Η διασύνδεση της πρωτογενούς παραγωγής – γαστρονομικής παράδοσης και του τουριστικού ρεύματος των 30 και πλέον εκατ. τουριστών που επισκέπτονται τη χώρα μας κάθε χρόνο, είναι ένας διακαής εθνικός πόθος εδώ και χρόνια. Με τον όρο «σύνδεση», δεν εννοούμε τόσο τα καθημερινά γεύματα των επισκεπτών μας, αλλά κυρίως τη γνωριμία τους με τα μυστικά της ελληνικής διατροφής και των χαρακτηριστικών διατροφικών μας προϊόντων.
Στα διάφορα περιφερειακά και εθνικά χρηματοδοτικά και αναπτυξιακά προγράμματα των τελευταίων πολλών χρόνων, έχουν προβλεφθεί αρκετά εκατομμύρια ευρώ για σχετικές δράσεις, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Δεν είναι σαφές, τι αποτέλεσμα είχαν ή έχουν. Ισως να έχει υπάρξει κάποια μελέτη αξιολόγησης αλλά δεν έγινε ευρέως γνωστή. Θα μπορούσε κάποιος να επικαλεστεί τη συνεχή αύξηση των εξαγωγών διατροφικών προϊόντων και την μετατροπή του σχετικού ισοζυγίου από αρνητικό σε θετικό. Είναι όμως αυτός ο σκοπός του; Απλώς δηλαδή να αυξηθεί ο όγκος των ήδη εξαγόμενων προϊόντων;
Όταν κάποιος βρίσκεται σε διακοπές, έχει μια πιο χαλαρή διάθεση: Επιθυμεί να δοκιμάσει κάτι διαφορετικό από αυτό που τρώει και σπίτι του καθημερινά. Επίσης, συχνά έχει την περιέργεια να γευθεί τα προϊόντα της περιοχής που επισκέπτεται. Αλλοι πάλι θέλουν να μάθουν πως τα προϊόντα αυτά μαγειρεύονται στα σπίτια των ντόπιων και φτιάχνεται τελικά η περίφημη Μεσογειακή διατροφή. Εξ’ ου και τα πολλά Food tours που συναντάει κανείς στα τουριστικά μέρη, συχνά ιδιαίτερα υπερτιμημένα. Τέλος, πολλοί επιθυμούν να πάρουν μαζί τους επιστρέφοντας κάποιο ιδιαίτερο τρόφιμο που δεν βρίσκουν στην πατρίδα τους για τους ίδιους ή για δώρο σε φίλους.
Χρειάζεται προφανώς ένα ποιο εξειδικευμένο marketing για να πλησιάσεις τον πελάτη, που για την ακρίβεια είναι μια Βαβέλ πελατών από διάφορες χώρες, ηλικίες, καταστάσεις και φάσεις της ζωής τους. Οι σχετικές αυτές δράσεις, αναπτύσσονται μέσα στο χρόνο, σε διάφορους τόπους, με ποικίλους τρόπους, από πληθώρα φορέων και το σίγουρο είναι οτι η αποτελεσματικότητά τους διαχέεται στο χρόνο: ένα μέρος του κοινού θα ανταποκριθεί άμεσα, κάποιοι άλλοι αργότερα, ίσως πριν φύγουν, κάποιοι άλλοι στο επόμενο ταξίδι τους και τέλος κάποιοι δεν θα ανταποκριθούν ποτέ.
