«Η Ευρωπαϊκή Πολιτική Συνοχής αποτελεί έναν από τους βασικούς μηχανισμούς της ΕΕ για τη μείωση των ανισοτήτων μεταξύ των περιφερειών και την προώθηση της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής» τονίζει με άρθρο του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Φρέντι Μπελέρης.
Μετά από δεκαετίες εφαρμογής, η πολιτική αυτή βρίσκεται αντιμέτωπη με νέες προκλήσεις, όπως η ψηφιακή και πράσινη μετάβαση, η δημογραφική κρίση, η γεωπολιτική αστάθεια και οι επιπτώσεις των ακραίων φυσικών φαινομένων. Εύλογα, λοιπόν, εγείρονται ερωτήματα για το μέλλον της Πολιτικής Συνοχής μετά το 2027 και τις κατευθύνσεις, στις οποίες πρέπει να στοχεύσει.
«Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο προϋπολογισμός της πολιτικής συνοχής είναι το 1/3 του συνολικού ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, πράγμα το οποίο κατατάσσει τη συζήτηση αυτή σε κεντρική προτεραιότητα» τόνισε ο ευρωβουλευτής της ΝΔ.
Στην υπάρχουσα χρηματοδοτική περίοδο 2021-2027 καλούμαστε ως Ευρώπη να αντιμετωπίσουμε συνθήκες που δεν είχαμε συναντήσει νωρίτερα. Γι’ αυτό είναι μια καλή ευκαιρία μέσω της ενδιάμεσης αναθεώρησης να επαναφέρουμε σε τροχιά τους χρηματοδοτικούς στόχους του τρέχοντος Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου.
Η ενδιάμεση αναθεώρηση βασίζεται σε πρόταση της (Ευρωπαϊκής) Επιτροπής από τον Ιούνιο του 2023, με την οποία οι ηγέτες της ΕΕ έδωσαν το πράσινο φως για πρόσθετη χρηματοδότηση σε έκτακτη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου την 1η Φεβρουαρίου 2024. Μέσω διαφόρων νέων και υφιστάμενων ταμείων, με την ενδιάμεση αναθεώρηση, προστίθενται επιπλέον 64,6 δισ. ευρώ στον μακροπρόθεσμο προϋπολογισμό της ΕΕ.
Η πρόσθετη χρηματοδότηση καλύπτει τη στήριξη για την Ουκρανία, τη διαχείριση της μετανάστευσης και των συνόρων, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Άμυνας στο πλαίσιο της νέας πλατφόρμας στρατηγικών τεχνολογιών για την Ευρώπη (STEP), ενώ ενισχύει χρηματοδοτικά το Μηχανισμό Ευελιξίας και το Ταμείο Αλληλεγγύης και Επείγουσας Βοήθειας.
Με αυτή την αναθεώρηση ως παρακαταθήκη, θα πρέπει να σχεδιάσουμε την πολιτική συνοχής μετά το 2027. Οι προκλήσεις, βέβαια, είναι αρκετές, όπως η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση ιδιαίτερα των μη ανεπτυγμένων περιφερειών που δυσκολεύονται να ακολουθήσουν αυτόν τον ρυθμό αλλαγής.
Παράλληλα, η γήρανση του πληθυσμού, η αστικοποίηση και η έντονη δημογραφική πτώση δημιουργούν πιέσεις στις περιφερειακές πολιτικές, απαιτώντας πιο στοχευμένες και αποτελεσματικές παρεμβάσεις, ανέφερε το στέλεχος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και μέλος της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Σημαντικές είναι και οι επιπτώσεις των πολέμων στην ευρύτερη γειτονιά της Ευρώπης, η ενεργειακή και μεταναστευτική κρίση και η ανάγκη για στρατηγική αυτονομία της ΕΕ, που καθιστούν αναγκαία τη διαφοροποίηση της παραγωγής και τη στήριξη των περιφερειών που πλήττονται από αυτές τις εξελίξεις.
Πλέον, πρέπει να αξιώσουμε, εντός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ένα μελλοντικό σύστημα Πολιτικής Συνοχής πιο ευέλικτο και απλοποιημένο, επιτρέποντας ταχύτερη αναπροσαρμογή των πόρων ανάλογα με τις εξελίξεις σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Επιπροσθέτως, η νέα προγραμματική περίοδος θα πρέπει να διασφαλίσει καλύτερη συνεργασία μεταξύ της πολιτικής συνοχής και άλλων χρηματοδοτικών εργαλείων, όπως το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF), εφόσον συνεχιστεί και του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης για τη μεγιστοποίηση του αντίκτυπου.
Αυτό δεν θα μπορεί να επιτευχθεί αν δεν υπάρξει ακόμα μεγαλύτερη εμπλοκή των τοπικών και περιφερειακών αρχών, ώστε να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων και μεταρρυθμίσεων. Η επόμενη περίοδος πρέπει να προωθήσει συγκεκριμένες επενδύσεις στην ψηφιακή συνδεσιμότητα και στην τεχνητή νοημοσύνη, αλλά και να εντάξει τον μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχεδιασμό (foresight) ως αναγκαίο συστατικό για την επίτευξη κάθε στρατηγικού στόχου.
Ήρθε η ώρα η ΕΕ να υιοθετήσει μια πιο ευέλικτη, καινοτόμα και ανταγωνιστική προσέγγιση, ώστε η Πολιτική Συνοχής να συνεχίσει να αποτελεί βασικό εργαλείο για τη διαμόρφωση μιας πιο ανθεκτικής, βιώσιμης και ανταγωνιστικής Ευρώπης.