Στην Ελλάδα, παρά τη μεγάλη συρρίκνωση των μακροοικονομικών μεγεθών τα τελευταία έτη ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης, η εθνική δαπάνη για Έρευνα και Ανάπτυξη αυξήθηκε αν και παρέμεινε εξαιρετικά χαμηλά σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ.
Σύμφωνα με ανάλυση που δημοσιοποίησαν οι οικονομολόγοι της Τράπεζας της Ελλάδος, Μαρία Αλμπάνη και Σοφία Ανυφαντάκη, το 2016 η ένταση της Έρευνας και Ανάπτυξης όπως ορίζεται με βάση τη δαπάνη για Έρευνα και Ανάπτυξη ως ποσοστό του ΑΕΠ, ανήλθε στο 0,99% (από 0,67% το 2011).
Ο αντίστοιχος μέσος όρος για τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) ήταν 2,03% και για τη Σουηδία, που θεωρείται η ηγέτιδα της καινοτομίας, ήταν 3,26%.
Σε απόλυτους όρους, στην Ελλάδα το 2016 δαπανήθηκε 1,7 δισ. ευρώ για Έρευνα και Ανάπτυξη, σημειώνοντας αύξηση κατά 1,7% και 24,6% σε σχέση με το 2015 και το 2011 αντίστοιχα.
Κατά τις συντάκτριες της μελέτης, η Ελλάδα, παρά τις προσπάθειες των προηγούμενων ετών οι οποίες στηρίχθηκαν σε μεγάλο βαθμό και στην αξιοποίηση πόρων από τα διαρθρωτικά ταμεία, εξακολουθεί να υστερεί σε σχέση με το μέσο όρο της ΕΕ-28, ενώ από τη σύγκριση με τα υπόλοιπα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ φαίνεται ότι συνεχίζει να κατατάσσεται χαμηλά (στη 19η θέση το 2016).
«Εάν η παραγόμενη από την έρευνα νέα γνώση είναι η «ατμομηχανή» της ανάπτυξης, για την Ελλάδα είναι πολύ μικρή και αντίστοιχα μικρή είναι και η επίδραση που έχει στην παραγωγικότητα της οικονομίας», αναφέρουν σχετικά.
Στην Ελλάδα, η κατανομή της δαπάνης ανά τομέα εκτέλεσης παραμένει σχετικά σταθερή διαχρονικά, με τον τομέα της τριτοβάθμιας και μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης να επωμίζεται το 37,5% της συνολικής δαπάνης κατά μέσο όρο για την περίοδο 2011-2016. Ακολουθεί ο τομέας των επιχειρήσεων με ποσοστό που κυμαίνεται στο 35% για την αντίστοιχη περίοδο.
Η ιδιωτική δαπάνη όμως συγκεντρώνεται σε έναν περιορισμένο αριθμό μεγαλύτερου μεγέθους επιχειρήσεων. Όπως αναφέρεται στην έκθεση, είναι χαρακτηριστικό ότι, με βάση τον πίνακα αποτελεσμάτων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις βιομηχανικές επενδύσεις Έρευνα και Ανάπτυξη για το 2017, μόνο τρεις ελληνικές εταιρίες ήταν μεταξύ των κορυφαίων 2.500 εταιριών παγκοσμίως και πέντε μεταξύ των 1.000 επιχειρήσεων της ΕΕ με κριτήριο τις δαπάνες για Έρευνα και Ανάπτυξη.
Επιπλέον, το ποσό που δαπάνησε ο επιχειρηματικός τομέας στην ΕΕ-28 κατά μέσο όρο ως ποσοστό του ΑΕΠ το διάστημα 2011-2016 ήταν σχεδόν διπλάσιο (64%), μαρτυρώντας την ιδιαίτερη βαρύτητα που δίνει η ευρωπαϊκή επιχειρηματική κοινότητα στην ανάπτυξη καινοτόμου δραστηριότητας.