Οταν λοιπόν μιλάμε για διασύνδεση πρωτογενούς παραγωγής και τουρισμού, το μυαλό μας πάει κατευθείαν στην Κρήτη: πλήθος τουριστών, μεγάλη τοπική παραγωγή, δεκάδες ονομαστά προϊόντα με προεξάρχουσα την Γραβιέρα Κρήτης. Και το σημαντικότερο, από μόνη της σημείο αναφοράς για μια από τις ποιο υγιεινές δίαιτες του κόσμου. Εκεί όμως, όπως μας πληροφορεί ένα Δελτίο Τύπου της Περιφέρειας, στις 9 Ιουλίου, δηλαδή μεσούσης της τουριστικής περιόδου, έγινε σύσκεψη για να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα των αδιάθετων ποσοτήτων Γραβιέρας! Δηλαδή με απλά λόγια οι τουρίστες και τα καταστήματα εστίασης δεν βάζουν πλάτη να φύγει ένα τόσο χαρακτηριστικό προϊόν αλλά και παράλληλα ένα από τα δύο βασικά αγροτικά προϊόντα του νησιού που κρατάει ζωντανό τον αγροτικό χαρακτήρα του Νησιού. Κι αυτό είναι πολύ πολύ σημαντικό για την ολοκληρωμένη τουριστική εικόνα της Κρήτης.
Τι μπορεί άραγε να περιμένει κάποιος από μια σύσκεψη στα μέσα Ιουλίου; Προφανώς να πάρει δημοσιότητα ότι κάποιοι ενδιαφέρονται. Αυτό κανονικά θα έπρεπε να ισχύει αντίστροφα: αυτοί που ήταν αρμόδιοι να ενδιαφερθούν έπρεπε να είχαν κινητοποιηθεί μήνες πριν, το πρόβλημα ήταν ήδη γνωστό πριν το Πάσχα. Τέλος πάντων, έτσι έχουμε συνηθίσει εδώ στη Νότια Ευρώπη…
Πρέπει να είναι κανείς βέβαιος οτι ενώ το θέμα σύσκεψης ήταν η προώθηση των κρητικών τυριών στα ξενοδοχεία, στο πίσω μέρος του μυαλού όλων θα ήταν «πως γίνεται να περιλάβουμε τα αποθέματα στα διάφορα κρατικά γεύματα»... Διότι εάν πραγματικά είχαν ανησυχήσει, άπαντες τότε θα είχαν ενδιαφερθεί έγκαιρα. Και 9 Ιουλίου δεν είναι υπό καμία έννοια έγκαιρα. Βέβαια μέχρι πρόσφατα είχαμε και Κρητικό Υπουργό Γεωργίας, οπότε οι ελπίδες ήταν στραμμένες εκεί. Η ζωή όμως έχει αλλαγές.
Το θέμα είναι ιδιαίτερα σημαντικό, διότι οι τιμές γάλακτος που απολαμβάνουν οι κτηνοτρόφοι στο νησί είναι πολύ χαμηλότεροι της ηπειρωτικής χώρας, ενώ τα έξοδα για την απόκτηση ζωοτροφών ιδιαίτερα αυξημένα, έως και διπλάσια. Η δημιουργία αποθεμάτων στις πολλές μικρές βιοτεχνίες που έχει το νησί, έχει επιφέρει μεγάλη στενότητα χρήματος σε ολόκληρο το κύκλωμα ζωοτροφές – γάλα – γραβιέρα, αφετέρου κάποιες από αυτές δεν θα λειτουργήσουν το επόμενο διάστημα δημιουργώντας περισσότερα προβλήματα στους κτηνοτρόφους.
Στην Εσπερία τώρα, λίγες ημέρες νωρίτερα, οι ειδήμονες της προώθησης Ιταλοί γείτονές μας, οργάνωσαν στη Βενετία ένα ολόκληρο χωριό με 200 παραγωγούς ιταλικών προϊόντων που βασίζονται στην προάσπιση και διατήρηση της βιοποικιλότητας. Μετρημένα δηλαδή κουκιά: Δεν εκτίθονταν όλα τα προϊόντα στο χωριό αυτό, μόνο μικροί παραγωγοί και από αυτούς όσοι έχουν κάνει νόημα της ζωής τους να προβάλουν μια σπάνια αγκινάρα, μια ιδιαίτερη παρμεζάνα, ένα αλλιώτικο ριζότο! 200.000 (ολογράφως διακόσιες χιλιάδες) επισκέπτες συνέρρευσαν στο τριήμερο των εκδηλώσεων!!! Από ένα μικρό κομματάκι γραβιέρα να έπαιρναν όλοι αυτοί θα ξεστοκάραμε πάραυτα!!!
