Το «γάντι» στις δηλώσεις του αμερικανού υπουργού Οικονομικών Στίβεν Μανούτσιν από το Νταβός που τροφοδότησαν το ράλι του ευρώ έναντι του δολαρίου, σήκωσε σήμερα από τη Φρανκφούρτη ο επικεφαλής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι.
Ο Στίβεν Μανούτσιν άφησε να εννοηθεί ότι ένα αδύναμο δολάριο θα είναι καλό για τις εμπορικές συναλλαγές των ΗΠΑ και είπε πως δεν τον απασχολεί ιδιαίτερα η αδυναμία του δολαρίου σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο.
Ο Ντράγκι στη συνέντευξη Τύπου που παρέθεσε μετά το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ επέκρινε τις αναφορές Μανούτσιν χωρίς να τον κατονομάσει. Αρχικά ο επικεφαλής της ΕΚΤ τόνισε πως «η πρόσφατη αστάθεια στις συναλλαγματικές ισοτιμίες αποτελεί πηγή αβεβαιότητας που απαιτεί παρακολούθηση όσον αφορά στις πιθανές επιπτώσεις της στις μεσοπρόθεσμες προοπτικές για τη σταθερότητα των τιμών».
Εν συνεχεία υπενθύμισε πως μόλις τον Απρίλιο του 2017 στο πλαίσιο των εργασιών του ΔΝΤ η Διακρατική Επιτροπή IMFC είχε αποφασίσει – και η Αμερική είχε δεχθεί- να μην γίνεται στόχευση των συναλλαγματικών ισοτιμιών από κράτη και κυβερνήσεις. Το σχετικό ανακοινωθέν με το οποίο δεσμεύτηκαν οι 189 οικονομίες μέλη του ΔΝΤ ανέφερε τα εξής: «Θα αποφύγουμε τις ανταγωνιστικές υποτιμήσεις και δεν θα στοχεύουμε τις συναλλαγματικές μας ισοτιμίες για ανταγωνιστικούς σκοπούς».
Για τα ζητήματα νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ ξεχώρισαν οι δηλώσεις του Ντράγκι ότι με βάση τα σημερινά δεδομένα, βλέπει ελάχιστες πιθανότητες να αυξηθούν τα επιτόκια του ευρώ εντός του 2018.
Ο Ντράγκι είπε πως το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ αναμένει ότι τα βασικά επιτόκια του ευρώ θα παραμείνουν στα σημερινά τους επίπεδα για παρατεταμένη χρονική περίοδο και πολύ πέραν του χρονικού ορίζοντα διενέργειας των καθαρών αγορών στοιχείων ενεργητικού προχώρησε ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Όσον αφορά τα μη συμβατικά μέτρα νομισματικής πολιτικής, ανέφερε πως το Διοικητικό Συμβούλιο επιβεβαιώνει ότι σκοπεύει να συνεχίσει να πραγματοποιεί καθαρές αγορές στοιχείων ενεργητικού, στο εξής ύψους 30 δισ. ευρώ μηνιαίως, μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου του 2018 ή και αργότερα, εφόσον χρειαστεί, και πάντως έως ότου το Διοικητικό Συμβούλιο διαπιστώσει μια διαρκή προσαρμογή της πορείας του πληθωρισμού η οποία να είναι συμβατή με την επιδίωξή του για τον πληθωρισμό.
«Εάν οι προοπτικές καταστούν λιγότερο ευνοϊκές ή οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες παύσουν να υποστηρίζουν την περαιτέρω πρόοδο προς μια διαρκή προσαρμογή της πορείας του πληθωρισμού, το Διοικητικό Συμβούλιο παραμένει έτοιμο να αυξήσει το μέγεθος και/ή τη διάρκεια του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού», είπε.
Το σημείο αυτό προσέθεσε πως το Ευρωσύστημα θα επανεπενδύει τα ποσά από την εξόφληση τίτλων αποκτηθέντων στο πλαίσιο του προγράμματος APP κατά τη λήξη τους για παρατεταμένη χρονική περίοδο μετά την ολοκλήρωση των καθαρών αγορών στοιχείων ενεργητικού και πάντως για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται αναγκαίο.
Για το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης ο Ιταλός κεντρικός τραπεζίτης είπε πως όταν γίνει επαναξιολόγηση του προγράμματος τον Οκτώβριο θα σταθμιστεί εκείνη την περίοδο η εμπιστοσύνη των αγορών, σε σχέση με την υπομονή και την επιμονή των αγορών.
«Η ΕΚΤ δεν ευνοεί κάποιες χώρες έναντι των άλλων στο πρόγραμμα αγορών ενεργητικού», είπε για το θέμα. Αναλύοντας δε το ποσοστό συμμετοχής των επιμέρους κρατών στις αγορές τίτλων, σημείωσε ότι η μεγαλύτερη «απόκλιση» με βάση τη συμμετοχή των κρατών στο μετοχικό κεφάλαιο της κεντρικής τράπεζας αφορά την Ελλάδα, καθώς τα ομόλογά της δεν είναι αποδεκτά για αγορές στο πλαίσιο του QE.
Ο ίδιος ανέφερε πως το ρίσκο για την ανάπτυξη της οικονομίας της ευρωζώνης είναι ισορροπημένο και πως τα επίπεδα του πληθωρισμού θα κινηθούν στα υφιστάμενα επίπεδα μεσοπρόθεσμα. Συγκεκριμένα, ο πρόεδρος της ΕΚΤ παρουσίασε μια θετική εικόνα της οικονομίας της ευρωζώνης, λέγοντας πως οι εισερχόμενες πληροφορίες επιβεβαιώνουν έναν ισχυρό ρυθμό οικονομικής επέκτασης, ο οποίος επιταχύνθηκε περισσότερο από ότι αναμενόταν το δεύτερο εξάμηνο του 2017. Διευκρίνισε δε ότι η ανάπτυξη της οικονομίας είναι κυκλική και κάποια στιγμή θα σταματήσει. «Παρά το ισχυρό κυκλικό momentum πως ο πληθωρισμός παραμένει υποτονικός και θα συγκλίνει σταδιακά προς τον στόχο του 2%», τόνισε.
Να σημειωθεί πως η ισοτιμία ευρώ δολαρίου βρέθηκε σήμερα έως το 1,2520 δολάριο, ενώ μετά τις δηλώσεις Ντράγκι υποχώρησε στο 1,2482.