Αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας στις κάλπες της 25ης Ιουνίου αναμένει η Teneo, ακόμη και εάν εισέλθουν στη Βουλή επτά κόμματα, αντί για πέντε που υπήρχαν μέχρι και πριν την προκήρυξη των δεύτερων εκλογών.
Αυτό εκτιμά ο Wolfango Piccoli, Co - President & Director of Research, Political και Policy Risk Advisory της Teneo, αναφέροντας πως οι δημοσκοπήσεις δείχνουν το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας να βρίσκεται κοντά στο ποσοστό που συγκέντρωσε στην πρώτη αναμέτρηση ή ακόμη και σε υψηλότερα επίπεδα.
Οι εκλογές της 21ης Μαΐου διεξήχθησαν με το σύστημα της απλής αναλογικής, το οποίο απέτυχε να προσφέρει στον Κυριάκο Μητσοτάκη την απόλυτη πλειοψηφία, παρόλο που το κεντροδεξιό κόμμα, ξεπέρασε τις προβλέψεις των δημοσκοπήσεων, συγκεντρώνοντας το 40,8% των ψήφων. Αφού κέρδισε τις 146 από τις 300 έδρες, ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας επέλεξε να μην συμμετάσχει στις συνομιλίες και στις διερευνητικές επαφές για το σχηματισμό μιας κυβέρνησης συνασπισμού με άλλα κόμματα. Αντιθέτως, προτίμησε να πάει σε δεύτερες εκλογές, οι οποίες θα διεξαχθούν με ένα διαφορετικό εκλογικό σύστημα, που απονέμει στο πρώτο κόμμα ένα «μπόνους» έως και 50 έδρες.
Από την άλλη, σύμφωνα με τον Piccoli, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης υποχώρησε αρκετά χαμηλότερα από τις προσδοκίες που υπήρχαν, εξασφαλίζοντας μόλις το 20% των ψήφων. Αυτό σημαίνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να αποτελέσει μια ρεαλιστική πρόκληση για τη Νέα Δημοκρατία στις επικείμενες εκλογές και το μόνο ζήτημα που μπορεί να κριθεί είναι αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα λάβει την απόλυτη πλειοψηφία.
Έμφαση δίνεται από τον πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας, στην αποφυγή του όποιου εφησυχασμού και στον περιορισμό των πιθανών εκροών προς άλλα κόμματα. Δεδομένου του περιθωρίου επικράτησης της Νέας Δημοκρατίας τον περασμένο μήνα, υπήρξε κάποια ανησυχία μεταξύ των στελεχών του κόμματος ότι κάποιοι κεντροαριστεροί ψηφοφόροι ενδέχεται να στραφούν προς το τρίτο κόμμα, το ΠΑΣΟΚ, στη δεύτερη αναμέτρηση. Το κεντροαριστερό κόμμα κέρδισε το 11,5% των ψήφων και ελπίζει να κλείσει τη διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ, στο «δρόμο» για να τον ξεπεράσει, ενδεχομένως, όπως τονίζει η Teneo.
Τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας έχουν επίσης το βλέμμα τους στραμμένο στο ενδεχόμενο να υπάρξουν διαρροές εκ δεξιών του κόμματος. Η υπερεθνικιστική Ελληνική Λύση, η οποία βρίσκεται στη Βουλή από το 2019, συγκέντρωσε ένα ποσοστό της τάξεως του 4,5% στις 21 Μαΐου, ενώ το υπερσυντηρητικό κόμμα, Νίκη, εξέπληξε πολλούς, λαμβάνοντας ποσοστό 2,9% και στη βάση αυτού στοχεύει να «χτίσει» και να ξεπεράσει το όριο του 3% ώστε να καταφέρει να εισέλθει στη Βουλή για πρώτη φορά.
Έτσι, σε μια προσπάθεια να εδραιώσει την υποστήριξη του κόμματός του και να αποτρέψει μια χαλαρή προσέγγιση μεταξύ των ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει προειδοποιήσει ότι μπορεί να χρειαστούν τρίτες εκλογές, εάν δεν λάβει την απόλυτη πλειοψηφία. Η απονομή του «μπόνους» συνεπάγεται ότι κανένα άλλο κόμμα, πέρα από τη Νέα Δημοκρατία, δεν θα μπορέσει να σχηματίσει κυβέρνηση, με τον πρόεδρο του κόμματος ωστόσο, να αποκλείει κάθε ενδεχόμενο συνεργασίας με κόμματα εκ δεξιών του, κατηγορώντας παράλληλα τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ, Νίκο Ανδρουλάκη, ότι απέκλεισε τον εαυτό του από ένα συνασπισμό, μέσω της στάσης του. «Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ισχυρίζεται ότι η κριτική του Ανδρουλάκη προς τον ίδιο ήταν υπερβολική και άστοχη και ότι ο ηγέτης της κεντροαριστεράς παράταξης κατευθύνει το κόμμα του προς τα αριστερά», σημειώνει ο Piccoli.
Παρόλο λοιπόν, που η είσοδος περισσότερων κομμάτων στη Βουλή θα ωθήσει προς τα πάνω το όριο που πρέπει να φτάσει η Νέα Δημοκρατία για να κερδίσει την αυτοδυναμία, ο Μητσοτάκης φαίνεται επί του παρόντος σε μια καλή θέση για την επίτευξη αυτού του στόχου. Εάν επτά κόμματα βρεθούν εντός Βουλής, για παράδειγμα, το ποσοστό της Νέας Δημοκρατίας θα πρέπει να πέσει περίπου στο 38% για να απομακρυνθεί η κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Ακόμα κι αν ο Μητσοτάκης υπολείπεται μερικών εδρών, θα είχε την επιλογή να πείσει ορισμένους βουλευτές της αντιπολίτευσης «να περάσουν το κατώφλι» και να ενταχθούν στην κοινοβουλευτική του ομάδα, αντί να διεξαγάγει τρίτες εκλογές τον Αύγουστο, στην κορύφωση της τουριστικής περιόδου στη χώρα.