Με τροπολογία που θεσμοθετεί νέο δείκτη της ΕΛΣΤΑΤ αλλά και την υποχρέωση ανακοίνωσης αναλυτικών τιμοκαταλόγων με τις ετήσιες ανατιμήσεις από τις ασφαλιστικές και τα ιδιωτικά νοσοκομεία, η κυβέρνηση επιχειρεί να λύσει τον «γόρδιο δεσμό» των ασφαλίστρων υγείας και του κόστους της ιδιωτικής υγείας, καθώς οι Έλληνες βάζουν βαθιά το χέρι στην τσέπη για να υποβληθούν σε χειρουργικές επεμβάσεις και επεμβατικές εξετάσεις στον ιδιωτικό τομέα, σε σχέση με πλουσιότερες χώρες της Ευρώπης.
Τα στοιχεία που δημοσιεύει έκθεση του International Federation of Health Plans, σε συνεργασία με τον ανεξάρτητο ερευνητικό οργανισμό Health Care Cost Institute, ρίχνουν.. λάδι στη φωτιά που έχει ξεσπάσει το τελευταίο διάστημα για την αύξηση των ασφαλίστρων υγείας, ενισχύοντας τη θέση των ασφαλιστικών εταιρειών που υποστηρίζουν ότι τα «άλματα» που σημειώνονται στα ασφάλιστρα είναι «προϊόν» των αυξήσεων στα νοσήλια.
Πηγές από τον χώρο της ιδιωτικής υγείας, πάντως, κάνουν λόγο για οριακές αυξήσεις, ενώ, σύμφωνα με πληροφορίες, προτίθενται να αναθέσουν τη διενέργεια μελέτης σε ανεξάρτητο φορέα, προκειμένου να φανεί ότι δεν ευθύνονται για την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί.
Αποκαλυπτικά τα στοιχεία
H έκθεση συγκρίνει το κόστος νοσηλείας σε ιδιωτικά νοσηλευτήρια σε ένα δείγμα χωρών, μεταξύ των οποίων και τέσσερις ευρωπαϊκές: Ελλάδα, Ελβετία, Γερμανία και Ισπανία.
Ενδεικτικά, όπως προκύπτει από τα στοιχεία, για μια στεφανιαία αγγειοπλαστική η τιμή στην Ελλάδα διαμορφώνεται στα 9.292 ευρώ, σε μικρή απόσταση από την Ελβετία (9.082 ευρώ). Ακολουθεί η Ισπανία με 8.335 ευρώ και η Γερμανία με μόλις 3.683 ευρώ.
Για λαπαροσκοπική χολοκυστεκτομή (αφαίρεση χολής) το μέσο κόστος στην Ελλάδα είναι 7.487 ευρώ, με το αντίστοιχο κόστος στην Ελβετία να είναι 7.715 ευρώ, στην Ισπανία 3.407 ευρώ και στη Γερμανία 5.881 ευρώ.
Η εγχείρηση σκωληκοειδίτιδας στην Ελλάδα κοστίζει 6,659 ευρώ, λίγο παρακάτω από την Ελβετία όπου το κόστος διαμορφώνεται στα 6,787 ευρώ. Ακολουθεί η Γερμανία με 3.685 ευρώ και η Ισπανία με 2.073 ευρώ.
Το κόστος της καισαρικής τομής στη χώρα μας ανέρχεται στα 5.918 ευρώ, αισθητά χαμηλότερα από την Ελβετία (7.715 ευρώ), ακολουθεί η Γερμανία με 3.595 ευρώ και η Ισπανία με μόλις 2.728 ευρώ.
Στην επέμβαση καταρράκτη (δεν απαιτεί διανυκτέρευση), η Ελλάδα κρατάει τα «σκήπτρα» με στην τιμή να διαμορφώνεται στα 2.653 ευρώ. Στην Ελβετία το κόστος ανέρχεται στα 1,855 ευρώ, στη Γερμανία στα 796 ευρώ και στην Ισπανία στα 1.689 ευρώ.
Για τη διενέργεια κολονοσκόπησης και βιοψίας (συμπεριλαμβανομένων των βοηθητικών υπηρεσιών), η Ελλάδα έχει πάλι το υψηλότερο κόστος με 1.086 ευρώ. Ακολουθεί η Ισπανία με 776 ευρώ, η Ελβετία με 733 ευρώ και η Γερμανία με 221 ευρώ.
Ιδιωτικές κλινικές: Οριακές οι αυξήσεις
Τα στοιχεία της έκθεσης δείχνουν ότι οι τιμές κινούνται σε σχετικά υψηλά επίπεδα, ωστόσο, παράγοντες από το χώρο της ιδιωτικής υγείας, επιμένουν να μιλούν για αυξήσεις της τάξης του 2-3% στα νοσήλια, επισημαίνοντας τις ιδιαίτερες προκλήσεις τις οποίες καλούνται να αντιμετωπίσουν. Βεβαίως, ο σχετικός δείκτης της ΕΛΣΤΑΤ που δείχνει για το 2024 μόνο 3,6% αυξήσεις στη νοσοκομειακή περίθαλψη (και συνολικά μόλις 5% άνοδο από το 2020) αφορά μόνο στην εξέλιξη της τιμής του δωματίου.
