Το νομοθετικό πλαίσιο περί απασχόλησης συνταξιούχου εντοπίζεται στο άρθρο 20 του ν. 4387/2016. Με βάση το διάστημα που πραγματοποιήθηκε η απασχόληση συνταξιούχου, διακρίνονται τέσσερις (4) κατηγορίες απασχολούμενων συνταξιούχων:
(α) απασχόληση από 28.02.2020 και έπειτα,
(β) απασχόληση από 13.05.2016 έως 27.02.2020,
(γ) απασχόληση με έναρξη πριν τις 13.05.2016 και λήξη μετά τις 13.05.2016 και
(δ) απασχόληση με έναρξη και λήξη πριν τις 13.05.2016
Το διάστημα, κατά το οποίο πραγματοποιήθηκε η απασχόληση συνταξιούχου, είναι κρίσιμο:
(i) για το ποσοστό της περικοπής της σύνταξης κατά τη διάρκεια της απασχόλησης,
ii) για την καταβολή των προβλεπόμενων ασφαλιστικών εισφορών και
(iii) για τον τρόπο αξιοποίησης του χρόνου ασφάλισης που δημιουργήθηκε.
Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 20 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει, «1. α. Στους εξ ιδίου δικαιώματος συνταξιούχους του e-ΕΦΚΑ, οι οποίοι έχουν ήδη αναλάβει ή αναλαμβάνουν από της δημοσιεύσεως του νόμου εργασία ή αποκτούν ιδιότητα ή δραστηριότητα υποχρεωτικώς υπακτέα στην ασφάλιση του e-ΕΦΚΑ, οι ακαθάριστες συντάξεις κύριες και επικουρικές καταβάλλονται μειωμένες κατά ποσοστό 30% για όσο χρονικό διάστημα απασχολούνται ή διατηρούν την ιδιότητα ή τη δραστηριότητα. Ειδικότερα για συνταξιούχους, οι οποίοι έχουν ήδη αναλάβει ή αναλαμβάνουν από της δημοσιεύσεως του νόμου εργασία ή αποκτούν ιδιότητα ή δραστηριότητα σε φορείς της Γενικής Κυβέρνησης υποχρεωτικώς υπακτέα στην ασφάλιση του e-ΕΦΚΑ, αναστέλλεται πλήρως η καταβολή των κύριων και επικουρικών συντάξεων εφόσον δεν έχουν συμπληρώσει το 61ο έτος της ηλικίας τους έως και τις 28.2.2021 και το 62ο έτος από την 1η.3.2022 και εφεξής.
Οι συνταξιούχοι, οι οποίοι είχαν αναλάβει πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου εργασία ή είχαν αποκτήσει ιδιότητα ή δραστηριότητα υποχρεωτικώς υπακτέα στην ασφάλιση, η οποία συνεχίζεται και για τους οποίους προβλέπονταν εξαίρεση από το άρθρο 20 του ν. 4387/2016, καθώς και από τις προϊσχύουσες αυτού διατάξεις, υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου από την 1η.3.2022. […]».
Σύμφωνα με την παρ. 3α του άρθρου 20 του ν. 4387/2016, «Για το χρονικό διάστημα απασχόλησης του συνταξιούχου καταβάλλονται για τον μισθωτό συνταξιούχο και τον αυτοτελώς απασχολούμενο ή ελεύθερο επαγγελματία ή υπαγόμενο στη ασφάλιση του ΟΓΑ, με την επιφύλαξη της περ. α΄ της παρ. 4 οι προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές των άρθρων 38 ή 39 ή 40 αντιστοίχως». Σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 20 του ν. 4387/2016, «5. Ο συνταξιούχος που αναλαμβάνει μισθωτή εργασία ή αυταπασχολείται δύναται να αξιοποιήσει τον χρόνο της ασφάλισής του. Για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης του συνταξιούχου, δύναται κατόπιν αιτήσεώς του να χορηγείται για την κύρια σύνταξη ποσό, που προκύπτει με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης και τις συντάξιμες αποδοχές των άρθρων 8 και 28 και μόνο για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης ως συνταξιούχου. Για την επικουρική σύνταξη χορηγείται ποσό που προκύπτει με βάση τον υπολογισμό της επικουρικής σύνταξης και μόνο για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης μετά τη συνταξιοδότηση, σύμφωνα με το άρθρο 96.».
