«Το μήνυμα που βγαίνει από την κάλπη είναι ότι δεν έχουμε χρόνο για χάσιμο. Η χώρα δεν μπορεί να μείνει ακυβέρνητη» σημείωσε ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος, Άκης Σκέρτσος, μιλώντας στον Real 97,8 και στον ΣΚΑΪ 100,3 για την επομένη των εκλογών, υπογραμμίζοντας ότι «υπάρχουν σημαντικές εθνικές προκλήσεις, εθνικοί στόχοι, που πρέπει να επιτευχθούν και μέσα στο καλοκαίρι».
Όπως είπε, στο πλαίσιο αυτό, «θα μπορούσαμε δηλαδή μέσα στο πρώτο τρίμηνο της νέας διακυβέρνησης να πετύχουμε την επενδυτική βαθμίδα. Είναι ένας πολύ κρίσιμος στόχος, ένα ορόσημο».
«Είναι μια σημαντική νίκη συνολικά για τη χώρα μας κλείνει ένα επώδυνο πολιτικό κεφάλαιο που γέννησε ένα κακό κλίμα στην πολιτική σκηνή με τοξικότητα, με έλλειψη δημιουργικών προτάσεων που πηγαίνουν τη χώρα μπροστά, με μία αντιπολίτευση η οποία δεν ήταν εποικοδομητική. Θεωρώ ότι επιβραβεύτηκε η θετική διαχείριση που έκανε η κυβέρνηση τα τελευταία τέσσερα χρόνια απέναντι σε πολύ δύσκολες, πρωτοφανείς κρίσεις και, ταυτόχρονα, η συνεπής και ειλικρινής προσπάθεια που έχουμε καταβάλει -δεν έχουμε πετύχει παντού τα αποτελέσματα που θα θέλαμε- να μεταρρυθμίσουμε το Κράτος, την οικονομία, την κοινωνία και να προσφέρουμε περισσότερα και πιο ποιοτικά δημόσια αγαθά στους πολίτες» τόνισε αποτιμώντας το εκλογικό αποτέλεσμα.
«Γνωρίζουμε ότι υπάρχουν πολλές πτυχές της δημόσιας ζωής, που πληγώνουν τους πολίτες, οι οποίοι ζητούν το αυτονόητο. Ζητούν από την πολιτική να υπηρετεί τις ανάγκες τους, τα προβλήματα τους, να δίνει λύση σ’ αυτά και να μην σκιαμαχεί με το παρελθόν και με φαντάσματα. Διότι αυτό είδαμε σαν αντιπρόταση από την αντιπολίτευση και νομίζω ότι γι’ αυτό υπήρξε και αυτή η συντριπτική πολιτική και εκλογική κατάρρευση. Η κυβέρνηση με ειλικρίνεια και αίσθημα ευθύνης ζήτησε την ανανέωση της εντολής για να συνεχίσει να διαχειρίζεται μείζονες προκλήσεις και κρίσεις οι οποίες έρχονται από το εξωτερικό. Αποδείξαμε ότι μπορούμε να τις διαχειριστούμε με έναν αποφασιστικό, τολμηρό και ικανό πρωθυπουργό και μια αυτοδύναμη κυβέρνηση» συμπλήρωσε.
«Η θέση μας είναι ότι πρέπει να επιταχυνθούν οι διαδικασίες. Τα αποτελέσματα είναι πολύ καθαρά. Το μήνυμα που βγαίνει από την κάλπη είναι ότι δεν έχουμε χρόνο για χάσιμο. Η χώρα δεν μπορεί να μείνει ακυβέρνητη. Η χώρα αντιμετωπίζει μείζονες προκλήσεις και στα εθνικά μας θέματα. Έχουμε ένα σημαντικό Συμβούλιο Κορυφής στο τέλος του μήνα, που πρέπει να υπάρξει εκπροσώπηση από τον επόμενο Πρωθυπουργό της χώρας και νομίζω ότι σ’ αυτό το πλαίσιο δεν χρειάζεται να υπάρξουν άλλες καθυστερήσεις» τόνισε ο κ. Σκέρτσος σχετικά με την πρόθεση της ΝΔ να επιταχυνθούν οι διαδικασίες.
«Υπάρχουν σημαντικές εθνικές προκλήσεις, εθνικοί στόχοι, που πρέπει να επιτευχθούν και μέσα στο καλοκαίρι. Θα μπορούσαμε δηλαδή μέσα στο πρώτο τρίμηνο της νέας διακυβέρνησης να πετύχουμε την επενδυτική βαθμίδα. Είναι ένας πολύ κρίσιμος στόχος, ένα ορόσημο που θα απελευθερώσει περισσότερες επενδύσεις που μπορούν να έρθουν στη χώρα μας και που σήμερα δεν γίνεται να έρθουν, διότι λείπει η επενδυτική βαθμίδα. Άρα, θα εργαστούμε, πρέπει να εργαστούμε, για να αποκαταστήσουμε με ακόμα μεγαλύτερη ταχύτητα την εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών στη χώρα μας» επεσήμανε.
