Μια εκτός προγράμματος συνάντηση με τον κ. Χ παραμονές του Αγίου Πνεύματος, μου έδωσε την ευκαιρία να τον γνωρίσω καλύτερα, μετά από τόσα χρόνια που με θεωρεί και τον θεωρώ πραγματικό φίλο.
Τον είχα προσκαλέσει, χωρίς μεγάλες προσδοκίες αποδοχής της πρόσκλησης, να βρεθούμε σε ένα παραλιακό συγγενικό σπίτι πολύ κοντά στην Αθήνα.
Παραδόξως δέχθηκε την πρόσκληση και ήρθε. Τα όσα μας δόθηκε η δυνατότητα να συζητήσουμε σε ένα πραγματικά ευχάριστο περιβάλλον, μου έδωσαν την ευκαιρία να τον «γνωρίσω» πολύ καλύτερα.
Πέρα από την εικόνα του σοβαρού και έμπειρου πρώην τραπεζίτη, πήρα μερικά δείγματα μιας κουλτούρας και σκέψης που συνήθως δεν την αφήνει να φανεί στις συναντήσεις μας τις βδομαδιάτικες.
Θα περιοριστώ εδώ σε δύο από αυτά.
Η κουβέντα περί Κέυνς και της τοποθέτησης ενός γνωστού αθηναίου οικονομολόγου ο οποίος αρέσκεται στις δημόσιες τοποθετήσεις…
Ο κ. Χ τον είχε ακούσει και είχε πραγματικά θυμώσει. Στα όρια βέβαια της δικής του πάντα ψύχραιμης στάσης.
«Η αλήθεια είναι» είπε – κάνοντας χρήση μία φράσης με την οποία στο τέλος θέλει πάντα να εκφράσει αντίρρηση – «πως πράγματι ο Κέυνς ήταν ένας αναμφίβολα ευφυής οικονομολόγος που τοποθετείται στον ευρύτερο χώρο των φιλελεύθερων που θα μπορούσαν να ονομαστούν μονεταριστές. Αυτό όμως απέχει πολύ από το να είναι κανείς ακριβής λέγοντας μόνο αυτό. Αρκεί και μόνο να επισημάνει κανείς ότι αυτός ο «μονεταριστής» είναι ένας από τους βασικούς εμπνευστές αυτού που στην συνέχεια πήρε το όνομά του, ήτοι του αποκαλούμενου «κευνσιανισμού», του συστήματος με το οποίο ανοικοδομήθηκε ο καπιταλισμός μετά τον Β' παγκόσμιο πόλεμο, στην βάση της Συμφωνίας του Μπρέτον Γουντς. Το απολύτως αντίθετο δηλαδή του μονεταρισμού…». Δεν τον ρώτησα τi εννοεί γιατί είχα υποθέσει που θέλει να το πάει και τον προκάλεσα να συνεχίσει.
«Κι όμως δεν υπάρχει καμία αντίφαση σ’ αυτό, ένας φιλελεύθερος μονεταριστής να γίνεται ο γεννήτορας του αντίθετού του, αν πράγματι γνωρίζει την σκέψη του Κέυνς … Δεν θέλω να προκαλέσω κανέναν – και ευτυχώς που δεν είναι εδώ ο φίλος μας ο κ.Ψ - αλλά μπορώ να ισχυριστώ ότι είχε μελετήσει και καταλάβει την μέθοδο του Μάρξ καλύτερα από κάθε άλλο αστό οικονομολόγο της εποχής του, ακόμα και από ορισμένους μαρξιστές ή μαρξίζοντες».
Είχα κάνει λάθος, δεν είχα καταλάβει που ήθελε να το πάει και η απορία φαίνεται πως ζωγραφίστηκε στο πρόσωπό μου γιατί το πρόσεξε και χαμογέλασε.
«Κοίταξε, σε ένα από τα σημαντικότερα κείμενά του την Γενική θεωρία, γράφει ότι ο σκοπός της οικονομικής ανάλυσης, δεν είναι εκείνος του να δημιουργήσεις μία μηχανή ή μία τυφλή μέθοδο διαχείρισης, που θα σου δίνει μία αλάνθαστη απάντηση, αλλά το να δώσουμε στον εαυτό μας μία οργανωμένη μέθοδο να σκέψης και μελέτης των ιδιαίτερων προβλημάτων. Και εξηγεί ότι «αφού φτάσουμε σε ένα προσωρινό συμπέρασμα απομονώνοντας τους σύνθετους παράγοντες του προβλήματος ένα προς ένα, πρέπει να γυρίσουμε πίσω και να επιτρέψουμε όσο καλύτερα μπορούμε, να γνωρίσουμε/συνθέσουμε όλες τις πιθανές αλληλεπιδράσεις τους» για να προχωρήσουμε σε μία βαθύτερη σύνθεση…».