Με βάση τα ανωτέρω, το πλαίσιο που ισχύει για την απασχόληση συνταξιούχου του e-Ε.Φ.Κ.Α., ανεξαρτήτως των διατάξεων με βάση τις οποίες θεμελιώνεται συνταξιοδοτικό δικαίωμα, συνοψίζεται στα εξής:
1α. Σε περίπτωση που αναληφθεί μετά τη συνταξιοδότηση υπακτέα στην ασφάλιση του e-Ε.Φ.Κ.Α. απασχόληση, το σύνολο των ακαθάριστων κύριων και επικουρικών συντάξεων καταβάλλεται μειωμένο κατά 30% από 01.03.2020, εκτός εάν ο συνταξιούχος εμπίπτει σε μία από τις περιοριστικά αναφερόμενες εξαιρέσεις της παρ. 4. Σημειώνεται ότι για το διάστημα από 13.05.2016 έως 27.02.2020 η μείωση ανερχόταν σε 60%.
1β. Ειδικά για συνταξιούχους που απασχολούνται σε φορείς της Γενικής Κυβέρνησης αναστέλλεται πλήρως η καταβολή των κύριων και επικουρικών συντάξεων, εφόσον δεν έχουν συμπληρώσει το 61o έτος της ηλικίας τους έως και τις 28.2.2021 και από την 01.03.2022 και εφεξής αναστέλλεται μέχρι τη συμπλήρωση του 62ου έτους της ηλικίας. Από το 61ο ή 62ο έτος της ηλικίας, αντίστοιχα, οι συντάξεις καταβάλλονται μειωμένες κατά 30%, όπως και στις υπόλοιπες κατηγορίες απασχολούμενων συνταξιούχων. Σημειώνεται ότι για το διάστημα από 13.05.2016 έως 27.02.2020 η αναστολή ήταν πλήρης, ανεξαρτήτως ηλικίας. Οι Ο.Τ.Α. A΄ και B΄ βαθμού αποτελούν φορείς της Γενικής Κυβέρνησης.
2. Για την υπακτέα στην ασφάλιση του e-Ε.Φ.Κ.Α. απασχόληση καταβάλλονται κανονικά εισφορές, όπως και για τους λοιπούς ασφαλισμένους του e-Ε.Φ.Κ.Α.
3. Ο χρόνος ασφάλισης που δημιουργείται μετά τη συνταξιοδότηση, δύναται, κατόπιν αιτήσεως του ασφαλισμένου, να προσαυξήσει την ήδη καταβαλλόμενη σύνταξή του. Η προσαύξηση λόγω απασχόλησης συνταξιούχου υπολογίζεται με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης και τις συντάξιμες αποδοχές των άρθρων 8 και 28 και μόνο για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης ως συνταξιούχου.
Απασχόληση συνταξιούχου με έναρξη της απασχόλησης από 28.2.2020 και έπειτα
Στις περιπτώσεις συνταξιούχων (πριν και μετά την 13.05.2016), οι οποίοι απασχολούνται από 28.02.2020 και μετά, έχει εφαρμογή το άρθρο 20 του ν. 4387/2016, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 27 του ν. 4670/2020. Το άρθρο 20 δεν διακρίνει με βάση την ιδιότητα, με την οποία θεμελιώθηκε το συνταξιοδοτικό δικαίωμα. Επομένως, σε περίπτωση που συνταξιούχος αναλάβει υπακτέα στην ασφάλιση ιδιότητα, ισχύουν οι γενικές παρατηρήσεις του κεφαλαίου 4. Ο χρόνος ασφάλισης που προκύπτει από την απασχόληση του συνταξιούχου αξιοποιείται με βάση την παρ. 5 του άρθρου 20, η οποία ορίζει ότι «5.
Ο συνταξιούχος που αναλαμβάνει μισθωτή εργασία ή αυτaπασχολείται δύναται να αξιοποιήσει τον χρόνο της ασφάλισής του. Για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης του συνταξιούχου, δύναται κατόπιν αιτήσεώς του να χορηγείται για την κύρια σύνταξη ποσό, που προκύπτει με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης και τις συντάξιμες αποδοχές των άρθρων 8 και 28 και μόνο για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης ως συνταξιούχου. Για την επικουρική σύνταξη χορηγείται ποσό που προκύπτει με βάση τον υπολογισμό της επικουρικής σύνταξης και μόνο για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης μετά τη συνταξιοδότηση, σύμφωνα με το άρθρο 96».
Η προσαύξηση της σύνταξης λόγω απασχόλησης συνταξιούχου πραγματοποιείται με βάση τις συντάξιμες αποδοχές και το χρόνο ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε μόνο μετά τη συνταξιοδότηση. Χρησιμοποιείται το ποσοστό αναπλήρωσης που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισης απασχόλησης συνταξιούχου, σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 4387/2016, ξεκινώντας από το ποσοστό αναπλήρωσης που αντιστοιχεί σε ένα (1) έτος ασφάλισης.
Απασχόληση συνταξιούχου με έναρξη της απασχόλησης από 13.05.2016 και μέχρι 27.02.2020
Στις περιπτώσεις συνταξιούχων (πριν και μετά τις 13.05.2016), οι οποίοι απασχολούνται από 13.05.2016 έως και 27.02.2020, έχει εφαρμογή το άρθρο 20 του ν. 4387/2016, όπως ίσχυε πριν την τροποποίησή του με το ν. 4670/2020, εφόσον αναλάβουν την υπακτέα στην ασφάλιση του eΕ.Φ.Κ.Α. απασχόληση ή ιδιότητα από 13.05.2016 και έπειτα, καθώς, σύμφωνα με το προϊσχύον άρθρο 20 του ν. 4387/2016, «6. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου έχουν εφαρμογή για όσους θα αναλάβουν εργασία ή θα αυτοαπασχοληθούν, γενικά, από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και εντεύθεν […].
Ειδικά, για τα πρόσωπα που ανέλαβαν εργασία ή αυτοαπασχόληση πριν τη δημοσίευση του παρόντος νόμου διατηρούνται σε ισχύ και εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 63 του Ν. 2676/1999, όπως αντικαταστάθηκε με το Ν. 3863/2010, και ισχύει μέχρι την ημερομηνία έναρξης του παρόντος». Ειδικότερα, προβλεπόταν περικοπή των κύριων και επικουρικών συντάξεων εξ ιδίου δικαιώματος κατά 60% για το διάστημα που προέκυπτε απασχόληση συνταξιούχου. Σε περίπτωση απασχόλησης σε φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, προβλεπόταν πλήρης αναστολή της καταβολής όλων των συντάξεων εξ ιδίου δικαιώματος, ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας. Το διάστημα απασχόλησης συνταξιούχου, με έναρξη απασχόλησης από 13.05.2016 έως 27.02.2020, σύμφωνα με ρητή επιταγή της παρ. 5 του άρθρου 20 του ν. 4387/2016, όπως τροποποιήθηκε με το ν. 4670/2020, μπορεί να αξιοποιηθεί για την προσαύξηση της υφιστάμενης σύνταξης (βλέπε ανωτέρω υπό 4.1.).
Απασχόληση συνταξιούχου με έναρξη της απασχόλησης πριν τις 13.5.2016 και λήξη της απασχόλησης μετά τις 13.05.2016
Το παρόν αφορά στις περιπτώσεις ήδη συνταξιούχων στις 13.05.2016, οι οποίοι συνταξιοδοτήθηκαν από ενταχθέντα στον e-Ε.Φ.Κ.Α. φορέα, συμπεριλαμβανομένου του Δημοσίου, και οι οποίοι ξεκίνησαν να απασχολούνται πριν τις 13.05.2016 (π.χ. για αιρετούς ή βουλευτές, εκλέγονται μετά την συνταξιοδότησή τους και πριν την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016) και συνεχίζουν να έχουν υπακτέα στην ασφάλιση απασχόληση ή ιδιότητα και μετά τις 13.05.2016. Με βάση την παρ. 5 του άρθρου 20, από 28.02.2020 και έπειτα, αξιοποιείται και ο χρόνος ασφάλισης από απασχόληση συνταξιούχου, ο οποίος εκκίνησε την απασχόλησή του πριν τις 13.05.2016 και συνέχισε αυτή, χωρίς διακοπή, και μετά την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 («6. Για τους απασχολούμενους συνταξιούχους κατά την 12η.5.2016, οι οποίοι συνέχισαν απασχολούμενοι χωρίς διακοπή και μετά την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 (Α΄ 85), όλος ο χρόνος εργασίας ή η αυτοαπασχόληση ή μέρος αυτού αξιοποιείται σύμφωνα με τα ανωτέρω, εφόσον από τις προϊσχύουσες διατάξεις προβλέπονταν αξιοποίηση του χρόνου απασχόλησης»).
Τα πρόσωπα αυτά αρχικά εξαιρούνταν από την υπαγωγή στο άρθρο 20 του ν. 4387/2016, όπως ίσχυε πριν από την τροποποίησή του με το ν. 4670/2020, καθώς η προϊσχύουσα παρ. 6 του άρθρου 20 όριζε ότι «6. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου έχουν εφαρμογή για όσους θα αναλάβουν εργασία ή θα αυτοαπασχοληθούν, γενικά, από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και εντεύθεν […]. Ειδικά, για τα πρόσωπα που ανέλαβαν εργασία ή αυτοαπασχόληση πριν τη δημοσίευση του παρόντος νόμου διατηρούνται σε ισχύ και εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 63 του Ν. 2676/1999, όπως αντικαταστάθηκε με το Ν. 3863/2010, και ισχύει μέχρι την ημερομηνία έναρξης του παρόντος». Ειδικά, δε, για τους συνταξιούχους του Δημοσίου, η προϊσχύουσα παρ. 7 όριζε ότι «7. Οι ισχύουσες κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου, που αφορούν την απασχόληση των συνταξιούχων, γενικά, δεν έχουν εφαρμογή για τα πρόσωπα της προηγούμενης παραγράφου.».
Η ανωτέρω εξαίρεση που ίσχυσε από 13.05.2016 έως και 28.02.2022 οδήγησε σε διαφορετική αντιμετώπιση των συνταξιούχων του Δημοσίου και του Ιδιωτικού τομέα, ως προς την περικοπή ή μη της καταβαλλόμενης σύνταξης ή και της αξιοποίησης του χρόνου ασφάλισης. Ειδικότερα:
Συνταξιούχοι από πρώην Φ.Κ.Α.
Σε περίπτωση ήδη συνταξιούχων στις 13.05.2016, οι οποίοι συνταξιοδοτήθηκαν από ενταχθέντα στον e-Ε.Φ.Κ.Α. φορέα, πλην Δημοσίου, οι οποίοι ξεκίνησαν να απασχολούνται πριν τις 13.05.2016 (π.χ. για αιρετούς ή βουλευτές, εκλέγονται μετά την συνταξιοδότησή τους και πριν την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016) δεν υφίστατο μέχρι 12.05.2016 νομοθετική πρόβλεψη για περικοπή της σύνταξης. Εφόσον συνέχισαν να κατέχουν την ίδια θέση και μετά την 13.05.2016 χωρίς διακοπή, συνέχισε να εφαρμόζεται το προϊσχύον νομοθετικό καθεστώς (μη περικοπή) μέχρι τη διακοπή της απασχόλησης ή μέχρι και τις 28.02.2022 ως απώτατο χρονικό σημείο, οπότε εντάσσονται όλοι οι συνταξιούχοι στις διατάξεις του άρθρου 20.
Παράδειγμα: Συνταξιούχος του πρώην Ο.Α.Ε.Ε. από το έτος 2010, ο οποίος εκλέγεται ως βουλευτής το 2012 και επανεκλέγεται το 2019. Στην περίπτωση αυτή, ο συνταξιούχος ασφαλίζεται στο Δημόσιο και η σύνταξη που λαμβάνει δεν υφίσταται περικοπή μέχρι 12.05.2016. Από 13.05.2016 συνεχίζει την ιδιότητα του βουλευτή, χωρίς διακοπή και συνεχίζει να μην υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 20 του ν. 4387/2016, καθώς λόγω επανεκλογής του διατηρεί την ίδια υπακτέα στην ασφάλιση ιδιότητα, και άρα δεν υπάρχει διακοπή. Συνεχίζουν επομένως να έχουν εφαρμογή οι προϊσχύουσες του ν. 4387/2016 διατάξεις μέχρι και την 28.02.2022. Από 01.03.2022 υπάγεται κανονικά στο άρθρο 20 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει με το ν. 4670/2020.
Συνταξιούχοι από πρώην Δημόσιο ή από πρώην Φ.Κ.Α. λόγω δημόσιας υπηρεσίας
Στις περιπτώσεις συνταξιούχων του Δημοσίου μέχρι 12.05.2016, οι οποίοι ξεκίνησαν να απασχολούνται πριν τις 13.05.2016 (π.χ. για αιρετούς, κατείχαν θέση αιρετού μετά την συνταξιοδότησή τους και πριν την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016), είχαν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ. 14 του άρθρου 8 του ν. 2592/1998, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει με την περ. β΄ της υποπαραγράφου Β1 της παραγράφου Β του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 και το άρθρο 4 παρ. 7δ του ν. 4151/2013.
Ειδικότερα, προβλεπόταν ότι:
(α) οι συνταξιούχοι του Δημοσίου (δημόσιοι υπάλληλοι/λειτουργοί, στρατιωτικοί κ.λπ.),
(β) οι συνταξιούχοι πρώην Φ.Κ.Α., εκτός Δημοσίου, οι οποίοι έλαβαν τη σύνταξή τους λόγω υπηρεσίας σε θέσεις του ευρύτερου δημοσίου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στην παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 (Α΄ 65) (Δ.Ε.Κ.Ο., Ν.Π.Δ.Δ. κ.λπ.),
(γ) οι συνταξιούχοι του Δημοσίου, βουλευτές και αιρετοί, οι οποίοι υπηρετούσαν ή προσλαμβάνονταν σε θέσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στην παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 (Α΄ 65) ή καταλάμβαναν θέση εξωκοινοβουλευτικού Υπουργού, Αναπληρωτή Υπουργού ή Υφυπουργού και ελάμβαναν σύνταξη ή χορηγία και αποδοχές συγχρόνως, είχαν:
(i) είτε πλήρη αναστολή της σύνταξης/χορηγίας τους, προκειμένου ο χρόνος να είναι συντάξιμος σύμφωνα με το άρθρο 58 παρ. 1 του π.δ. 169/2007,
(ii) είτε συνέχιση της καταβολή της σύνταξης/χορηγίας με περικοπή 70% και ο χρόνος δεν ήταν συντάξιμος.
Ειδικά η καταβολή της βουλευτικής σύνταξης ή της χορηγίας αιρετού αναστελλόταν πλήρως, εφόσον οι δικαιούχοι επανεκλέγονταν στα αξιώματα αυτά. Τα ανωτέρω δεν ίσχυαν για τις συντάξεις που καταβάλλονταν από το Δημόσιο με βάση τις διατάξεις των ν. 1897/1990 (Α΄ 120) και ν. 1977/1991 (Α΄ 185), τις εξ ιδίου δικαιώματος πολεμικές συντάξεις που καταβάλλονταν με βάση τις διατάξεις του Κώδικα Πολεμικών Συντάξεων, καθώς και τις εξ ιδίου δικαιώματος συντάξεις παθόντων στην υπηρεσία και εξαιτίας αυτής.