι τα σχέδιά του θα έφεραν περαιτέρω κέρδη στις επιχειρήσεις και θα επιτάχυναν ακόμη περισσότερο το ράλι στη Wall Street.
Μετά τα αλλεπάλληλα ιστορικά υψηλά του S&P 500 πέρυσι, στρατηγικοί αναλυτές της Wall Street είχαν προβλέψει περαιτέρω κέρδη 10% για τον δείκτη στη διάρκεια του τρέχοντος έτους.
Αυτός ο αισιόδοξος τόνος αρχίζει να επισκιάζεται από τις κινήσεις των αγορών κρατικών ομολόγων, ενώ ήδη βρισκόταν σε αντίθεση με τις πρόσφατες προειδοποιήσεις οικονομολόγων για τις πιθανές επιπτώσεις από τις προστατευτικές πολιτικές Τραμπ, οι οποίες θα μπορούσαν να πλήξουν την ανάπτυξη της οικονομίας, να πυροδοτήσουν νέο κύμα πληθωρισμού και να περιορίσουν τα περιθώρια μείωσης των επιτοκίων από την Φέντεραλ Ριζέρβ.
Ορισμένοι απέδωσαν αυτό το χάσμα απόψεων στις διαφορετικές θέσεις για τον βαθμό που ο Τραμπ θα υλοποιήσει τα σχέδιά του και στις αμφιβολίες για το πόσο μπορούν τα κέρδη των big techs να κατευθύνουν το ράλι των μετοχών.
«Ενδεχομένως οι οικονομολόγοι να παίρνουν πολύ στα σοβαρά αυτά που λέει ο Τραμπ ότι θα κάνει», λέει στους FT ο Έβαν Μπράουν, διαχειριστής χαρτοφυλακίου και επικεφαλής επενδυτικών στρατηγικών της UBS Asset Management. Αντίθετα, συνεχίζει, οι επενδυτές, καλώς ή κακώς, δεν πιστεύουν ότι ο Τραμπ θα εφαρμόσει στην πράξη όλα όσα λέει ή τουλάχιστον στον ίδιο βαθμό.
Πρόσφατη έρευνα των FT κατέληξε στο συμπέρασμα ότι περισσότεροι από το ήμισυ των 47 οικονομολόγων προέβλεψαν αρνητικό αντίκτυπο από τις πολιτικές Τραμπ, με το ένα δέκατο να περιμένουν σημαντικά αρνητικό αντίκτυπο και μόνο ένα πέμπτο να προβλέπει θετικά αποτελέσματα. Οι περισσότεροι εστιάζουν στους κινδύνους από τις δύο βασικές πολιτικές Τραμπ: τους εμπορικούς δασμούς και τη μείωση της μετανάστευσης.
Η ανησυχία των εμπορικών δασμών γίνεται πιο έντονη μετά την ανακοίνωση των στοιχείων για το εμπορικό ισοζύγιο της Κίνας. Οι εξαγωγείς επιτάχυναν τις δραστηριότητές τους το Δεκέμβριο εν αναμονή δασμών, ενώ τα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης από το Πεκίνο φαίνεται ότι ενθάρρυναν τη ζήτηση στο βιομηχανικό κλάδο. Στο σύνολο του 2024, οι εξαγωγές σε όρους γουάν αυξήθηκαν 7,1%, πολύ περισσότερο από το 0,6% του 2023. Οι εισαγωγές αυξήθηκαν επίσης 2,3% από 0,3% του 2023. Αυτό σημαίνει ότι η Κίνα είχε πέρυσι ένα εμπορικό πλεόνασμα κοντά στο 1 τρισ. δολάρια και είναι αυτό ακριβώς που ο Τραμπ θέλει να αναστρέψει.
