Την ικανοποίησή του για το κλίμα συνεργασίας που «έχουμε καταφέρει» σε λίγους μόλις μήνες να δημιουργηθεί μεταξύ των κυβερνήσεων Αθήνας και Άγκυρας, εξέφρασε ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης, ενώ τόνισε ότι κατά την συνάντηση με τον Τούρκο ομόλογό του Χακάν Φιντάν αποφάσισαν την επανεκκίνηση του πολιτικού διαλόγου, της θετικής ατζέντας και των μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης.
Συγκεκριμένα, κομβικά σημεία θα είναι πρώτα απ' όλα η συνάντηση που θα έχουν ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στις 18 Σεπτεμβρίου, ο πολιτικός διάλογος, ο οποίος θα εκκινήσει με ευθύνη, από ελληνικής πλευράς, της υφυπουργού Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου, στις 16 Οκτωβρίου, και η διοργάνωση μετά από 7 χρόνια του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας στη Θεσσαλονίκη, μέχρι το τέλος του έτους, με τη συμμετοχή εκατέρωθεν συναρμοδίων για διάφορους τομείς διμερούς συνεργασίας υπουργών.
- Διαβάστε ακόμα - Χακάν Φιντάν: Στις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας έχει ξεκινήσει μια νέα και θετική εποχή
Είναι απαραίτητο «να χτίσουμε πάνω σε αυτά που μας ενώνουν και να κατανοήσουμε καλύτερα αυτά που μας χωρίζουν», σημείωσε χαρακτηριστικά ο κ. Γεραπετρίτης.
«Πιστεύω ότι συμμεριζόμαστε την ανάγκη να προωθήσουμε περαιτέρω τις οικουμενικές αυτές αξίες και να εδραιώσουμε σχέσεις αγαστής συνύπαρξης και ανεκτικότητας με αμοιβαίο σεβασμό στην ισότητα, την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα των κρατών, καθώς και την μη ανάμειξη σε εσωτερικές υποθέσεις», ανέφερε και τόνισε:
«Ένα κλίμα το οποίο βασίζεται στην αμοιβαία κατανόηση και τον σεβασμό που κρατά ανοιχτό ένα απευθείας δίαυλο επικοινωνίας που επιτρέπει αποκλιμάκωση κρίσεων και τη θέση γερών βάσεων για τις συζητήσεις σε όλα τα επίπεδα. Σχέσεις που θέλουμε να εξελιχθούν επί τη βάσει των αρχών του διεθνούς δικαίου και ιδίως του καταστατικού χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, όπως κατεξοχήν η διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας, της φιλικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών».
Όπως επισήμανε ο Έλληνας υπουργός, με τον Τούρκο ομόλογό του, συμφώνησαν ο οδικός χάρτης θα περιλαμβάνει τα εξής τρία επίπεδα:
«Πρώτον, το επίπεδο του πολιτικού διαλόγου, ο οποίος θα εκκινήσει με ευθύνη, από ελληνικής πλευράς, της υφυπουργού Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου στις 16 Οκτωβρίου.
Δεύτερον, το επίπεδο της εφαρμογής και ενίσχυσης των ΜΟΕ που θα εκκινήσει το αμέσως προσεχές διάστημα.
Τρίτον, το επίπεδο των συνομιλιών για την προώθηση της θετικής ατζέντας, υπό τον αρμόδιο υφυπουργό Κώστα Φραγκογιάννη, σε συνεργασία που θα αφορά τομείς όπως οι επενδύσεις, η γεωργία, ο τουρισμός, το εμπόριο, η ναυτιλία, η κλιματική κρίση».
«Στο Βίλνιους της Λιθουανίας οι ηγέτες των δύο χωρών συμφώνησαν να ξαναπιάσουν το νήμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων και να προωθήσουν τη μεταξύ μας συνεργασία. Ανέθεσαν σε εμάς, στους υπουργούς Εξωτερικών, να αναλάβουν την πολιτική καθοδήγηση της διαδικασίας αυτής», σημείωσε.
