Ο Ερντογάν αποφάσισε να κάνει μία ακόμα επιθετική κίνηση προς τη δημιουργία ενός ασφυκτικού οικονομικού περιβάλλοντος το οποίο θα φέρει την αποκλειστική δική του σφραγίδα, ως προς τις επιλογές. Χθες το βράδυ έκανε δεκτή την παραίτηση του Υπουργού Οικονομικών, Λουτφί Ελβάν και τον αντικατέστησε με έναν «οπαδό» των Erdonomics, τον Νουρεντίν Νεμπάτι. Η κίνηση αυτή είχε ως άμεσο αποτέλεσμα περαιτέρω πτώση της λίρας σε σχέση με το δολάριο, καθώς οι επενδυτές ρευστοποιούν διαρκώς assets, αναγνωρίζοντας ότι το επενδυτικό περιβάλλον στην Τουρκία είναι ιδιαίτερα «τοξικό» και ασταθές.
Τί σημαίνει η επιλογή του νέου ΥΠΟΙΚ
Η αντιπάθεια που δείχνει ο Ερντογάν για τα υψηλά επιτόκια είναι γνωστή. Θεωρεί ότι η αύξηση των επιτοκίων ισοδυναμεί με κατάφαση στο πολιτικό παιχνίδι των διεθνών funds, τα οποία αποκαλεί πολύ συχνά «κοράκια της οικονομίας». Μετά από εβδομάδες, στις οποίες οι τιμές και ο πληθωρισμός ανεβαίνουν, ο Ερντογάν κάνει τη μία κίνηση πίσω από την άλλη για να επιβάλει τη διαρκή μείωση των επιτοκίων και τη δική του άποψη για την οικονομία, μέχρι τις προεδρικές εκλογές.
Η αστάθεια που παρουσιάζει η τουρκική λίρα ερμηνεύεται από τον Ερντογάν ως παιχνίδι από την πλευρά των ισχυρών και όσο πιο μεγάλη αναταραχή υπάρχει, τόσο ο Ερντογάν οδηγείται στην αυτό-επιβεβαίωση ότι «τον πολεμούν οι δυτικοί», γιατί επιμένει στα χαμηλά επιτόκια.
Στην πραγματικότητα ο Ερντογάν εμφανίζει την τυπική συμπεριφορά ενός πολιτικού που διαρκώς πριονίζει το κλαδί στο οποίο στέκεται. Η αλλαγή του ΥΠΟΙΚ εν μέσω κρίσης, με αυξημένο πληθωρισμό και μειωμένη αξία της λίρας κατά 40% από την αρχή του χρόνου δημιουργεί αφενός μια εικόνα οικονομικού πολέμου στον οποίο χρειάζονται να μπουν μπροστά οι «πιστοί στρατηγοί», αφετέρου εδραιώνει την εσωτερική και διεθνή ανασφάλεια για την πορεία της οικονομίας.
Ο νέος ΥΠΟΙΚ έχει πτυχίο στη δημόσια διοίκηση και μεταπτυχιακό στις κοινωνικές επιστήμες από το Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. Είναι επίσης κάτοχος διδακτορικού διπλώματος στις πολιτικές επιστήμες και τη δημόσια διοίκηση από το Πανεπιστήμιο Κοτσαέλι της Τουρκίας και υπήρξε για τρία χρόνια αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, θέση από την οποία πάλευε -όπως λέει ο ίδιος- να εδραιώσει μια πολιτική χαμηλών επιτοκίων.
Τα πρώτα λόγια του Νεμπάτι ως Υπουργού Οικονομικών στο Twitter ήταν «Θεέ μου, δώσε μου τη δυνατότητα να φέρω εις πέρας το καθήκον του Υπουργού Οικονομικών, που ο Πρόεδρός μας έκρινε άξιο για εμένα και να σταθώ άξιος της εμπιστοσύνης που μου έδειξε», μην αφήνοντας την αμφιβολία σε κανέναν ότι οι λόγοι που επιλέχθηκε ήταν αυστηρά υποκειμενικοί και αφορούν την εμμονή του Ερντογάν στα Erdonomics.
Προς μια «ερντογανική οικονομία» εξάρτησης από ξένες επενδύσεις
Από το 2019, ο Ερντογάν έχει απολύσει τρεις διοικητές της Κεντρικής Τράπεζας, όταν αντιτάχθηκαν στην επιθυμία του για ρίξιμο των επιτοκίων. Ο μόνος που επιβίωσε ήταν ο Σαχάπ Καβτσίογλου, ο οποίος κατάφερε μέχρι το τέλος του Αυγούστου απλά να κρατήσει σταθερό το επιτόκιο στο 19%.
Μαζί με το ρίξιμο των επιτοκίων, ο αυστηρός πολιτικός έλεγχος του Υπουργείου Οικονομικών και της Κεντρικής Τράπεζας απευθείας από τον Ερντογάν σημαίνει ότι πλέον γίνεται επίσημη κρατική πολιτική η αφήγηση για την οικονομική κρίση φταίνε «οι ξένοι» που σαμποτάρουν την τουρκική οικονομία, παίζοντας με το συνάλλαγμα.
Η αφήγηση Ερντογάν δύσκολα θα μπορέσει να αντέξει μέχρι τις εκλογές με δεδομένες τις διαδηλώσεις που γίνονται για την αυξανόμενη ακρίβεια που πλήττει ολοένα και μεγαλύτερα κομμάτια του πληθυσμού, σε Άγκυρα και Κωνσταντινούπολη και με την αντιπολίτευση να ετοιμάζει αντικυβερνητική διαδήλωση το Σάββατο.
Στο πεδίο των διεθνών σχέσεων, η τουρκική οικονομία βαδίζει σταθερά προς μια γενικευμένη εξάρτηση από ξένες επενδύσεις, μέσω ΗΑΕ, Κίνας και Ρωσίας. Η επιδίωξη που έχει ο Ερντογάν να «απαγκιστρωθεί από το δολάριο» τον φέρνει στην αναγκαία θέση να συμμαχήσει με πρώην εχθρούς και με τους «εχθρούς των εχθρών του», που όμως δεν είναι απαραίτητα φίλοι του. Η τουρκική οικονομία, αργά και σταθερά, μετασχηματίζεται με άξονα την εσωτερική αγορά, όμως οι σημερινοί ρυθμοί ανάπτυξης (που σε μεγάλο βαθμό οφείλονται στην πολιτική που κρατά στους μισθούς και στις επενδύσεις) δεν σημαίνουν απαραίτητα προσοδοφόρο επενδυτικό περιβάλλον. Ο κίνδυνος για μια «συρρικνωμένη» παραγωγικά και εξαρτημένη οικονομικά Τουρκία, η οποία θα γίνει ακόμα περισσότερο αποσταθεροποιητικός παράγοντας στην περιοχή της Ν.Α. Μεσογείου, είναι πιο άμεσος από ποτέ.