«Μου περιγράφεις μια απλοποιημένη προσέγγιση της χεγκελιανής διαλεκτικής» σχολίασα, περισσότερο για να τον ενθαρρύνω να προχωρήσει, παρά για να πω κάτι.
«Σχεδόν» παρατήρησε. «Θα έλεγα ότι δουλεύει με μία χεγκελιανής αναφοράς, μαρξιστική αντίληψη της οικονομικής ανάλυσης. Βάλε στην θέση των «παραγόντων» που αναφέρει, τις «αντιφάσεις» τους και έχεις μία καθαρά διαλεκτική προσέγγιση στην σχέση μεταξύ του οικονομικού είναι και της σκέψης… Και δες το αποτέλεσμα, δρομολόγησε την μοναδική οικονομική πολιτική που θα μπορούσε να υιοθετηθεί τότε, ενάντια στην λεγόμενη φιλελεύθερη κλασσική οικονομική σκέψη για να ανοικοδομηθεί το σύστημα μετά τον Β' παγκόσμιο πόλεμο… Είναι υποτιμητικό γι’ αυτόν σήμερα να αναφέρεται και να αντιμετωπίζεται σαν ένας κλασσικός νεοφιλελεύθερος, όταν ο καθ’ εαυτού νεοφιλελευθερισμός στην οικονομική σκέψη, έχει καταρρεύσει από το 2008. Δεν νομίζεις;».
Πρέπει να επισημάνω εδώ ότι το «σχεδόν» που είπε λίγο πιο πριν για να σχολιάσει την παρατήρησή μου, δεν το έκανε για να την υποτιμήσει, αλλά για να γίνει ο ίδιος περισσότερο συγκεκριμένος. Και γι΄ αυτό δεν με πείραξε.
Με την κουβέντα μας να ξεδιπλώνεται εκείνο το απόγευμα, χωρίς εμπόδια και με πολλά – πολλά φρούτα, που ήξερα ότι του αρέσουν, κάποια στιγμή ήρθε η στιγμή να σχολιάσει και το φλέγον ζήτημα των ημερών, το θέμα του πληθωρισμού.
«Έχεις δίκιο που το λες αυτό» μου είπε σχολιάζοντας το γεγονός που είχα αναφέρει σε κάποια στιγμή στην κουβέντα, ότι δηλαδή πολλοί συνδέουν τον κίνδυνο επιστροφής του πληθωρισμού, με κάτι ανάλογο εκείνου της δεκαετίας του 70’, μετά την κατάρρευση της Συμφωνίας του Μπρέτον Γούντς.
«Όχι, δεν πιστεύω ότι μπορεί να δούμε τέτοια επίπεδα πληθωρισμού, αλλά αυτό δεν είναι που θα πρέπει να μας ανακουφίζει…
Το επίπεδο του πληθωρισμού που είναι επικίνδυνο δεν έχει να κάνει τόσο με το πόσο μεγάλος είναι, αλλά σε τι επίπεδα χρέους αναφέρεται. Αν σήμερα έχεις δεκάδες τρισεκατομμύρια χρέους κρατικού και ιδιωτικού, μία ή ακόμα και μισή μονάδα αύξησης των επιτοκίων, για την αναχαίτιση του πληθωρισμού αρκεί για να τινάξει το σύστημα στον αέρα. Την δεκαετία του '70 ο πληθωρισμός του 15% και του 18% αφορούσε σε οικονομίες που αφ’ ενός δεν είχαν παγκοσμιοποιηθεί, δηλαδή δεν είχαν αλληλλοσυνδεθεί στα επίπεδα που βρίσκονται σήμερα – ιδιαίτερα μετά το 1985 - και αφ΄εταίρου το παγκόσμιο ιδιωτικό και κρατικό χρέος της δεκαετίας του '70 σήμερα το έχουν οι χώρες με αξιολόγηση ΑΑΑ… Σκέψου ότι σήμερα το ένα τρίτο των ομολόγων που κυκλοφορούν είναι «σκουπίδια» (σ.σ. Junk Bonds). Ο κόσμος του σημερινού πληθωρισμού, λόγω του τεράστιου χρέους δεν έχει καμία σχέση με εκείνον του χρέους του '70. Αυτό που έκανε τότε ο Βόλκερ, είναι παιχνίδι μπροστά σ’ αυτό που πρέπει να κάνει ο Πάουελ και η Λαγκάρντ.
Δεν υπάρχει σύγκριση φίλε μου, ήμαστε σε άλλο …πλανήτη πλέον. Και αυτό που έκανε ο Βόλκερ το 1981 μέσα σε ένα βράδυ αυξάνοντας τα επιτόκια στο 18%, σήμερα μπορεί να γίνει και με μία αύξηση μιας μονάδας…».
Διαβάστε περισσότερα άρθρα της στήλης ΟΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ
Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.