Αποστολή των δύο υπουργών, όπως επισήμανε, είναι:
«Πρώτον να επιλύουμε τα θέματα αιχμής που ανακύπτουν μεταξύ των δύο χωρών μας και να αποσυμπιέζουμε εντάσεις, ώστε να προλαμβάνουμε εν δυνάμει επικίνδυνες καταστάσεις.
Δεύτερο, να κατευθύνουμε τις συζητήσεις οι οποίες γίνονται μεταξύ των δύο πλευρών σε όλα τα επίπεδα, δηλαδή τον πολιτικό διάλογο, τη θετική ατζέντα και τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, ώστε να υπάρχει διαρκής παρακολούθηση, ενιαία προσέγγιση και υψηλή λογοδοσία για την παραγωγή ωφέλιμων και απτών αποτελεσμάτων.
Τρίτον, να προετοιμάζουμε τις επαφές των δύο ηγετών, ώστε να προκύπτει διαρκής ισχυρή πολιτική εντολή και νομιμοποίηση στο υψηλότερο επίπεδο».
«Η εμπειρία των τελευταίων ετών κατέδειξε με τον πιο εμφατικό τρόπο ότι οι εξωγενείς κρίσεις καθίστανται κανονικότητα, παρά εξαίρεση, κάτι που αναδεικνύει την αξία της συνεργασίας. Η αντιμετώπιση της πανδημίας, των φυσικών καταστροφών, της ενεργειακής κρίσης και της επισιτιστικής ανασφάλειας αποτελούν σημαντικά παραδείγματα πεδίων που μπορούμε να συνεργαστούμε για το κοινό καλό», υπογράμμισε.
Σε ό,τι αφορά το Κυπριακό, ο κ. Γεραπετρίτης επισήμανε ότι «οι θέσεις μας είναι γνωστές. Κρίσιμο και αναγκαίο βήμα είναι η άμεση επανεκκίνηση των συνομιλιών».
Για την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας σημείωσε ότι «η Ελλάδα από μακρού χρόνου και με συνέπεια την υποστηρίζει, οφείλοντας ασφαλούς να πληρούνται τα προαπαιτούμενα κριτήρια, σύμφωνα με τις σχετικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου».
«Η πορεία αυτή είχε δυσκολίες. Προσβλέπω σε μια αγαστή συνεργασία για την πρόοδο των διαπραγματεύσεων», τόνισε χαρακτηριστικά.
Σε σχέση με τις μειονότητες, «μιλήσαμε και αναδείξαμε τα θέματα που τις αφορούν. Για εμάς είναι γέφυρες συνεργασίας και όλοι οι πολίτες μας στην Ελλάδα απολάβουν ισονομία και ισοπολιτείας».
Όσον αφορά το μεταναστευτικό, «είναι προς το κοινό μας συμφέρον να συνεργαστούμε για τον έλεγχο της παράτυπης μετανάστευσης και την καταπολέμηση των παράνομων δικτύων διακίνησης που εκμεταλλεύονται τον ανθρώπινο πόνο».
«Απαραίτητη προϋπόθεση για τη διαχείριση του μεταναστευτικού, όπως και κάθε άλλου συναφούς ζητήματος είναι η αντιμετώπιση των περιφερειακών κρίσεων στην περιοχή μας που προκαλούν αποσταθεροποίηση στην ευρύτερη περιοχή μας» επισήμανε ο κ. Γεραπετρίτης.
Σημείωσε πως συζητήθηκαν οι εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, τη Συρία, Λιβύη, την Ουκρανία.
«Είναι σημαντικό για τις διμερείς μας σχέσεις να διατηρηθεί το κλίμα ηρεμίας στην περιοχή μας με αποχή από επιθετική ρητορική και μονομερείς ενέργειες που μπορεί να υπονομεύσουν την προσέγγιση που επιχειρούμε. Αυτό θα συμβάλλει ουσιωδώς στις διμερείς μας συζητήσεις, είναι όμως αναγκαίο και για το μείζον αγαθό της ευημερίας μας».
«Η ευθύνη την οποία επωμιζόμαστε είναι ανάλογη της ιστορικής ευκαιρίας που παρουσιάζεται και στις δύο κυβερνήσεις να εδραιώσουμε μια μακρά σχέση καλής γειτονίας για το αμοιβαίο όφελος των λαών μας και μια βιώσιμη κατάσταση ειρήνης στην ευρύτερη περιοχή μας», υπογράμμισε ο κ. Γεραπετρίτης.