Εν τω μεταξύ, αναφορικά με τη δεύτερη κάλπη, ο κ. Σκέρτσος τόνισε: «Δεν πρέπει να υπάρξει κανένας εφησυχασμός λόγω του πράγματι εντυπωσιακού ποσοστού που έχει λάβει η Ν.Δ.. Να θυμίσω, ότι έχει αυξηθεί η δύναμη της Ν.Δ. κατά μία μονάδα, ήτοι κατά 130.000 ψήφους από το 2019. Άρα, υπάρχει μια θετική αποτίμηση του έργου και της διαχείρισης που έχει γίνει. Νομίζω ότι χρειάζεται ισχυρή στήριξη σε αυτή την κυβέρνηση, διότι οι μεγάλες και αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, μπορούν να γίνουν μόνο από ισχυρές και αυτοδύναμες Κυβερνήσεις. Χρειάζεται μια ισχυρή κοινοβουλευτική Ομάδα, μια ισχυρή αυτοδυναμία, για να μπορεί ο πρωθυπουργός να κάνει όλες αυτές τις αλλαγές που απαιτούν και ζητούν εύλογα οι πολίτες».
«Ξέρουμε ότι παραλάβαμε μια δύσκολη κατάσταση το 2019, ξέρουμε ότι η Ελλάδα έχει ακόμη πολύ δρόμο να καλύψει. Είμαστε στη μέση αυτής της εθνικής προσπάθειας και αναγνωρίζουμε την πολύ μεγάλη ευθύνη, που μας δίνει αυτή τη στιγμή ο ελληνικός λαός, οι Έλληνες πολίτες, με την ανανέωση της εντολής. Να συνεχίσουμε ακόμη πιο δυναμικά στον δρόμο των μεταρρυθμίσεων, των τολμηρών αλλαγών. Δεν υπάρχουν δικαιολογίες για καθυστερήσεις. Φαίνεται ότι υπάρχει ένα περιβάλλον πολυκρίσεων, που η μία έρχεται και κουμπώνει πίσω από την άλλη. Όμως, πλέον, διαθέτουμε και την εμπειρία και την γνώση και την ταχύτητα, να διαχειριζόμαστε τις κρίσεις με επάρκεια και, ταυτόχρονα, να δίνουμε απαντήσεις στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πολίτες και, συγκεκριμένα, έχουμε βάλει ως πρωταρχικό στόχο ένα πιο αποτελεσματικό, πιο ποιοτικό Εθνικό δημόσιο Σύστημα Υγείας, την ταχύτερη απονομή στη Δικαιοσύνη, ένα Κράτος που θα αξιολογείται παντού, οριζόντια και κάθετα, που θα έχει στον πυρήνα του την εξυπηρέτηση των πολιτών και όχι των εργαζομένων που δουλεύουν σε αυτό και, κυρίως, τη δυναμική ανάκαμψη της οικονομίας. Πρέπει να συνεχίσουμε στο δρόμο της προσέλκυσης των επενδύσεων, τόσο των ξένων άμεσων επενδύσεων, όσο και της ενδυνάμωσης και ενθάρρυνσης και των ελληνικών επενδύσεων, διότι είναι ο μόνος τρόπος για να πετύχουμε μείωση της ανεργίας και αύξηση βελτίωσης των εισοδημάτων. Οι πολίτες αυτό θέλουν» σημείωσε ακόμα.
«Αν κάτι επιβραβεύτηκε στις εκλογές νομίζω ότι είναι η συνέπεια στον πυρήνα της πολιτικής μας πρότασης (...). Δεν τρέξαμε όσο γρήγορα θα θέλαμε τα προηγούμενα χρόνια, διότι προέκυψαν στο ενδιάμεσο κάποιες πολύ σημαντικές ιστορικά πρωτοφανείς κρίσεις, τις οποίες διαχειριστήκαμε. Έχουμε κάνει αλλαγές στο κράτος, στην εκπαίδευση. Πρέπει να επιταχύνουμε τα βήματα στην υγεία. Είναι βασική προτεραιότητα. Στη Δικαιοσύνη, στην απονομή Δικαιοσύνης, εννοώ να πιάσουμε τον μέσο όρο απονομής Δικαιοσύνης, σε χρόνο που υπάρχει και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Να συγκλίνουμε, δηλαδή, με αυτό το οποίο υπάρχει σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Και ταυτόχρονα, να συνεχίσομε με αμείωτο ρυθμό, την προσέλκυση επενδύσεων. Να ανακτήσουμε την επενδυτική βαθμίδα εντός του 2023, αν γίνεται ακόμα και μέσα στο πρώτο τρίμηνο από την ανάληψη των καθηκόντων από τη νέα Κυβέρνηση. Αυτό θα απελευθερώσει και θα φέρει ακόμα περισσότερες θεσμικές μεγάλες επενδύσεις στην Ελλάδα που θα φέρουν περισσότερες δουλειές, περισσότερα και καλύτερα εισοδήματα. Το ζητούμενο για τους νέους ανθρώπους στη χώρα μας, είναι η Ελλάδα να αξιοποιήσει όλα αυτά τα τεράστια συγκριτικά πλεονεκτήματα που έχει ως οικονομία, ως γεωπολιτική θέση και ένα οικονομικό υπόβαθρο και ένα περιβάλλον -πολύ σημαντικά τα τελευταία χρόνια- λόγω της βελτίωσης στη φορολογία των επιχειρήσεων και της εργασίας» υπογράμμισε.
Σχετικά με το ενδεχόμενο συγκρότησης κυβέρνησης συνεργασίας με τον Νίκο Ανδρουλάκη, ο ίδιος σημείωσε: «Γιατί δεν ρωτάτε τον κ. Ανδρουλάκη αν συμφωνεί σε κάτι τέτοιο. Η κριτική του κ. Ανδρουλάκη και του ΠΑΣΟΚ στο πρόσωπο του πρωθυπουργού παραμένει. Θεωρούν ότι είναι ένας από τους πιο καταστροφικούς πρωθυπουργούς της χώρας. Η θέση αυτή ηττήθηκε βέβαια στις κάλπες, διαψεύστηκε από τους πολίτες. Δεν ακούσαμε μέχρι στιγμής να έχουν αλλάξει θέση. Και δεν είναι μόνο το ζήτημα που θέτει ο κ. Ανδρουλάκης ως προς το πρόσωπο του πρωθυπουργού. Το ΠΑΣΟΚ θα ήταν μία δύναμη αντιμεταρρύθμισης σε μια τέτοια κυβέρνηση. Έχει αποδείξει με τον τρόπο που έχει πολιτευτεί και έχει σταθεί σε κρίσιμες μεταρρυθμίσεις καταψηφίζοντας την αξιολόγηση στο Δημόσιο, την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, τη μεταρρύθμιση στον ΕΦΚΑ, την ταχύτερη απονομή συντάξεων… Οι πολίτες ζητούν επιτάχυνση στις μεταρρυθμίσεις που αλλάζουν το Κράτος. Αν είδαμε κάτι, το οποίο μας συντάραξε όλους, ήταν ένα Κράτος το οποίο δεν μπορεί σε δεδομένες λειτουργίες του να υπηρετήσει την ασφάλεια των πολιτών. Σε αυτό το ζήτημα που είναι στον πυρήνα της μεταρρύθμισης, η αξιολόγηση, δηλαδή, των δημοσίων υπαλλήλων το ΠΑΣΟΚ έχει σταθεί απέναντι. Επομένως, αυτό που ζητούν οι πολίτες, η κοινωνία, δεν μπορεί να υπηρετηθεί από το ΠΑΣΟΚ του κ. Ανδρουλάκη».
«Το ΠΑΣΟΚ θα μπορούσε να είχε αξιοποιήσει καλύτερα τη θέση που καταλαμβάνει στο πολιτικό σύστημα και στο πολιτικό φάσμα ως ένα ενδιάμεσο κόμμα μεταξύ της Ν.Δ. και του ΣΥΡΙΖΑ. Δυστυχώς, υιοθέτησε προεκλογικά -και δεν βλέπω να αλλάζει η θέση του και η ρητορική του και μετά τα χθεσινά αποτελέσματα- μια καταστροφολογική ανάλυση και αφήγηση των πραγμάτων που έχουν εξελιχθεί και έχουν παραχθεί ως πολιτικό αποτέλεσμα από το 2019 έως σήμερα» παρατήρησε επίσης.
Και συμπλήρωσε: «Συνεπώς, πρέπει να υπάρξει ενδοσκόπηση και μέσα στο ΠΑΣΟΚ για το τι είδους αντιπολίτευση είναι αυτή που θέλουν να κάνουν στην κυβέρνηση. Δεν μπορεί να είναι, πάντως, μια αντιπολίτευση ενάντια στα συμφέροντα της χώρας, όπως έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ. Ήταν πάντα απέναντι στην κυβέρνηση, χωρίς αρχές, με έναν απόλυτο καιροσκοπισμό. Αν το ΠΑΣΟΚ επαναλάβει, προκειμένου να αλιεύσει ψήφους από το ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη στρατηγική, πιστεύω ότι θα αποτύχει».
Τέλος, σχετικά με το ενδεχόμενο ενός debate μεταξύ του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Αλέξη Τσίπρα, ο κ. Σκέρτσος απάντησε: «Με 20 μονάδες διαφορά, δεν ξέρω τι νόημα έχει αυτό το debate. Σε κάθε περίπτωση, ας περιμένουμε να δούμε ποιες θα είναι οι εξελίξεις στο ΣΥΡΙΖΑ. Να δούμε πού θα βρίσκεται ο κ. Τσίπρας και με ποιο σχήμα θα πάμε και στις επόμενες εκλογές (...). Εμείς είχαμε πει εξαρχής ότι σε ένα περιβάλλον ενισχυμένης αναλογικής μπορούμε να δούμε και ένα debate των δύο βασικών διεκδικητών της εξουσίας. Δεν υπάρχει, όμως, πλέον, αυτό το περιβάλλον, με διπλάσιο ποσοστό στην κάλπη σε σχέση με τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ».