Μία ενδεχόμενη δυσλειτουργική συνεργασία μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων στη Γαλλία, μετά τις εκλογές της Κυριακής, κινδυνεύει να επιβραδύνει τις αναγκαίες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τη δημοσιονομική εξυγίανση, παράγοντες που θα ενίσχυαν τη μέτρια οικονομική ανάπτυξη κατά το υπόλοιπο της δεύτερης και τελευταίας θητείας του Μακρόν ως προέδρου.
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει η Alpha Bank στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων, μία τέτοια υψηλή αβεβαιότητα έχει ανησυχήσει τους επενδυτές, την επιχειρηματική κοινότητα, αλλά και τους εταίρους της Γαλλίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Πιο συγκεκριμένα, οι εκτιμώμενες προκλήσεις που προκύπτουν για την γαλλική και την ευρωπαϊκή οικονομία από την αλλαγή του πολιτικού σκηνικού στη Γαλλία συνοψίζονται στα κάτωθι:
- Μία νέα ευρωσκεπτικιστική κυβέρνηση είναι πιο πιθανό να διαφωνήσει με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ως προς τη συμμόρφωση με τους αυστηρούς κανόνες της ΕΕ, που απαιτούν από τη Γαλλία δεσμευτεί σε ένα μακροπρόθεσμο πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγίανσης. Επιπλέον, σύμφωνα με τις προεκλογικές δεσμεύσεις του National Rally, που υποστηρίζει σε γενικές γραμμές αύξηση των κρατικών δαπανών και μείωση των φόρων (π.χ. μείωση του ΦΠΑ στα καύσιμα και την ενέργεια από το 20% στο 5,5%), ο κίνδυνος μίας πιο χαλαρής δημοσιονομικής πολιτικής έχει αυξηθεί. Ενδεικτικά, το δημόσιο χρέος της Γαλλίας αυξήθηκε σε 110% του ΑΕΠ, το 2023, από 85% του ΑΕΠ, το 2010, καταγράφοντας σημαντική αύξηση, τα τελευταία έτη των συνεχόμενων διαταραχών. Παράλληλα, το 2023 το δημοσιονομικό έλλειμμα έφθασε στο 5,5% του ΑΕΠ υπερβαίνοντας τον αρχικό στόχο του 4,9% του ΑΕΠ, εξαιτίας των μειωμένων φορολογικών εσόδων και των συνεχιζόμενων υψηλών κρατικών δαπανών, μετά από την πανδημική κρίση, για την ανακούφιση των πολιτών. Το έλλειμμα είναι μεγάλο και θεωρείται ασύμβατο με έναν σταθερό λόγο χρέους προς ΑΕΠ. Ο στόχος για το έλλειμμα το 2024 είναι 5,1% του ΑΕΠ. Επίσης, μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ, η Γαλλία καταγράφει το υψηλότερο ποσοστό κρατικών δαπανών, περίπου 58% του ΑΕΠ. Με δεδομένα αυτά τα στοιχεία, στις 31 Μαΐου, ο διεθνής οίκος αξιολόγησης Standard & Poor's υποβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της Γαλλίας, από AA σε AA- (France’s Post-Election Economic Outlook, Rane Worldwide, 25 Ιουνίου 2024).
- Μία πιθανή αποτυχία δέσμευσης για μακροπρόθεσμη δημοσιονομική εξυγίανση ενδέχεται να διατηρήσει υψηλά τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους, μέχρι τις προεδρικές εκλογές της Γαλλίας το 2027. Αυτό είναι πιθανόν να εντείνει τις ανησυχίες των επενδυτών και να αυξήσει το ασφάλιστρο κινδύνου, το οποίο, μεσοπρόθεσμα, μεταφράζεται σε υψηλότερη εξυπηρέτηση του χρέους. Ήδη, η αβέβαιη οικονομική και πολιτική προοπτική της Γαλλίας έχει αυξήσει τη νευρικότητα του επενδυτικού κοινού, η οποία αντανακλάται τόσο στην άνοδο της διαφοράς αποδόσεων μεταξύ των γαλλικών κρατικών ομολόγων και των αντίστοιχων γερμανικών, όσο και στη χρηματιστηριακή αγορά.