Η διαφορά μας με τη δικιά μας σύσκεψη είναι χαρακτηριστική. Για να μαζέψεις 200.000 κόσμο και 200 μικρούς παραγωγούς, χρειάζεται μια οργάνωση και κινητοποίηση επαγγελματικού τύπου, η οποία όμως ξεκινάει νωρίς, πιθανόν αμέσως μετά τη λήξη του προηγούμενου γεγονότος. Πέραν όμως από το προφανές του χρόνου και του επαγγελματισμού, εντυπωσιάζει η επιλογή της βιοποικιλότητας ως κεντρικού θέματος. Σου λέει το Made in Italy έχει πολλές διαστάσεις. Εμείς την προκειμένη στιγμή θα εστιάσουμε σε μια πιο συναισθηματική, δηλαδή στη μικρή παραγωγή που στοχεύει στην προστασία της βιοποικιλότητας. Ο επισκέπτης μπορεί να προσεγγισθεί στις καθημερινές του αγορές με άλλους τρόπους, στις διακοπές του όμως θέλει συναίσθημα.
«Η υπεράσπιση της βιοποικιλότητας είναι η πραγματική προστιθέμενη αξία της αγροτικής παραγωγής που κατασκευάζεται στην Ιταλία, με σημαντικό αντίκτυπο και στην εθνική οικονομία, ξεκινώντας από τον τουρισμό – δήλωσε ο διευθυντής της Fondazione Campagna Amica, Carmelo Troccoli – Η επένδυση στη ιδιαιτερότητα είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη γεωργία οι επιχειρήσεις να ξεχωρίζουν ως προς την ποιότητα παραγωγής και να αντιμετωπίσουν έτσι την παγκοσμιοποιημένη αγορά προστατεύοντας, υπερασπίζοντας και δημιουργώντας τοπικά οικονομικά συστήματα γύρω από την αξία των τροφίμων».
Κάπως έτσι κατόρθωσαν να πείσουν 200.000 άτομα, ντόπιους και επισκέπτες να επισκεφθούν το εκθεσιακό χωριό, να γνωρίσουν της προσπάθεια που γίνεται στα πλαίσια της βιωσιμότητας σε ολόκληρο τον αγροτοδιατροφικό τομέα της Ιταλίας και φυσικά να γευθούν και αγοράσουν κάποια από αυτά. Οι διοργανωτές ανακοίνωσαν, οτι το γεύμα των 8 ευρώ ήταν το πιο δημοφιλές μεταξύ των επισκεπτών. Εγινε δηλαδή κάποιος σημαντικός τζίρος.
Αφού λοιπόν εμείς εδώ για διάφορους λόγους δεν έχουμε κατορθώσει να παρουσιάσουμε τη δικιά μας πρόταση στην προώθηση των προϊόντων μας μέσω του τουρισμού, μήπως θα ήταν πιο αποτελεσματικό να αναθέταμε στην Coldiretti, την κορυφαία συνεταιριστική οργάνωση της Ιταλίας που επιμελήθηκε στο όλο συμβάν, να μας δείξει το δρόμο; Συνεταιριστική οργάνωση είναι στο κάτω κάτω. Η κι εάν κάποιοι θα θεωρούσαν την ιδέα «ξεπούλημα», ας τους ρωτούσαμε (τους Ιταλούς) να μας πουν μια γνώμη, πως θα οργάνωναν αυτοί ένα παρόμοιο προωθητικό συμβάν σε ένα μεγάλο τουριστικό μας νησί.
Μόνο που πρέπει να βιαστούμε, διότι οι εξελίξεις στον αγροτοδιατροφικό τομέα τρέχουν και υπάρχει περίπτωση να ξεμείνουμε από... αγρότες και άλλους μικρούς παραγωγούς ικανούς να συμμετάσχουν σε παρόμοιες εκδηλώσεις.