Οι απρόβλεπτες δημοσιονομικές προσαρμογές οδηγούν σε μακροχρόνια αύξηση της ανισότητας των εισοδημάτων, ενώ αντιθέτως οι δημοσιονομικές επεκτάσεις μειώνουν την ανισότητα. Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξε έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, η οποία έχει ειδικό βάρος καθώς τεκμηριώνει την έκρηξη της εισοδηματικής ανισότητας στην Ελλάδα.
Η έκθεση του ΔΝΤ εξέτασε τις περιπτώσεις 103 αναπτυσσομένων οικονομιών από το 1990 έως το 2015. (http://www.imf.org/~/media/Files/Publications/WP/2018/wp1857.ashx).
Σύμφωνα με το μοντέλο των αναλυτών του ΔΝΤ, μια μείωση των κρατικών δαπανών κατά 1% του ΑΕΠ σε διάστημα πέντε ετών οδηγεί σε αύξηση του συντελεστής Τζίνι (Gini) περίπου κατά 1%. Για όσους δεν το γνωρίζουν ο συντελεστής Τζίνι μετρά την εισοδηματική ανισότητα ή την ανισότητα στον πλούτο.
Αυτό προκύπτει διότι οι συνολικές κυβερνητικές δαπάνες έχουν ισχυρότερο διανεμητικό αντίκτυπο απ 'ό, τι η κρατική κατανάλωση ή οι δημόσιες επενδύσεις από μονές τους, πιθανώς επειδή οι συνολικές κρατικές δαπάνες περιλαμβάνουν τις κυβερνητικές μεταβιβάσεις που είναι ένα σημαντικό αναδιανεμητικό εργαλείο.
Αυτό το εύρημα οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η μετατόπιση της σύνθεσης των δημόσιων δαπανών πρέπει να γίνεται με προσοχή διότι μπορεί να συμβάλει στη μείωση ή στην αύξηση των ανισοτήτων μεσοπρόθεσμα.
Να τονιστεί πως οι πρωτογενείς δαπάνες του ελληνικού κρατικού προϋπολογισμού ήταν στα 116 δισ. ευρώ το 2009 και έχουν υποχωρήσει στα 80 δισ. ευρώ σήμερα. Οι δαπάνες του κράτους για αμοιβές ήταν στα 31 δισ. ευρώ το 2009 και πλέον έχουν συρρικνωθεί στα 21 δισ. ευρώ. Οι δαπάνες για κοινωνικές παροχές ήταν στα 49 δισ. ευρώ το 2009 και πλέον έχουν συρρικνωθεί στα 39 δισ. ευρώ.
Το ποσοστό ατόμων σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού κατά την περίοδο 2009-2017 αυξήθηκε κατά 8 ποσοστιαίες μονάδες, που πρακτικά σημαίνει αυξημένο κίνδυνο φτωχοποίησης ή αποκλεισμού περίπου 700.000 ατόμων, το οποίο στην περίοδο πριν την κρίση λογιζόταν ως η μεσαία τάξη της χώρας.