- Σε περίπτωση που η νέα Κυβέρνηση αποτύχει να μειώσει το δημοσιονομικό έλλειμμα ή/και να εκπληρώσει τις γενναιόδωρες δεσμεύσεις της για αύξηση των δημοσίων δαπανών, η επιρροή της Γαλλίας στα θέματα οικονομικής πολιτικής της ΕΕ μπορεί να αποδυναμωθεί. Η Γαλλία, η οποία είναι η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, έχει υποστηρίξει την ιδέα της μεγαλύτερης δημοσιονομικής ολοκλήρωσης της ΕΕ. Όμως, καθώς οι οικονομικές συνθήκες της Γαλλίας αποδυναμώνονται, τα οικονομικά ισχυρότερα κράτη-μέλη της ΕΕ θα είναι λιγότερο διατεθειμένα να συμφωνήσουν σε περαιτέρω ολοκλήρωση. Επιπλέον, η ισχύς της Γαλλίας σε θέματα, όπως η βιομηχανική πολιτική και η προτεινόμενη Ένωση Κεφαλαιαγορών της ΕΕ, ενδέχεται να μειωθεί, κυρίως επειδή η συγκεκριμένη θεματολογία δεν είναι προτεραιότητα για ένα άκρως δεξιό κόμμα. Η νέα Κυβέρνηση αναμένεται να επικεντρωθεί στις εσωτερικές πολιτικές και να παραμείνει πολύ πιο επιφυλακτική για την ολοκλήρωση σε επίπεδο ΕΕ ή για τον συντονισμό των ευρωπαϊκών πολιτικών. Το National Rally υποστηρίζει, πρωτίστως, τη βιομηχανική πολιτική που στοχεύει στη δημιουργία εθνικών «πρωταθλητών».
Οι οικονομικοί περιορισμοί της Γαλλίας και η εστίαση σε εσωτερικά ζητήματα, ενδέχεται να αποδυναμώσουν τη στρατιωτική και οικονομική στήριξή της προς την Ουκρανία, γεγονός που θα εντείνει τις σχέσεις της Γαλλίας με ορισμένες χώρες. Καθώς η εξωτερική πολιτική και η πολιτική ασφάλειας θα παραμείνουν υπό την αρμοδιότητα του Προέδρου, ο Macron θα συνεχίσει να υπόσχεται στήριξη για τη χώρα που έχει καταρρεύσει από τον πόλεμο.
Ωστόσο, η Κυβέρνηση – όχι ο Πρόεδρος – ελέγχει τις δαπάνες, που σημαίνει ότι το σενάριο περιορισμένης και αβέβαιης στήριξης της Ουκρανίας, καθίσταται πιο πιθανό. Επιπλέον, οι δημοσιονομικοί περιορισμοί της Γαλλίας θα καταστήσουν πιο δύσκολη την αύξηση των αμυντικών δαπανών. Η Γαλλία έχει μέχρι στιγμής παράσχει σχετικά περιορισμένη βοήθεια στην Ουκρανία. Μια περαιτέρω μείωση θα αποδυνάμωνε τη θέση της στα μάτια των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, οι οποίες θα συνεχίσουν να προσβλέπουν, κυρίως, στις Ηνωμένες Πολιτείες και, δευτερευόντως, στη Γερμανία για τη στήριξη της Ουκρανίας.
Συνοψίζοντας, η έκβαση του τελικού αποτελέσματος των εκλογών στη Γαλλία ενδέχεται να επηρεάσει τόσο την γαλλική οικονομία, όσο και τους πολιτικούς συσχετισμούς στην Ευρώπη. Ειδικότερα, σήμερα, που η Ευρώπη είναι αντιμέτωπη με πληθώρα αβεβαιοτήτων όπως το μεταναστευτικό, ο πόλεμος στην Ουκρανία, η αναιμική ανάπτυξη και ο εμπορικός προστατευτισμός, η στροφή της Γαλλίας προς τα εθνικά συμφέροντα μπορεί να προκαλέσει τάσεις αποσταθεροποίησης, καταλήγει η Alpha Bank.