Η κατάσταση πολιτικής αστάθειας που επικρατεί στην Ιταλία και αντανακλάται στην αύξηση των επιτοκίων δανεισμού τόσο της Ιταλίας όσο και των υπόλοιπων χωρών της ευρωπαϊκής περιφέρειας, προκαλεί εύλογα ανησυχία στο Μέγαρο Μαξίμου, το οποίο πολιτικά έχει επενδύσει στο αφήγημα της «καθαρής εξόδου».
Σε μια περίοδο, δε, έντονων διεργασιών για το Σκοπιανό, όπου μια επιτυχής ολοκλήρωση των συζητήσεων για το ονοματολογικό θα μπορούσε να ενισχύσει την πολιτική φαρέτρα του Αλέξη Τσίπρα, ο «ιταλικός πυρετός» που προκαλείται από την κατάσταση ακυβερνησίας, στην οποία έχει περιέλθει η γειτονική χώρα προκαλεί σοβαρές ανησυχίες στην Αθήνα, αλλά και στις Βρυξέλλες. Και αν η ανησυχία των Βρυξελλών έχει περισσότερο να κάνει με την γιγάντωση λαϊκιστικών κομμάτων, αλλά και του αντιευρωπαϊκού αισθήματος, παρά για την προοπτική εξόδου της Ιταλίας από το κοινό νόμισμα, στην Αθήνα η ιταλική αστάθεια έχει απτές συνέπειες, καθώς, με τα σημερινά δεδομένα, η προοπτική εξόδου στις αγορές είναι εξαιρετικά ασύμφορη λόγω υψηλού κόστους.
Μέχρι στιγμής, η επιλογή της κυβέρνησης ήταν σαφής: να μην ζητήσει προληπτική γραμμή στήριξης, ερχόμενη μάλιστα σε ευθεία αντιπεράθεση με τον κεντρικό τραπεζίτη Γιάννη Στουρνάρα, ο οποίος είχα ταχθεί υπέρ αυτής της επιλογής και να επιμείνει στην αυτοδύναμη έξοδο στις αγορές, διαμορφώνοντας παράλληλα ένα χρηματοδοτικό μαξιλάρι μερικών δις, ώστε να υπάρχει και μια δικλείδα ασφαλείας.
Βέβαια, με το επιτόκιο του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου να διαμορφώνεται στο 4,8% χθες, είναι σαφές πως, με τα σημερινά δεδομένα, μια καθαρή έξοδος θα είναι ιδιαίτερα ακριβή, όταν σήμερα το επιτόκιο δανεισμού από τον ESM είναι ασύγκριτα χαμηλότερο. Το επιχείρημα της κυβέρνησης, βέβαια, είναι πρωτίστως πολιτικό, εξηγώντας ότι η έξοδος από το Μνημόνιο συνδέεται κατά βάση με μεγαλύτερο βαθμό πολιτικής αυτονομίας, γιατί δεν θα υπάρχει η σχέση «εκπλήρωση προαπαιτούμενων για την εκταμίευση χρημάτων».
Υπό αυτό το πρίσμα, τα καμπανάκια και στο Μέγαρο Μαξίμου χτύπησαν, γι’ αυτό ο πρωθυπουργός έσπευσε χθες από τη Γενική Συνέλευση του ΣΕΒ να στείλει μήνυμα προς τους Ευρωπαίους εταίρους να αφήσουν κατά μέρος τις διαφορετικές εκτιμήσεις και να εκπληρώσουν την υπόσχεση για ρύθμιση του ελληνικού χρέους, ώστε να θωρακιστεί σημαντικά η ελληνική οικονομία. «Ειδικότερα μετά τις τελευταίες εξελίξεις όλοι κατανοούν ότι οι αποφάσεις στις οποίες θα καταλήξουμε πρέπει να ανταποκρίνονται στις προκλήσεις και τις ανάγκες της περιόδου και να θωρακίζουν την ελληνική οικονομία από αναταράξεις που δεν οφείλονται σε μας αλλά σε μια εξωγενείς παράγοντες», υπογράμμισε ο κ. Τσίπρας, προκρίνοντας τη ρύθμιση του χρέους ως το αποφασιστικό στοιχείο για την ανάκτηση εμπιστοσύνης από τις αγορές.
Δύο πράγματα, όμως, είναι σαφή αυτή την ώρα. Αρχικά, η πολιτική κρίση στην Ιταλία θα συνεχιστεί για κάποιους μήνες ακόμα. Ακόμα και αν η γείτονας χώρα οδηγηθεί σε εκλογές στο τέλος Ιουλίου, υπάρχει τάση ενίσχυσης αντισυστημικών δυνάμεων, όπως τα 5 Αστέρια ή η Λέγκα του Βορρά, συνεπώς, η ιταλική οικονομία θα παραμείνει στη δίνη αναταράξεων. Η Ελλάδα, όμως, θα βγαίνει από το Μνημόνιο στο τέλος Αυγούστου, συνεπώς ακόμα εντός περιόδου αναταραχής, το εύρος και η ισχύς της οποίας μένει να φανεί. Όσο για το χρέος, παρά τις προσπάθειες σύγκλισης μεταξύ Βερολίνου και ΔΝΤ, υπάρχει ακόμα σημαντική απόσταση και είναι ένα ερωτηματικό κατά πόσο η όποια λύση-αν υπάρξει-θα λειτουργήσει πειστικά για τις αγορές, σε ένα περιβάλλον ευρύτερων πιέσεων στις χώρες της περιφέρειας.