Γιατί οι επενδυτές βλέπουν άνοδο
Οι αναλυτές προβλέπουν ρυθμό αύξησης των κερδών κατά 15% για τις εισηγμένες στον δείκτη S&P 500 επιχειρήσεις για το 2025, σύμφωνα με στοιχεία της FactSet, ποσοστό αυξημένο κατά 9% από πέρυσι. Τα καθαρά περιθώρια κέρδους αναμένεται να επεκταθούν στο υψηλότερο επίπεδο σε διάρκεια 10ετίας.
Ακόμη και μετά την τελευταία αναστάτωση στην αγορά κρατικών ομολόγων με την άνοδο των αποδόσεων, αρκετοί διαχειριστές κεφαλαίου εκτιμούν ότι είναι υπερβολικά πρώιμο να αλλάξουν τις προβλέψεις τους για τα κέρδη, λαμβάνοντας υπόψη τη μεγάλη αβεβαιότητα ως προς τις πολιτικές Τραμπ.
Ο Μπάρι Μπάνιστερ, επικεφαλής στρατηγικών μετοχών στην Stifel, τόνισε στους FT ότι παρότι τα μέτρα κατά της μετανάστευσης εστιάζουν στους διασυνοριακούς ελέγχους και στα εγκληματικά στοιχεία, έχει αμφιβολίες για το εάν θα γίνουν μαζικές απελάσεις.
Οι δασμοί είναι πολύ πιθανόν επίσης να είναι πιο στοχευμένοι παρά σαρωτικοί, όπως έχει απειλήσει ο Τραμπ, προσέθεσε, με απώτερο στόχο να ενισχύσουν τις εξαγωγές των ΗΠΑ και τις επενδύσεις στην αμερικανική βιομηχανία.
Οι αντικρουόμενες απόψεις οικονομολόγων και επενδυτών ενδεχομένως να απορρέουν και από το ερώτημα πού θα δώσει μεγαλύτερη έμφαση στη νέα του θητεία ο Τραμπ, στο δόγμα MAGA (να κάνει ξανά μεγάλη την Αμερική) ή στη συρρίκνωση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης.
Το δόγμα MAGA ευνοεί την αγορά εργασίας και η απορρύθμιση θα στηρίξει το κεφάλαιο, τις οικονομικές πολιτικές και τις επενδύσεις. Επίσης, ορισμένοι επενδυτές επικαλούνται την ιστορική απουσία συσχετισμού μεταξύ οικονομικής ανάπτυξης και ανόδου της χρηματιστηριακής αγοράς ως διασφάλιση ότι, ακόμη και στην περίπτωση που η ανάπτυξη επιβραδυνθεί, δεν θα πυροδοτήσει απαραιτήτως πτώση στην αγορά, σύμφωνα με ορισμένους αναλυτές.
Ήδη, η φιλική προς τις επιχειρήσεις στάση Τραμπ αναμένεται να τις ενθαρρύνει να επενδύσουν και σε άλλους κλάδους πέραν της τεχνολογίας. Αυτό σημαίνει ότι επιχειρήσεις που δίσταζαν μέχρι πρότινος να λάβουν επενδυτικές αποφάσεις, να εμφανίζονται τώρα πιο πρόθυμες ως προς αυτό.
Τα κέρδη για τις λεγόμενες Magnificent Seven προβλέπεται να αυξηθούν φέτος 21%, χαμηλότερα από 33% πέρυσι. Παρότι τα κέρδη τους εξακολουθούν να είναι ισχυρότερα συγκριτικά με άλλους κλάδους, τα κέρδη και των υπόλοιπων μελών του S&P 500 προβλέπεται να αυξηθούν φέτος 13% από 4% πέρυσι, σύμφωνα με προβλέψεις της FactSet.
Γενικώς, οι επενδυτές σκέφτονται βραχυπρόθεσμα, με την αγορά συχνά να προσβλέπει στα επικείμενα κέρδη και στη δυναμική για επικείμενες φορολογικές μειώσεις. Σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα ωστόσο, οικονομολόγοι ενδεχομένως να αποδειχθούν σωστοί στις ανησυχίες τους ως προς το εάν οι χαμηλότεροι φόροι επιδεινώσουν το έλλειμμα του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού ή για τις πιθανές ζημιές στον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ από τους δασμούς και τη μείωση της μετανάστευσης.
«Οι χαλαρές δημοσιονομικές πολιτικές που στηρίζουν την οικονομία βραχυπρόθεσμα θα μπορούσαν να αναζωπυρώσουν τον πληθωρισμό και να διευρύνουν τα ελλείμματα σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα», αναφέρει στους FT, ο Μιτς Ρέζνικ, επικεφαλής του τμήματος σταθερού εισοδήματος της Federated Hermes στο Λονδίνο. Υπό αυτή την έννοια και οι δύο πλευρές μπορεί να αποδειχθούν σωστές, απλώς σε διαφορετικές χρονικές περιόδους.
Έριδες και στο «στρατόπεδο» του Τραμπ
Οι διαφορετικές απόψεις όμως «χτυπούν και την πόρτα» του επιτελείου Τραμπ. Ο Στέφεν Μπάνον, αρχιτέκτονας της νίκης Τραμπ στις προεδρικές εκλογές το 2016 που υπηρέτησε για ένα διάστημα ως επικεφαλής στρατηγικής κατά την πρώτη του θητεία στον Λευκό Οίκο, εξαπέλυσε σφοδρή επίθεση στον Έλον Μασκ, αποκαλώντας τον «πραγματικά κακό άτομο», σχόλια που βαθαίνουν τις διαφορές μεταξύ των δύο προσώπων που υπήρξαν σημαντικοί σύμβουλοι του εκλεγμένου προέδρου.
«Θα διώξω τον Έλον Μασκ από τη στιγμή που θα εγκαινιαστεί», είπε ο Μπάνον σε συνέντευξή του στην ιταλική εφημερίδα Corriere Della Sera. «Δεν θα έχει μπλε πάσο με πλήρη πρόσβαση στον Λευκό Οίκο. Θα είναι όπως όλοι οι άλλοι».
Μετά την αποφυλάκισή του τον Οκτώβριο από τετράμηνη ποινή επειδή δεν υπάκουσε σε δικαστική κλήτευση να καταθέσει στο πλαίσιο της έρευνας του Κογκρέσου για την επίθεση στο Καπιτώλιο το 2021, ο Μπάνον ανανέωσε τον λεκτικό πόλεμο κατά του Μασκ, ο οποίος προσέφερε περισσότερα από 250 εκατ. δολάρια στην εκλογική νίκη Τραμπ και έκτοτε έγινε σταθερή παρουσία στο πλευρό του.
Το επεισόδιο αυτό αντικατοπτρίζει την ευρύτερη ένταση στο στενό κύκλο Τραμπ ότι ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο και ο ιδιοκτήτης του X θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την επιρροή του για να παραγκωνίσει ισχυρές προσωπικότητες για να προωθήσει τη δική του ατζέντα.
Ο Τραμπ χρησιμοποίησε τον Μασκ για να ηγηθεί της προσπάθειας περικοπής της ομοσπονδιακής γραφειοκρατίας, χωρίς ωστόσο να έχει γίνει σαφές τι ρόλο θα έχει ο Μπάνον στην κυβέρνηση.
Στο επίκεντρο της διαμάχης των δύο ανδρών είναι η χρήση βίζας H-1B για την είσοδο ειδικευμένων ξένων εργατών σε εταιρείες των ΗΠΑ, μια πρακτική που αποδοκιμάζεται από ορισμένους συντηρητικούς που αντιτίθενται στη μετανάστευση. Ο Μασκ υποστηρίζει τις βίζες, όπως πολλοί επικεφαλής του κλάδου τεχνολογίας που υποστηρίζουν ότι βοηθούν να έρθουν κρίσιμοι εργαζόμενοι στις εταιρείες τους. Ο Μπάνον θεωρεί ότι οι βίζες εμπόδιζαν τους Αμερικανούς να βρουν δουλειά.