Πολύ σωστά, εξαιρετικά αξιόπιστοι οικονομικοί αναλυτές στο Bloomberg και άλλα μεγάλα ειδησεογραφικά πρακτορεία (ΜΜΕ), επισημαίνουν ότι το «μακελειό» του Οκτώβρη του 2023 – δηλαδή αυτές τις μέρες στην Παλαιστίνη - δεν είναι το ίδιο με τον Οκτώβρη του 1973. Τότε που η «φωτιά» του πολέμου στο Γιομ Κιπούρ προκάλεσε την εκρηκτική άνοδο της τιμής του πετρελαίου και τον δεύτερο γύρο της πληθωριστικής κρίσης της δεκαετίας του 1970.
Και σωστά, σε πρώτη ανάγνωση, συνδέουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο, δηλαδή μιας νέας πληθωριστικής έκρηξης, με την πιθανότητα επέκτασης των συγκρούσεων στο μέτωπο Ισραήλ – Ιράν. Δεν είναι αρμοδιότητα του Οικονογραφήματος να διερευνήσει τις πιθανότητες μιας τέτοιας εκδοχής...
Το βασικό επιχείρημα αυτής της ανάγνωσης είναι ότι έχει αλλάξει ο ρόλος του πετρελαίου στην διεθνή οικονομία και οι εξαρτήσεις των μεγάλων οικονομιών, ειδικά εκείνης των ΗΠΑ, από το πετρέλαιο της Μ. Ανατολής. Η αλήθεια είναι ότι αυτό το επιχείρημα «στέκει» μεν αλλά έχει και τις... αδυναμίες του.
Οι ΗΠΑ αναμφίβολα δεν εξαρτώνται όπως το 1973 από το μεσανατολικό πετρέλαιο, καθώς με την σχιστολιθική μέθοδο έχουν την δική τους «παραγωγή» πετρελαίου και φυσικού αερίου. Στο φυσικό αέριο είναι αυτάρκεις και πλεονασματικοί. Στο πετρέλαιο όμως παραμένουν «ελλειμματικοί» με αποτέλεσμα να εισάγεται το 50% των αναγκών της. Και το 30% από αυτές τις εισαγωγές (που είναι καλής ποιότητας σε αντίθεση με το εγχώριο σχιστολιθικό) προέρχεται από την Μ. Ανατολή. Με άλλα λόγια, έτσι κι αλλιώς οι μεταβολές στην τιμή του πετρελαίου επηρεάζουν μεν τις ΗΠΑ, αλλά σε καμία περίπτωση όπως το 1973.
Κατά συνέπεια μια επέκταση του πολέμου μεταξύ Ισραήλ και Ιράν ασφαλώς θα αλλάξει τα δεδομένα, που μέχρι στιγμής επηρεάζουν μεν, αλλά δεν ανατρέπουν προς το παρόν την ισχύουσα «τάση». Μέχρι εδώ η «ανάγνωση» αυτή έχει τα δίκια της. Υπάρχει όμως η δυνατότητα, ή καλύτερα η ανάγκη, να... σκάψουμε λίγο περισσότερο στην δυναμική των γεγονότων για να διακρίνουμε κάποια βαθύτερα χαρακτηριστικά της επόμενης ημέρας
Το δολάριο, το πετρέλαιο και τα ομόλογα της Fed
Εκείνο που είναι σκόπιμο, όμως εδώ, είναι να διερευνήσουμε τις διασυνδέσεις ανάμεσα στα όσα συμβαίνουν σ' αυτή την σύγκρουση των τελευταίων ημερών, με τα όσα αφορούν συνολικά τον «πλανήτη» από την οικονομική του πλευρά και ειδικά με το μείζον γεγονός της πρωτοφανούς κατάρρευσης των τιμών των ομολόγων, με σημείο αναφοράς το 10ετές αμερικανικό ομόλογο.
Σημείο πρώτο.
Η σχέση πετρελαίου – δολαρίου, είναι κομβική για τις εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία ιδιαίτερα μετά την συμφωνία του Μπρέτον Γουντς το 1944 – 45.
Η δέσμευση των παραγωγών πετρελαίου ότι θα πωλείται το πετρέλαιο ΜΟΝΟ σε δολάρια, συνόδευε την απόφαση σταθερής σχέσης δολαρίου χρυσού στο πλαίσιο της συμφωνίας του Μπρέτον Γουντς.
