Το χρήμα, ανεξαρτήτως μορφής, είναι μέσο συναλλαγής - μέσο πληρωμής με αξία την οποία όλοι εμπιστεύονται. Ταυτόχρονα είναι μια λογιστική μονάδα μέσω της οποίας έχουμε τον καθορισμό της τιμής των αγαθών και των υπηρεσιών. Τέλος, είναι ένα μέσο αποθήκευσης αξίας. Με το χρήμα ερχόμαστε σε επαφή από την πολύ μικρή ηλικία όπου μας έρχεται άκοπα (χαρτζιλίκι) και όσο μεγαλώνουμε τόσο αυξάνεται ο κόπος που πρέπει να καταβάλουμε ώστε να το φέρουμε στο πορτοφόλι μας και στους τραπεζικούς μας λογαριασμούς. Αν και μας συνοδεύει μια ζωή λίγοι ξέρουν σωστά πως δημιουργείται.
Οι εμπορικές τράπεζες σε αντίθεση με ότι φημολογείται στο διαδίκτυο, στα καφενεία ή και στις καφετέριες πόλεων και χωριών, δεν δημιουργούν χρήμα από «αέρα». Άλλωστε, αν υπήρχε αυτή η δυνατότητα, καμία τράπεζα δεν θα αντιμετώπιζε ποτέ πρόβλημα και δεν θα χρειαζόταν τη διάσωσή της με λεφτά δικά μας των πολιτών. Μην πάτε μακριά, δείτε τι έγινε στην Ελλάδα από το 2010 και μέχρι πριν λίγο καιρό με τις ελληνικές τράπεζες.
Από την άλλη, είναι αλήθεια ότι οι τράπεζες δεν χρειάζονται πάντα τις καταθέσεις τους για να τις χρησιμοποιήσουν ως κεφάλαιο δανεισμού για ιδιώτες ή επιχειρήσεις. Κι αυτή η αλήθεια είναι που καταλαβαίνουν λάθος όλοι όσοι ισχυρίζονται ότι μια εμπορική τράπεζα μπορεί να δημιουργήσει χρήμα από το μηδέν! Όχι, δεν μπορεί. Όσοι θέλετε, μπορείτε να συνεχίσετε την ανάγνωση για να δούμε πώς δημιουργείται το χρήμα από τις εμπορικές τράπεζες. Για να κατανοήσουμε το ζήτημα θα εστιάσουμε σε δύο κρίσιμες παραμέτρους στα ίδια κεφάλαια μιας τράπεζας και στον τρόπο λειτουργίας.
Τα ίδια κεφάλαια και μόνο αυτά είναι τα κεφάλαια που έχει η τράπεζα διαθέσιμα ώστε να ασκήσει τις δραστηριότητες της. Στα ίδια κεφάλαια περιλαμβάνονται οι καταθέσεις των πελατών της, ο κοινός δανεισμός και η εισφορά του μετοχικού κεφαλαίου δηλαδή τα χρήματα που έχουν δοθεί από τους μετόχους της. Τα κεφάλαια αυτά χωρίζονται σε διάφορες κατηγορίες, αλλά για να μη χαθούμε το αφήνουμε εδώ.
Ο σωστός τρόπος λειτουργίας των εμπορικών τραπεζών είναι να επιδιώξουν να προσελκύσουν πελάτες που αξίζουν να τους χορηγήσουν πιστώσεις (δάνεια) με εύλογο ρίσκο και να έχουν κέρδος. Σε ένα σωστά ρυθμισμένο και αυστηρά ελεγχόμενο τραπεζικό σύστημα η αύξηση των πιστώσεων δεν είναι συνέπεια της θέλησης των τραπεζών, αλλά της ποιότητας των πελατών τους. Η εμπορική τράπεζα σε ένα τέτοιο σύστημα χορηγεί τα δάνεια μόνο αν έχουν οικονομική σημασία. Ο δανεισμός δεν δημιουργεί αυτόματα κέρδη (θυμηθείτε τα κόκκινα δάνεια των ελληνικών τραπεζών) και θέλει προσοχή.
Έχει γίνει πλέον σαφές πως οι εμπορικές τράπεζες δεν δημιουργούν χρήμα από το μηδέν ή τον αέρα αλλά μόνο με τα ίδια κεφάλαια τους, τη φερεγγυότητα του δανειζόμενου και το περιθώριο κέρδους. Στο σημείο αυτό και για λόγους πληρότητας να αναφέρω ότι σε περιόδους οικονομικών κρίσεων δημιουργούνται αθετήσεις πληρωμών που μπορούν να οδηγήσουν τις εμπορικές τράπεζες να αναζητήσουν τα απαραίτητα αποθεματικά ακόμη και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, μέσω της ΤτΕ αν μιλάμε για τις ελληνικές εμπορικές τράπεζες.
Η προσφυγή στη Κεντρική Τράπεζα είναι η τελευταία επιλογή και αφού έχουν εξαντληθεί επιλογές όπως ο δανεισμός μέσω της διατραπεζικής αγοράς, πωλήσεις ομολόγων που κατέχουν στην Κεντρική Τράπεζα, άμεσος δανεισμός μέσω daily overdraft και όλα αυτά με κόστος για πολύ προφανείς λόγους. Φυσικά πάντα υπάρχει και η επιλογή των Αυξήσεων Μετοχικού Κεφαλαίου εφόσον οι μέτοχοι έχουν την οικονομική δυνατότητα να συμμετάσχουν αλλιώς υπάρχει ο κίνδυνος της κρατικοποίησης και του μηδενισμού των παλαιών μετόχων. Αν κάποιοι από εσάς που διαβάζετε το άρθρο είστε εδώ και 10 χρόνια μέτοχοι των ελληνικών τραπεζών καταλαβαίνεται πολύ καλά τι γράφω και πόσο κόστος έχετε εισπράξει.
Οι εμπορικές τράπεζες δεν ξεφεύγουν από το γενικό κανόνα που λέει ότι δεν υπάρχει τσάμπα γεύμα ή τίποτα δωρεάν, άνευ υποχρεώσεων. Τέλος οι Κεντρικές Τράπεζες αποτελούν ένα πολύ διαφορετικό κεφάλαιο. Οι Κεντρικές Τράπεζες έχουν το μονοπώλιο έκδοσης του χρήματος και σε αυτές ισχύουν προφανώς άλλοι κανόνες αλλά αυτό αφορά θέμα άλλου άρθρου.