«Γνωρίζουμε ότι οι αποστάσεις που δημιουργήθηκαν σε βάθος χρόνου και τα πάθη που κληρονομήθηκαν από γενιά σε γενιά δεν διαγράφονται μονοκοντυλιά. Όμως έχουμε τη διάθεση και τη βούληση να επενδύσουμε στην ειλικρίνεια και την αμοιβαία κατανόηση για να αναζητήσουμε κοινούς τόπους και να διαρρήξουμε εδραιωμένες αντιλήψεις και όπου υπάρχουν διαφωνίες, τουλάχιστον να μην προκαλούνται κρίσεις» ανέφερε ο Έλληνας ΥΠΕΞ και προσέθεσε:
«Για να επιτευχθεί αυτό απαιτείται προσήλωση σε οικουμενικές και θεμελιώδεις αξίες, όπως η αυστηρή και καθολική εφαρμογή του διεθνούς δικαίου».
«Η ελληνική κυβέρνηση θα διαπνέεται από ειλικρίνεια σε συζητήσεις με την τουρκική κυβέρνηση και από σεβασμό προς τους δύο λαούς. Το ίδιο πιστεύω ότι θα συμβεί και από την πλευρά της τουρκικής», ανέφερε και κατέληξε:
«Να χτίσουμε πάνω σε αυτά που μας ενώνουν και να κατανοήσουμε καλύτερα αυτά που μας χωρίζουν. Με όραμα την ασφάλεια και την ευημερία των δύο λαών, αλλά και των μελλοντικών γενεών».
«Προτεραιότητα η εγκαθίδρυση μιας σχέσης ειλικρίνειας και εμπιστοσύνης»
Απαντώντας σε ερωτήσεις του Αnadolu πριν από την επίσκεψή του στην Τουρκία, ο κ. Γεραπετρίτης δήλωσε ότι με τον κ. Φιντάν έχουν δημιουργήσει μια καλή προσωπική σχέση «στη βάση της αμοιβαίας κατανόησης και της ειλικρίνειας και ότι βρίσκονται σε τακτική επαφή με τρόπο που επιτρέπει την άμεση και εποικοδομητική συνεργασία».
«Ο άμεσος δίαυλος επικοινωνίας σε υψηλό επίπεδο επιτρέπει την ταχεία επίλυση των κρίσεων και ότι το γεγονός αυτό παρέχει επίσης μια σταθερή βάση για συνομιλίες μεταξύ των αξιωματούχων των δύο χωρών σε όλα τα επίπεδα».
«Η νέα προοπτική που πρέπει να υιοθετηθεί για την επίλυση των προβλημάτων που δεν έχουν επιλυθεί στις διμερείς σχέσεις εδώ και χρόνια είναι ότι πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην εγκαθίδρυση μιας σχέσης ειλικρίνειας και εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο χωρών», επεσήμανε χαρακτηριστικά.
Σημείωσε δε πως η διαδικασία διαλόγου «θα καθοδηγείται από τους υπουργούς Εξωτερικών, πάντα με πλήρη σεβασμό στις αρχές του διεθνούς δικαίου, και θα αποτυπώνεται σε πολιτικό διάλογο, θετική ατζέντα και σε μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης».
«Με αυτόν τον τρόπο προκειμένου να επιτευχθούν χρήσιμα και συγκεκριμένα αποτελέσματα θα υπάρχει συνεχής παρακολούθηση, κοινή προσέγγιση και υψηλή υπευθυνότητα», τόνισε.
Αναφερόμενος στη θετική ατζέντα μεταξύ των δύο χωρών, ανέφερε ότι «στοχεύει στο πλαίσιο της αναζωογόνησης της οικονομικής και εμπορικής συνεργασίας και επεκτείνεται σε τομείς συνεργασίας και στην επιχειρηματική κοινότητα, όπως οι μεταφορές, η ναυτιλία, η τεχνολογία, η προστασία του περιβάλλοντος και η αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών».
Με πληροφορίες από ΑΠΕ - ΜΠΕ