Η σχέση αυτή δηλαδή της αποκλειστικής πώλησης του πετρελαίου σε δολάρια διατηρήθηκε με μυστική συμφωνία Σαουδικής Αραβίας και ΗΠΑ ακόμα και τον Οκτώβρη του 1973 όταν ξέσπασε ο πόλεμος του Γιομ Κιπούρ και ανακοινώθηκε το πετρελαϊκό εμπάρκο που έστειλε την τιμή του πετρελαίου στα ύψη.
Η συμφωνία αυτή «διέσωσε» το δολάριο μετά την κατάρρευση της Συμφωνίας του Μπρέτον Γουντς τον Αύγουστο του 1971 και την απαγκίστρωσή του από την σταθερή αξία σε χρυσό. Και το διέσωσε γιατί κράτησε ζωντανή την διεθνή «ζήτηση» σε δολάρια, αφού μόνο με δολάρια οι χώρες μπορούσαν να αγοράζουν πετρέλαιο, δηλαδή την πρώτη ύλη σε ενέργεια...
Σημείο δεύτερο.
Η διεθνής «ζήτηση» σε δολάρια συνέβαλε – πέρα από την διεθνή γεωπολιτική κατάσταση - στο να διατηρηθεί το δολάριο σαν συναλλαγματικό αποθεματικό, παρά την απώλειας της σχέσης με τον χρυσό, αλλά σε φθίνουσα τάση.
Η κατάσταση άλλαξε άρδην υπέρ του δολαρίου όταν ο Πωλ Βόλκερ το 1981 για να ανακόψει την πληθωριστική καταιγίδα αποφάσισε να αυξήσει σε διψήφιο αριθμό τα επιτόκια για την έκδοση κρατικού χρέους, παρουσιάζοντας στις αγορές τα αμερικάνικα ομόλογα, με διψήφιες αποδόσεις.
Εκείνη την «στιγμή»άρχισε η ηφαιστειακή έκρηξη ισχύος του αμερικανικού δολαρίου καθώς οι ΗΠΑ είχαν πλέον στον έλεγχό τους, όχι απλά την διεθνή «ζήτηση» δολαρίων για την αγορά πετρελαίου, αλλά του πλέον αποδοτικού και ασφαλούς επενδυτικού προϊόντος, στις διεθνείς αγορές χρήματος, του υψηλής απόδοσης ομολόγου του αμερικανικού δημοσίου... Το «προϊόν» με την μεγαλύτερη ζήτηση στον πλανήτη. Και αυτό το «προϊόν» μπορούσες να το αγοράσεις μόνο με δολάρια.
Ένα προϊόν που εξασφάλισε την δυνατότητα των ΗΠΑ να αναχρηματοδοτούν και να επεκτείνουν το χρέος τους χωρίς να χρειάζεται ποτέ να σκεφτούν γι' αυτό, αφού οι επενδυτές αγόραζαν δολάρια για να έχουν την «τύχη» για να το αγοράζουν. (Τότε άρχισε να θεμελιώνεται η – λαθεμένη - θεωρία ότι μπορεί να γεννάει το χρήμα νέο χρήμα χωρίς να χρειάζεται να μεσολαβήσει τίποτα άλλο).
Σημείο τρίτο.
Η κρίση ιδιωτικού (ΗΠΑ) και δημόσιου (Ευρωζώνη) χρέους το 2008 – 2010, ήταν ο πρώτος μεγάλος σεισμός που αμφισβήτησε αυτή την «κανονικότητα» αναπαραγωγής στην οικονομία από το... τίποτα.
Η μοναδική διέξοδος των Κεντρικών Τραπεζών να αντιμετωπίσουν την αμεσότητα του χρεοστασίου ξεδιπλώθηκε μέσα από τις περιβόητες καμπάνιες ποσοτικής χαλάρωσης, ήτοι περισσότερο δανειακό χρήμα που έκανε το πρόβλημα ακόμα χειρότερο.
Μία δεκαετία μετά η πανδημία που ακολούθησε, σχεδόν ταυτόχρονα με την στιγμή που οι κεντρικοί τραπεζίτες πίστεψαν ότι είχαν αρχίσει να ξαναβάζουν το ... θηρίο στο κλουβί, απελευθέρωσε και το δεύτερο «θηρίο» τον πληθωρισμό, που αρχικά το θεώρησαν «γατάκι» για να αποδειχθεί ο χειρότερος εφιάλτης τους.
Και με τα δύο «θηρία», του χρέους και τον πληθωρισμό ελεύθερα και ανεξέλεγκτα σε ένα κόσμο κατακερματισμένων συναλλαγών και πρωτοφανών μεταπολεμικά γεωπολιτικών αντιθέσεων, άρχισε η «πλεύση» στα τυφλά, όπως παραδέχθηκαν ήδη από τον Αύγουστο τόσο η κα Λαγκάρντ όσο και ο κ. Πάουελ, στο Jackson Hole.
Σημείο τέταρτο.
Η χωρίς προηγούμενο κατάρρευση των τιμών των ομολόγων την περασμένη εβδομάδα – με σημείο αναφοράς τα αμερικάνικα ομόλογα, δηλαδή αυτά που για να τα αγοράσεις πρέπει να έχεις δολάρια – ήρθε σαν τον σεισμό να ταρακουνήσει τις διεθνείς χρηματαγορές, υπενθυμίζοντας, ότι τα “χαρτιά” αυτά μετά το 2008, δεν αντιπροσωπεύουν πλέον ισχυρές αξίες, αλλά ένα χρέος που ακόμα και οι αμερικανικοί οίκοι αξιολόγησης, θεώρησαν υποχρέωσή τους να το υποβαθμίσουν (!).
Ακόμα περισσότερο δε, αυτό το χρέος δεν τρέχουν πλέον όλοι να το αγοράσουν – ζητώντας δολάρια – αλλά αρχίζουν να το πουλάνε, όπως συμβαίνει τους τελευταίους μήνες με μία σειρά μεγάλες κεντρικές τράπεζες, αρχίζοντας από την Κίνα και την Ιαπωνία και φθάνοντας στην Σ. Αραβία και την Ρωσία.
Αυτό μάλιστα άρχισε να γίνεται την ίδια στιγμή που η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ η Fed έχει σταματήσει να «αγοράζει» τα ομόλογα της κυβέρνησης για να τα στηρίξει, στο πλαίσιο της προσπάθειάς της να κόψει τον πληθωρισμό με περισσότερη νομισματική σύσφιξη.
Μέσα σ' αυτό το περιβάλλον άρχισαν να «σκάνε» την άνοιξη κάποιες αμερικάνικες τράπεζες καθώς τα ασφαλή περιουσιακά τους στοιχεία, τα κρατικά ομόλογα έχαναν ραγδαία την αξία τους. Η Fed την ίδια στιγμή υποχρεώθηκε να κάνει πίσω από τα μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης και να τις χρηματοδοτεί με ένα ειδικό «εργαλείο» χρηματοδότησης για να ανακόψει μια γενική χρεοκοπία.
Προσωρινό συμπέρασμα.
Μέσα σ' αυτό περιβάλλον – και με τον πόλεμο στην Ουκρανία να είναι μία ανοικτή υπόθεση - είναι που «έσκασε» ο νέος κύκλος συγκρούσεων στην Παλαιστίνη που κάνει πλέον πολλούς να αναρωτιούνται τι είναι αυτό που έρχεται.
Σίγουρα ο Οκτώβρης του 2023 δεν είναι το ίδιο με τον Οκτώβρη του 1973 (πόλεμος του Γιομ Κιπουρ και πετρελαϊκή κρίση).
Αλλά μετά την κρίση ομολόγων της περασμένης εβδομάδας – την μεγαλύτερη από τότε που το αμερικανικό δημόσιο άρχισε να διαπραγματεύεται το χρέος του (252 χρόνια) σύμφωνα με το Bloomberg – οι αγορές αμφισβητούν πλέον με βίαιο τρόπο, όπως αποδεικνύεται, τον «έλεγχο» από τις ΗΠΑ (Fed), των δύο βασικών «προϊόντων», που κράτησαν όρθιο το δολάριο μετά την κατάρρευση της συμφωνίας του Μπρέτον Γουντς, δηλαδή την δολαριακή τιμολόγηση του πετρελαίου και την «αξία» του αμερικανικού δημοσίου χρέους.
Και το ερώτημα είναι πλέον τι μπορεί να κάνει η ισχυρότερη κεντρική τράπεζα του πλανήτη για το δολάριο. Είτε ο πόλεμος στην Παλαιστίνη επεκταθεί μεταξύ Ιράν – Ισραήλ είτε όχι...
Γ. Αγγέλης
Διαβάστε περισσότερα άρθρα της στήλης ΟΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ
Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.