Η ΕΕ εξετάζει μια πρόταση που θα επιτρέψει σε μια ρωσική τράπεζα που υπόκειται σε κυρώσεις μέχρι και σήμερα, σύμφωνα με τις αποφάσεις που έχουν παρθεί ως αντίποινα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, να διαχωρίσει μια θυγατρική της, που ενδεχομένως θα επανασυνδεθεί με το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό δίκτυο.
Η κίνηση αυτή θα ήταν ένα δώρο στη Μόσχα έτσι ώστε να διατηρήσει τη συμφωνία που επιτρέπει στην Ουκρανία να εξάγει τρόφιμα στις παγκόσμιες αγορές με σκοπό τη διασφάλιση της διατροφικής επάρκειας, σε πολλές περιοχές που έχουν ανάγκη.
Το σχέδιο, το οποίο προτάθηκε από τη Μόσχα μέσω διαπραγματεύσεων, με τη μεσολάβηση του ΟΗΕ, θα επιτρέψει στη Ρωσική Αγροτική Τράπεζα να δημιουργήσει μια θυγατρική «τράπεζα» για τη διαχείριση πληρωμών που σχετίζονται με τις εξαγωγές σιτηρών. Η νέα οντότητα θα επιτρέπεται να χρησιμοποιεί το παγκόσμιο σύστημα χρηματοοικονομικών μηνυμάτων Swift, το οποίο έκλεισε για τις μεγαλύτερες ρωσικές τράπεζες μετά την εισβολή στην Ουκρανία πέρυσι.
Ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία, για πολύ καιρό είχε «εγκλωβίσει» τεράστιες ποσότητες γεωργικών προϊόντων που εξάγονται μέσω της Μαύρης Θάλασσας, προκαλώντας φόβους για παγκόσμια επισιτιστική κρίση. Αυτός ο φόβος επανέρχεται μετά την αβεβαιότητα που υπάρχει για την ανανέωση της σχετικής συμφωνίας για την εμπορία των σιτηρών. Βέβαια η σχετική απειλή διακοπής της συμφωνίας ή μη ανανέωσης της έχει επαναληφθεί κατά το παρελθόν αρκετές φορές.
Η σχετική πρόταση για την θυγατρική τράπεζα συζητήθηκε από τους ηγέτες της ΕΕ σε σύνοδο κορυφής στις Βρυξέλλες την περασμένη εβδομάδα ως πιθανό μέσο για να πειστεί η Μόσχα να παρατείνει τη συμφωνία της Μαύρης Θάλασσας πέρα από την ημερομηνία λήξης της, στις 17 Ιουλίου.
Αξιωματούχοι της EE, σύμφωνα με τους Financial Times, λένε ότι οι απειλές της Ρωσίας να τερματίσει τη συμφωνία φάνηκαν πιο σοβαρές αυτή τη φορά από ό,τι κατά τη διάρκεια προηγούμενων διαπραγματεύσεων παράτασης, οπότε μια τέτοια επιλογή για την θυγατρική τράπεζα φάνηκε ως η λιγότερο οδυνηρή. Ωστόσο η πρόταση εξαίρεσης αξιολογείται από αξιωματούχους της ΕΕ ως προς τη νομιμότητα και τη σκοπιμότητά της, δήλωσαν πηγές. Οι αξιωματούχοι της ΕΕ τόνισαν ότι οι ευρωπαϊκές κυρώσεις δεν στοχεύουν στο εμπόριο γεωργικών προϊόντων και τροφίμων, συμπεριλαμβανομένων των σιτηρών και των λιπασμάτων, μεταξύ τρίτων χωρών και της Ρωσίας.
Η ΕΕ δυσκολεύεται να συμφωνήσει σε μέτρα για τη χορήγηση ελάφρυνσης από κυρώσεις σε συγκεκριμένες ρωσικές εταιρείες ή να τους επιτρέψει να εξάγουν ορισμένα αγαθά για ανθρωπιστικούς λόγους ή για να προμηθεύσουν χώρες του τρίτου κόσμου. Αυτό οφείλεται εν μέρει στην αντίθεση των ανατολικών κρατών που λένε ότι τέτοιες κινήσεις θα βοηθήσουν το Κρεμλίνο να κερδίσει περισσότερα χρήματα και να διατηρήσει τον πόλεμό του.
Η αβεβαιότητα αυτή στο εμπόριο σιτηρών τον τελευταίο καιρό, είχε δημιουργήσει προσδοκία τιμών στα λοιπά ευρωπαϊκά σιτηρά, μεταξύ αυτών και στα Ελληνικά. Αν εξασφαλιστεί τελικά το εμπόριο των ρωσικών και ουκρανικών σιτηρών θα δούμε νέες αναταράξεις τιμών στην αγορά και στις μέχρι σήμερα τιμές αφού πολύ μεγάλες ποσότητες από αυτά τα σιτηρά θα διοχετευτούν στις αγορές τις Ευρώπης.
Να σημειωθεί εδώ πως υπάρχουν μεγάλες επιφυλάξεις για την ποιότητα των ουκρανικών σιτηρών παγκοσμίως. Επίσης, υπάρχουν μεγάλες αμφιβολίες για το αν και κατά πόσο γίνονται έλεγχοι στις χώρες εισόδου των σιτηρών αυτών. Επειδή τα λιμάνια της μαύρης θάλασσας είναι κλειστά, πολλά από τα σιτηρά αυτά έρχονται με τρένα και φορτηγά στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Όπως καταλαβαίνει κανείς, λόγω του πολέμου, οι συνθήκες αποθήκευσης για αυτά τα προϊόντα δεν είναι οι καλύτερες δυνατές, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται πολλά μυκητολογικά προβλήματα ενώ πολλά ζιζανιοκτόνα και γενικότερα φυτοπροστατευτικά που έχουν απαγορευτεί στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανιχνεύονται τελευταία στα προϊόντα αυτά. Ωστόσο για να διοχετευτούν τα προϊόντα αυτά στις αγορές, δύναται να πωληθούν στις ελάχιστες δυνατές τιμές, με ότι μπορεί να σημαίνει αυτό για τον ανταγωνισμό και τις τιμές των ευρωπαϊκών σιτηρών.