Μια καλή στιγμή για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις χαρακτήρισε τη χθεσινή μέρα ο Ευάγγελος Βενιζέλος, σημειώνοντας ότι η διακήρυξη των Αθηνών είναι ένα σημαντικό κείμενο.
«Αναμφίβολα είναι μία καλή στιγμή για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, όλα όσα έγιναν έχουν τη σημασία τους, εγγράφονται στο σώμα της ιστορίας των ελληνοτουρκικών σχέσεων και η διακήρυξη η οποία υπεγράφη, η διακήρυξη των Αθηνών, είναι ένα σημαντικό κείμενο το οποίο, παρότι δεν έχει δεσμευτική ισχύ, εντούτοις ανήκει σε αυτό που λέμε soft law και βεβαίως παράγει πολιτικές δεσμεύσεις οι οποίες έχουν τη σημασία τους, χωρίς να θίγονται οι εκατέρωθεν νομικές θέσεις, όπως τονίζεται στο προοίμιο», ανέφερε μιλώντας στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ.
«Άρα διατηρούνται οι απόψεις, οι διαφορές, όχι με την έννοια που προσδίδεται δικονομικά στον όρο, αλλά εν πάση περιπτώσει οι διαφορετικές προσεγγίσεις και αυτό έχει επίσης τη σημασία του, διότι ταυτόχρονα αναγνωρίζεται το πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου, το πλαίσιο του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, ο στόχος της διατήρησης της διεθνούς ειρήνης, η επιλογή ειρηνικών μέσων επίλυσης των διαφορών χωρίς να αποκλείεται, αντιθέτως αχνοφαίνεται ακόμη και το Διεθνές Δικαστήριο, χωρίς φυσικά αυτό να λέγεται ρητά, αλλά ως ένα από τα μέσα που προβλέπει ο Καταστατικός Χάρτης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Άρα θα έλεγα ότι από την άποψη αυτή δεν έχουμε ένα moratorium ξανά, δεν έχουμε κάτι σαν το Πρωτόκολλο της Βέρνης του 1976 ή σαν τις δηλώσεις που έγιναν μετά από τις μεγάλες κρίσεις του 1987 και του 1996, αλλά έχουμε ένα πολιτικό κείμενο το οποίο τοποθετεί τα ζητήματα αυτά πάντα στο πλαίσιο της διεθνούς νομιμότητας και του συστήματος του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών», συμπλήρωσε.
Παράλληλα, επεσήμανε πως την τελευταία 50ετία, η περίοδος Ερντογάν είναι η καλύτερη καθώς δεν έχουμε μείζον επεισόδιο. «Θεωρείται από κάποιους ως μείζον επεισόδιο το επεισόδιο του φράχτη το 2020 στον Έβρο, αλλά αυτό δεν έχει τη στρατιωτική βαρύτητα που είχαν όλες οι κρίσεις των προηγούμενων δεκαετιών, αρχίζοντας από την κρίση του 1976 και φτάνοντας στα Ίμια» εξήγησε.
«Νομίζω ότι η Τουρκία και ο κ. Ερντογάν προσωπικά, ο οποίος είναι ο μεγάλος παίκτης και ο κυρίαρχος του παιχνιδιού στη χώρα του, αντιλαμβάνεται ότι δεν έχει πραγματικό πρόβλημα ασφάλειας με την Ελλάδα. Από το συνοριακό τόξο της Τουρκίας, από τον κύκλο των προβλημάτων που έχει η Τουρκία, αυτό που δεν της δημιουργεί πραγματικό πρόβλημα ασφάλειας είναι οι Ελληνοτουρκικές σχέσεις. Αυτό νομίζω ότι του επιτρέπει να κάνει και αυτού του είδους τις μεταστροφές οι οποίες μπορεί να έχουν και κάτι καλό, πάντα υπάρχει ένα κεκτημένο το οποίο παράγεται και νομίζω ότι αυτές οι λέξεις, γιατί οι λέξεις πολύ συχνά ταυτίζονται με τα πράγματα, εάν όχι πάντα, έχουν τη σημασία τους. Άρα το γεγονός πως εκτιμά ότι εδώ δεν έχει πραγματικό πρόβλημα απειλής όπως έχει με τη Συρία, όπως έχει συνολικά στο Κουρδικό πρόβλημα, όπως έχει με άλλες χώρες, τις περίεργες ας πούμε Τουρκοϊρανικές σχέσεις ή οπουδήποτε αλλού, επιτρέπει στον κ. Ερντογάν να κάνει αυτή την εκτίμηση η οποία διασταυρώνεται με τη δική μας βούληση να έχουμε ήρεμα νερά στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο και αυτό παρήγαγε το αποτέλεσμα το οποίο είδαμε χθες πολύ προσεχτικά, πολύ καλά οργανωμένο και από τις δύο πλευρές, γιατί υπήρχε ήδη η διαμορφωμένη βούληση να υπάρξει αλλαγή κλίματος. Ατμοσφαιρικά, εάν θέλετε, η χθεσινή ημέρα ήταν πάρα πολύ σημαντική και ελπίζω αυτή η ατμόσφαιρα να διαρκέσει, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έτσι λύσαμε κάποιο πρόβλημα ή ότι ο χρόνος πια θα λειτουργεί υπέρ ημών, γιατί πάντα ο χρόνος είναι αντιφατικός. Έχουμε αποτελέσματα τα οποία είναι θετικά και αποτελέσματα που είναι αρνητικά. Εν πάση περιπτώσει, σε ό,τι αφορά τα κυριαρχικά δικαιώματα και σε ό,τι αφορά τον ορυκτό πλούτο, για όση αξία έχει αυτό πλέον, στη Μεσόγειο κυρίως, δεν έχουμε λύσει κάποιο θέμα χθες, ούτε θα λύσουμε χωρίς την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ που τοποθετείται σε απώτερο χρόνο. Άρα δεν έχουμε μία εξέλιξη η οποία να αφορά ενεργοποίηση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, διότι χωρίς οριοθέτηση όπως ξέρουμε, δεν πρόκειται να έχουμε και ενεργοποίηση αυτών των δικαιωμάτων» τόνισε.
Μεταξύ άλλων υπογράμμισε πως και η Ελλάδα πρέπει να παίρνει πρωτοβουλίες οι οποίες βεβαίως να λαμβάνουν υπόψη τις ταυτότητες της χώρας, «εμείς είμαστε μία χώρα ευρωπαϊκή, ΝΑΤΟϊκή, που επενδύουμε στην εταιρική σχέση μας με τις Ηνωμένες Πολιτείες, όμως πρέπει να μπορούμε να κινηθούμε με τις δικές μας δυνάμεις όταν χρειάζεται, προκειμένου να καλυφθούν κενά στρατηγικής τα οποία εμφανίζονται πάντα στην ιστορία και τώρα μπορεί την επόμενη περίοδο πάλι να έχουμε κενά στρατηγικής για τα οποία πρέπει να είμαστε έτοιμοι».