Σε κάθε περίπτωση οι μεγάλες προκλήσεις στο κλάδο της ιδιωτικής υγείας παραμένουν, ασκώντας σημαντικές πιέσεις. Ψηλά στη λίστα βρίσκονται οι μνημονιακές στρεβλώσεις στην αγορά, όπως το Rebate και το Clawback χωρίς την εφαρμογή ποιοτικών κριτηρίων, ποσό το οποίο με βάση τα τελευταία ετήσια στοιχεία, ανήλθε για τις ιδιωτικές κλινικές σε περίπου 330 εκατ. ευρώ.
Μεταξύ των προκλήσεων συγκαταλέγεται και η έλλειψη νοσηλευτών στη χώρα μας (η Ελλάδα είχε το χαμηλότερο κατά κεφαλήν αριθμό νοσηλευτών μεταξύ των χωρών της ΕΕ), που επιβάλλει ανταγωνιστικούς μισθούς, με αποτέλεσμα να έχουν διπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια.
Σημαντική επιβάρυνση δέχεται ο κλάδος και από την κατακόρυφη αύξηση του ΦΠΑ, καθώς οι συντελεστές έχουν αυξηθεί από 0% που ήταν στην προ-μνημονιακή εποχή στο 24% σήμερα, όταν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες το μάξιμουμ είναι το 8%. Σημειώνεται ότι ο φόρος αυτός αντιστοιχεί σχεδόν στο 1/5 του κόστους που πληρώνουν οι πολίτες σε ένα ιδιωτικό νοσηλευτήριο.
Παράλληλα, στελέχη της αγοράς αφήνουν αιχμές για τακτική μερίδας ασφαλιστικών εταιρειών να παραπέμπουν όλα τα περιστατικά στη διαιτησία, η οποία καθυστερεί, με αποτέλεσμα να συσσωρεύονται ληξιπρόθεσμα. Όπως τονίζουν, τα ληξιπρόθεσμα οδηγούν σε μηχανισμούς χρηματοδότησης από το τραπεζικό σύστημα, οι οποίοι συνεπάγονται ένα τεράστιο κόστος για την εταιρεία. «Το έσοδο που θεωρείται αυξημένο, για τις κλινικές δεν είναι καν βεβαιωμένο και χρειάζεται να χρηματοδοτείται για μεγάλο χρονικό διάστημα», αναφέρουν.
Έμφαση δίνεται, βέβαια, και στα σημαντικά ποσά που έχουν επενδύσει τα τελευταία χρόνια τα ιδιωτικά νοσηλευτήρια/κλινικές για επιστημονικό προσωπικό, δομές και τεχνολογικό εξοπλισμό, με στόχο την ανάπτυξη και την αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Περί «διπλών» τιμολογίων
Μέσα στο ιδιαίτερα φορτισμένο κλίμα που έχει δημιουργηθεί, με το μπαλάκι των ευθυνών να πηγαίνει από τη μία πλευρά στην άλλη, υπάρχουν αναφορές για περιπτώσεις κατά τις οποίες για την παροχή της ίδιας υπηρεσίας γίνονται διακριτικές χρεώσεις από τους παρόχους μεταξύ ιδιωτών και ασφαλιστικών εταιρειών. Αν και μέχρι στιγμής η πλευρά του ιδιωτικού τομέα της Υγείας δεν έχει τοποθετηθεί επίσημα επί του όλου θέματος, στην πρόσφατη Εθνική Συνδιάσκεψη Ασφαλιστικών Διαμεσολαβητών, ο Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου Ιατρικού Αθηνών, Δρ Βασίλης Αποστολόπουλος δήλωσε: «Αυτό είναι ένα δέντρο το οποίο αναγάγαμε σε δάσος. Υπάρχει μία πολύ ειδική συμφωνία με έναν πολύ μικρό αριθμό μεγαλογιατρών, οι οποίοι διαμαρτύρονται ότι δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν έναν αριθμό περιστατικών, τα οποία στερούνται ασφαλιστικού συμβολαίου και είναι χαμηλού εισοδηματικού επιπέδου. Εκεί έχουμε δώσει σε πολύ λίγους γιατρούς, για πολύ λίγα περιστατικά, κάποια ειδικά πακέτα, τα οποία είναι στην Γ’ θέση και είναι χειρουργικά περιστατικά και μόνο. Πρόκειται λοιπόν για μία πολύ μικρή εξαίρεση, την οποία δεν πρέπει να την ανάγουμε σε κανόνα».
Πάντως, αυτό δεν φαίνεται να είναι ένα ζήτημα το οποίο απασχολεί την Επιτροπή Ανταγωνισμού. «Από άποψη δικαίου του ανταγωνισμού και οικονομικών του ανταγωνισμού, η διακριτική μεταχείριση πελατών δεν είναι απαραίτητα κακή. Μάλιστα μπορεί να βελτιώνει και την αποτελεσματικότητα. Γιατί επιτρέπει στον προμηθευτή του προϊόντος ή της υπηρεσίας να χρεώνει τον πελάτη/πολίτη/ασθενή με βάση το πόσο θέλει και πόσο μπορεί να πληρώσει», δήλωσε η Γενική Διευθύντρια της Επιτροπής Ανταγωνισμού, Αναστασία Γαβαλά.
Οι προσδοκίες στα DRGs
Η κυβέρνηση φαίνεται να «ποντάρει» πολλά στην εφαρμογή του συστήματος των DRGs (Διαγνωστικά Ομοιογενείς Ομάδες) στον ιδιωτικό τομέα για τη ρύθμιση της αγοράς, κάτι που πλέον αποτελεί και πρόταση του κλάδου της Ασφάλισης, ο οποίος -σύμφωνα με τις πληροφορίες- μέχρι πρότινος δεν έβλεπε «ζεστά» μία τέτοια προοπτική.
Μέσω του συστήματος DRG οι περιπτώσεις των ασθενών ομαδοποιούνται με βάση συγκεκριμένα δεδομένα, κωδικοποιούνται και κοστολογούνται, παρέχοντας -όπως διατείνονται οι αρμόδιοι φορείς- διαφάνεια και δικαιότερη κατανομή των πόρων. Σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας, ήδη το σύστημα εφαρμόζεται σε όλα τα νοσοκομεία του δημοσίου. Παράλληλα, το Κέντρο Τεκμηρίωσης και Κοστολόγησης Νοσοκομειακών Υπηρεσιών (ΚΕΤΕΚΝΥ) έχει ήδη συνάψει μνημόνιο συνεργασίας με πολλές ιδιωτικές κλινικές (60% της αγοράς), οι οποίες παραχωρούν στοιχεία των ασφαλισμένων (ανώνυμα) και λαμβάνουν ενημέρωση για τις τεχνικές προδιαγραφές.
Ο σχεδιασμός προβλέπει σε πρώτη φάση, την αποζημίωση των ιδιωτών παρόχων με βάση τα DRGs από τον ΕΟΠΥΥ. Πηγές από το ΚΕΤΕΚΝΥ τοποθετούν την έναρξη αποζημίωσης από τον Οργανισμό με βάση το σύστημα στις αρχές του 2026, ενώ στη συνέχεια αναμένεται να ξεκινήσει και η συζήτηση για τις ασφαλιστικές εταιρείες οι οποίες επίσης θα πρέπει να παρέχουν στοιχεία για τους ασφαλισμένους στο ΚΕΤΕΚΝΥ. Από εκεί και πέρα, με τη χρήση των στοιχείων των ασφαλισμένων θα τίθεται η τιμή βάσης (αριθμός ασθενών, μίγμα περιστατικών, διαθέσιμοι πόροι), η οποία σε συνδυασμό με τον συντελεστή βαρύτητας κόστους θα διαμορφώνει την τελική τιμή (ευρώ).
Σύμφωνα με δηλώσεις του υπουργού Υγείας Άδωνι Γεωργιάδη, το σύστημα πρόκειται να γίνει υποχρεωτικό και στον ιδιωτικό τομέα σε περίπου δύο χρόνια, διασφαλίζοντας διαφάνεια στον κλάδο, αποδοτικότερη διαχείριση των πόρων και αποτροπή της προκλητής ζήτησης.
Η τροπολογία
Mε την τροπολογία που κατατέθηκε το βράδυ της Τετάρτης στο νομοσχέδιο για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις που βρίσκεται προς ψήφιση στη Βουλή, καθορίζεται πως οι ασφαλιστικές θα πρέπει να ανακοινώνουν τις αναπροσαρμογές σε κάθε συμβόλαιο αλλά και οι επιχειρήσεις παροχών υγείας τις τιμές των παρεχόμενων υπηρεσιών τους, καθώς και το ύψος αναπροσαρμογής της τιμής κάθε ιατρικής πράξης από την αμέσως προηγούμενη τιμή. Και στις δύο περιπτώσεις θα πρέπει να υπάρχει ειδικός πίνακας-τιμοκατάλογος που θα πρέπει να βρίσκεται σε διακριτή σελίδα του ιστοτόπου κάθε επιχείρησης.
Προβλέπεται η κατάργηση του ΕΔΥ που καταρτίζεται από το ΙΟΒΕ και η κατάρτιση ενός νέους αντικειμενικού δείκτη από τον οποίο θα εξαρτάται η ετήσια αναπροσαρμογή των ασφαλίστρων των μακροχρόνιων συμβάσεων ασφάλισης υγείας.
Ο νέος δείκτης θα καταρτίζεται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) και θα λαμβάνει υπόψη κρίσιμους δείκτες, παράγοντες και βάσεις δεδομένων που θα υποδεικνύονται με κοινή απόφαση ων υπουργών Ανάπτυξης, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Υγείας και του προέδρου της ΕΛΣΤΑΤ, μετά από γνώμη του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας.